Βασίλειος Σαχίνης

ΠΟΡΤΡΕΤΑ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ
Του Νικόλαου Κ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ
Ό Έθνομάρτυς Βασίλειος Σαχίνης έγεννήθη εις τήν Δουβιανήν τό 1894. Μετά τήν άποφοίτησίν του έκ τού δημοτικού σχολείου τής Δουβιανής, όπου ηύτύχησε νά έχη διδάσκαλον τον Κωνσταντίνον Ζέρρην, μετέβη εις Κωνσταντινούπολιν πλησίον τού πατρός του, εκεί δε μετά έπιτυχείς έξετάσεις είσήλθεν εις τήν Ρομβέρτιον Σχολήν, κατ’ επιθυμίαν τού πατρός του, ό όποιος τον προώριζε δι’ έμπορικόν καί τραπεζικόν στάδιον. Εις τήν περίφημον ταύτην Σχολήν ό Βασίλειος Σαχίνης έδιδάχθη ξένας γλώσσας, άλλά δεν κατώρθωσε νά πάρη τό δίπλωμα τής Σχολής, διότι οί Βαλκανικοί πόλεμοι καί τά έπακολουθήσαντα γεγονότα, ήνάγκασαν τήν οικογένειαν του νά έπιστρέψη τό 1913 εις τήν πατρίδα, τήν έλευθέραν πλέον Δουβιανήν, όπου ό έφηβος Βασίλειος άνέμενε τήν έξέλιξιν τών πολεμικών καί πολιτικών γεγονότων, άγωνιών, ώς έλεγεν ό ίδιος, νά έπιστρέψη εις τήν Κωνσταντινούπολιν προς άποπεράτωσιν των σπουδών του. Ό Βορειοηπειρωτικός όμως Αγών τού 1914 καί ό κίνδυνος τής παραχωρήσεως τής Βορείου Ηπείρου εις τό ύπό κατασκευήν αλβανικόν κράτος, ώς και ό μετ’ όλίγον έκραγείς Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, συνετέλεσαν, ώστε ό Βασίλειος Σοιχίνης νά παραμείνη όριστικώς είς τήν πατρίδα. Κατά τήν διάρκειαν τού Βορειοηπειρωτικού Άγώνος προσελήφθη ώς ειδικός Γραμματεύς τής Αύτονόμου Ηπείρου, χρησιμοποιούμενος ύπό τού Προέδρου τής Κυβερνήσεως Γεωργίου Ζωγράφου ώς διερμηνεύς είς τάς μετά τών ξένων αντιπροσώπων συζητήσεις. Μετά τήν λήξιν τού Βορειοηπειρωτικού Άγώνος και τήν άνακατάληψιν τού Άργυροκάστρου ύπό τών ελληνικών στρατευμάτων, διορίζεται προσωρινώς διδάσκαλος τής έλληνικής γλώσ- σης εις τό Άργυρόκαστρον, παραμείνας είς τήν θέσιν ταύτην μέχρι τού 1916, οπότε καταληφθέντος τού Άργυροκάστρου ύπό τών Ιταλών, έπαύθη καί ήναγκάσθη νά άνοιξη γραφείον μεταφραστικόν, συντάσσων ιταλιστί αιτήσεις τών συμπατριωτών του καί άποζών έκ τής μικράς αμοιβής.
Μετά τήν άναχώρησιν τών Ιταλών καί τήν παραχώρησιν τού Άργυροκάστρου εις τούς Αλβανούς, έπεδόθη εις χρηματιστήριακάς έργασίας, άναδειχθείς εντός ελάχιστου χρόνου ώς (κοινός σαράφης, βραδύτερον δέ ήνοιξε καί μικράν τράπεζαν συνεργαζόμενος μετά τής Εθνικής Τραπέζης τής Ελλάδος, τών ιταλικών τραπεζών τής Νεαπόλεως, τών Ελβετικών καί άλλων χωρών. Εύφυής καί δραστήριος, γλωσσομαθής καί φιλολογικώς άριστα κατηρτισμένος, ό Βασίλειος Σαχίνης έγινε γνωστός εις όλην τήν Άλβοινίαν καί τήν “Ηπειρον. Πατριώτης θερμός καί φανατικώς προσηλωμένος εις τήν έλληνικήν ιδέαν, άναδεικνύεται άπό τού (1920 – 1940) ώς φυσικός ήγέτης τού ελληνικού πληθυσμού τού νομού Άργυροκάστρου. Ζών εις τό Άργυρόκαστρον, έγνώρισε καλώς τήν ψυχολογίαν καί τήν νοοτροπίαν τών Άλβοινών, τήν ικανότητά των νά μετέρχονται παν μέσον πρός έπιτυχίαν τού σκοπού των καί τά καταχθόνια σχέδιά των πρός έξαλβανισμόν τού ελληνικού στοιχείου τής Βορείου Ηπείρου, καί ιδιαιτέρως τής Δροπόλεως. Διά τούτο θά άγωνισθή σθεναρώς εναντίον τών σχεδίων τών Άλβοινών, επί είκοσιν καί πλέον έτη, διά νά πέση έντέλει ύπό τάς δολοφονικός των σφαίρας τήν μοιραίαν ήμέραν τής 18 Νοεμβρίου 1943.
Κατά τό 1929, όταν ή Αλβανική Κυβέρνησις άνεκίνησε τό λεγόμενον έκκλησιαστικόν ζήτημα καί τήν άπόσχισιν τής Αλβανικής “Ορθοδόξου έκκλησίας άπό τών Πατριαρχείων, ό Βασίλειος Σαχίνης εύρέθη εις τήν πρώτην τάξιν τού άγώνος ένοιντίον τών Αλβανών, ύπό τών οποίων συλληφθείς έν Άργυροκάστρω, ένεκλείσθη εις τάς φυλακάς τών Τιράνων έπί έξ μήνας. Τό 1933, όταν οί Άλβοινοί τού Άχμέτ Ζώγγου έπεδίωξαν διά τών νομοθετικών των μέτρων τό κλείσιμον τών έν Αλβανία έλληνικών σχολείων, ο Βασίλειος Σαχίνης, ΐδρυσεν εις τό Άργυρόκαστρον την «Νέαν Φιλικήν Εταιρείαν», ή όποια διά τού Υπομνήματος τής έλληνικής μειονότητας πρός τήν Κοινωνίαν των Εθνών κατ’ άρχάς, καί τής Σχολικής Απεργίας βραδύτερον, έξηνάγκασε τήν Άλβανικήν Κυβέρνησιν νά αναγνώριση έκ νέου τα προνόμια τής μειονότητας. Συλληφθείς καί πάλιν ύπό των Αλβανών, εκτοπίζεται εις Άλέσιον τής Βορείου Αλβανίας, όπόθεν άπέστειλε πρός τόν ύπουργόν των Εσωτερικών τού Άχμέτ Ζώγγου, τόν διαβόητον Μουσά Γιούγκα, ύπόμνημα, διά τού οποίου έδικαιολόγει τήν σχολικήν απεργίαν τών Ελλήνων τής μειονότητας διά πολλών καί όρθών επιχειρημάτων, ώστε ήναγκάσθη καί αύτός ό ίδιος ό Μουσά Γιούγκα νά καλέση τούτον εις Τίρανα καί νά ζητήση τήν προσωπικήν του γνωριμίαν.
Ό Σχολικός Αγών έληξεν αισίως τό 1935. Οί Αλβανοί, κατόπιν έπεμβάσεως τής Κοινωνίας τών Εθνών, ήναγκάσθησαν νά υποχωρήσουν) καί νά έπιτρέψουν τήν άπρόσκοπτον πλέον λειτουργίαν τών έν Αλβανία έλληνικών σχολείων. ‘Η πολιτική τού Βασιλείου Σαχίνη έθριάμβευσεν. Αί ύποδείξεις του άπεδείχθησαν άρισται. Ό Ελληνισμός τής Βορείου Ηπείρου άνέπνευσε καί ό άλβανικός βραχνάς διελύθη. Τά δεινά όμως τού Βορειοηπειρωτικού λαού δεν ήτο πεπρωμένον νά τελειώσουν έως εδώ. Τόν Απρίλιον τού 1939 αί λεγεώνες τού ψευδοκαίσαρος τής Ρώμης Μπενΐτο Μουσσολίνι κατέλαβον τήν Αλβανίαν καί ήτοιμάζοντο νά κατακτήσουν τήν Ελλάδα. Νέοι κίνδυνοι καί νέοι αγώνες απειλούν τήν Β. “Ηπειρον καί όλην τήν Ελλάδα, όπως άπεδείχθη κατά τήν φθινοπωρινήν πρωίαν τής 28 Όκτωβρίου 1940. Κατά τό χρονικόν τούτο διάστημα, από τού Απριλίου 1939 μέχρι τού Όκτωβρίου 1940, ό Β. Σαχίνης παρηκολούθει τάς κινήσεις τών ιταλικών στρατευμάτων, λαμβάνει πληροφορίας περί τών προθέσεών των καί τών σχεδίων των, καί, παρά τόν κίνδυνον, τόν όποιον διατρέχει άπό τάς ίταλικάς καί άλβανικάς άρχάς, διαβιβάζει ταύτας πρός τό Ελληνικόν προξενείον Άργυροκάστρου.
Κατά τήν 27 Όκτωβρίου 1940, παραμονήν τής κηρύξεως τού πολέμου κατά τής Ελλάδος, ό Β. Σαχίνης συλλαμβάνεται ύπό τών Ιταλών καί εκτοπίζεται εις τήν Ιταλίαν, όπου παρέμεινε καθ’ όλην τήν διάρκειαν τού Έλληνοϊταλικοΰ πολέμου, στενοχωρημένος όχι διά τόν έκτοπισμόν, άλλά διά τήν ατυχίαν εις τήν όποίοιν τόν κατεδίκασεν ή τύχη νά μή ίδη έλεύθερον τό Άργυρόκαστρον καί τήν έλληνικήν σημαίαν νά κυματίζη ύπερήφανός έπί τών έπάλξεων τού φρουρίου Άργυροκάστρου. Μετά τόν Έλληνοϊταλικόν πόλεμον έπέστρεψεν εις τό Άργυρόκαστρον ό Β. Σαχίνης πικραμένος διά τήν έκβασιν τού πολέμου, άλλά καί αποφασισμένος νά συνέχιση τούς άγώνάς του, καί μάλιστα ύπό τό νέον πνεύμα, τό όποιον διεμορφώθη εις τήν Βαλκανικήν. Μετά τάς νίκας τών συμμάχων εις τό Έλ – Άλαμέι, οί Αλβανοί, οί μέχρι τής χθες συνεργάται τού Άξονος, άντελήφθησαν ότι ή νίκη ήρχισε νά κλίνη προς τό μέρος των Συμμάχων, άνησυχούντες δέ διά την συμμετοχήν των είς τον πόλεμον έναντίον τής Ελλάδος, καί δι’ όσα άνομήματα διέπραξαν κατά των έλληνικών πληθυσμών, άπεφάσισαν νά έξαπατήσουν τούς Συμμάχους διά τής δημιουργίας απελευθερωτικών δήθεν όργανώσεων, ώστε νά θεωρηθούν μετά τό τέλος τού πολέμου σύμμαχοι τών νικητών. Ό σκοπός τών Αλβανών δέν ήτο ή πάλη κατά τής φασιστικής Ιταλίας καί τής ναζιστικής Γερμανίας, κράτη τά όποια έθαύμαζαν ιδιαιτέρως, άλλ’ ή σωτηρία τού άλβοινικοΰ κράτους από τού διαμελισμού καί ή μή παραχώρησις τής Βορείου Ηπείρου είς τήν Ελλάδα. Διά τούτο καί προσεπάθησαν διά παντός μέσου νά προσεταιρισθούν είς τάς Όμάδας των νέους Βορειοηπειρώτας, ώς έγράφη καί είς άλλην σελίδα τού παρόντος πονήματος, διά νά παρουσιάσουν τον αγώνα τού κατακτητού ώς δήθεν αγώνα όλοκλήρου τού αλβανικού λαού.
Τά καταχθόνια ταύτα σχέδια τών Αλβανών άντελήφθη πρώτος ό Βασίλειος Σαχίνης. Ούτος, προς σωτηρίαν τού Βορειοηπειρωτικού ελληνισμού ύπέδειξεν, ότι τοιαύτη συνεργασία θά εΐχεν όλέθρια αποτελέσματα. Διά τούτο διεκήρυξεν ότι ή ένίσχυσις τών δυνάμεων τού Αρχηγού τής έν Έλλάδι έθνικής άντιστάσεως Ναπολέοντος Ζέρβα έπεβάλλετο ώς ΰψιστον έθνικόν καθήκον διά τήν σωτηρίαν τής κινδυνευούσης πατρίδος. Ευρισκόμενος ό ίδιος, κατά τόν χρόνον τούτον, είς συνεχή επαφήν με τάς Έθνικάς δυνάμεις τού Ζέρβα, συντάσσει ύπομνήματα καί αποστέλλει ταύτα είς τό Στρατηγείον του, ενημερώνει τόν Στρατηγόν περί τών κινήσεων καί προθέσεων τού καλουμένου αλβανικού άπελευθερωτικού κινήματος Αντιστάσεως καί υποδεικνύει είς αυτόν τόν καλύτερον τρόπον διεξαγωγής τού Εθνικού Άγώνος είς τήν Β. “Ηπειρον.
Καθ’ όλον τό μοιραΐον έτος 1943 ό Βασίλειος Σαχίνης εύρίσκεται είς τό Άργυρόκαστρον, παρακολουθούμενος συνεχώς υπό τών Αλβανών καί μή δυνάμενος νά έξέλθη τής πόλεως, ώς καί ό ίδιος γράφει είς έπιστολήν του πρός τόν είς Κωνσταντινούπολιν εύρισκόμενον τότε Γεώργιον Παπαδόπουλον, άλλά παρακολουθών καί ό ίδιος τά σχέδια καί τάς ένεργείας τών Αλβανών Έθνικιστών καί Κομμουνιστών, οι όποιοι μέ άγαστήν συνεργασίαν έπεδίδοντο είς τό έργον τού εξαφανισμού του ελληνισμού τής Δροπόλεως, καίοντες οικίας, φονεύοντες αθώους καί άρπάζοντες τάς περιουσίας των. Χαρακτηριστική είναι ή στάσις τού Βασιλείου Σαχίνη, όταν τήν θλιβεράν 2 Αύγούστου 1943 οί Αλβανοί έκαυσαν τήν ηρωικήν Γλίναν καί έφόνευσαν, κατά τόν πλέον άνανδρον καί πρωτόγονον τρόπον, τούς Γλινιώτες είς τήν «Νύφην» τής Βλαχογοραντζής. Κινείται δραστηρίως είς τό Άργυρόκαστρον, σχηματίζει έπιτροπήν περιθάλψεως τών οικογενειών τών δολοφονηθέντων, διαμαρτύρεται είς τάς ίταλικάς άρχάς διά την ανοχήν, την όποιαν έπεδείκνυον προς τούς Αλβανούς και ένθαρρύνει τούς τρομοκρατηθέντας πληθυσμούς.
Δυστυχώς όμως μέχρι τού σημείου τούτου ήτο πεπρωμένον νά συνεχισθή ή εθνική δράσις τού αειμνήστου έθνομάρτυρος. Τήν 17 Νοεμβρίου 1943 οί καννίβαλοι τού λεγομένου Αλβανικού Έθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου συνέλαβον τόν Βασίλειον Σαχίνην, και άφού έπί όλόκληρον νύκτα ύπέβαλον τούτον εις έξονυχιστικήν άνάκρισιν και απήγγειλαν κατ’ αύτού φοβερόν κατηγορητήριον, τό όποιον έν τή πραγματικότητι ήτο κατηγορητήριον εναντίον τού ελληνισμού της Δροπόλεως, τήν αύγήν τής επομένης έδολοψόνησαν τοΰτον κατά δειλόν και άνανδρον τρόπον.
Η δολοφονία τού Βασιλείου Σαχίνη ύπήρξε μεγάλη έθνική απώλεια. Τό έργον του όμως δεν θά λησμονηθή και οί φίλοι του καί παλαιοί συνεργάται του είς τά εθνικά ζητήματα θά συνεχίσουν τό έργον του μέχρι της έκπληρώσεως των εθνικών πόθων καί της άπελευθερώσεως τής μαρτυρικής πατρίδος, δικαίως δέ ή πόλις τών Ίωαννίνων εις μίαν τών όδών της έδωσε τό όνομα τού Βασιλείου Σαχίνη.

1. Αποσπάσματα έκ τών τελευταίων έπιστολών τού Έθνομάρτυρος Βασιλείου Σαχίνη προς τόν έν Κωνσταντινουπόλει ύπηρετούντα τότε διπλωματικόν ύπάλληλον Γεώργιον Παπαδόπουλον, άλλοτε γραμματέα τού προξενείου Άργυροκάστρου, περί τού όποιου καί ανωτέρω έγένετο λόγος:
Αργυρόκαστρου, 9.3.1943
Αγαπητέ Γιώργο,
Έλαβα τό γράμμα σου τής 22/2 μέ Μιχάλη. Εύχαρίστως σοί γνωρίζω, δτι κατ’ αυτάς έφθασαν αρκετά έμβάσματα έκ τής Αμερικής διά περιφέρειαν Πωγωνίου. Μόνον οι δικοί μας άδρανούν. Τήν έγκλειστον έπιστολήν σου διά… άπέστειλα μέ κατάλληλον. ’Άν θά λάβω άπάντησιν, όπως και έξ Αθηνών, θά σου την διαβιβάσω πάραυτα. Πολλάκις τής ήμέρας οί σκέψεις μας είναι έστραμμέναι μέ συμπάθειαν καί συμπόνοιαν προς τόν Γολγοθά τού δοκιμαζομένου στοιχείου μας. Είναι γραμμένο ό χριστιανός νά δοκιμάζεται σέ τούτον τόν κόσμον, γιά ν’ άπολαύση τόν άλλον. Άλλ’ είμεθα στό τέρμα όλων τών περιπετειών, έφέτος πρέπει νά είναι τό φινάλε γιά τήν άνταμοιβή τών δοκιμασθέντων. Οί φίλοι σου έδώ ένδιαφέρονται πάντα γιά σένα. “Έχεις δημιουργήσει ένα θρύλο περί τήν δράσι σου. Ιδίως ένθυμούνται τό έξ Αθηνών έπιγραμματικό γιά τό Σιάνο «καλώς έποίησαν αί άρχαί τής Α.Μ. συλλαβούσαι αυτόν». Καί τό έπαναλαμβάνομεν διαρκώς, διότι είναι επίκαιρο.
Στήν Αφροδίτη έγκαρδίους χαιρετισμούς τής μητέρας μου και έμού. Φιλιά στά παιδιά. Ιδιαιτέρως στον Αριστομένη. Μ’ άγάπη, Βασίλης.
“Αγαπητέ Γιώργο,
Τά γράμματά σου 20)6, 30)6, 28)6, 3)7, 15)7 και 17)7 έχω λάβει κανονικά. “Η έσωτερική κρίσις και αί άθρόαι συλλήψεις τών τελευταίων ήμερών μέ ήνάγκασαν νά σιωπήσω. Καίτοι ή κατάστασις έξακολουθεί έκρυθμος, ύστερα άπό τά τόσα γράμματά σου λύω τήν σιωπήν διά νά σού πώ, ότι εϊμεθα καλά ώς τώρα καί ϊσως κατά τόν παραθερισμόν σας νά άπουσιάζωμεν. Ό Γιάννης είναι ήδη φιλοξενούμενος τών φ. Αύλώνος και άλλοι δέκα έκ τής ύμετέρας κοινότητας.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
Έχω 11 μήνες νά βγώ από την έδρα μου. Ίσως νά είναι ή τελευταία ή παρουσία καί μέ τήν εγκάρδια ευχήν ταχείας απαντήσεως, ή μητέρα μου κι εγώ σάς ασπαζόμεθα οικογενειακώς. Βασίλης, 2/8/43
Νικόλαος Κ. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, “Η Δούβιανη της Δροπόλεως Β. Ηπείρου”, Αθήναι,1970