ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΤΣΙΟΥΡΗ: «Δεν ήμουν εγώ το σύστημα…!»

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΤΣΙΟΥΡΗ: «Δεν ήμουν εγώ το σύστημα…!»

(Συνέντευξη)

Τη Βικτωρία Τσιούρη, την εκπρόσωπο της Μειονότητας στο Λαϊκό Κοινοβούλιο του πρώην συστήματος στην Αλβανία, αν θέλεις να την ανταμώσεις, θα τη βρεις στο σπίτι της, στη Δερβιτσιάνη. Στην κορυφή της «Σπανθιάς».

Δρασκελάν τα χρόνια της, πέρασε τα ογδόντα  κι όμως η λογική της  μένει καθαρή. Ακόμα σε περνάει στην τρύπα του βελονιού, που λέμε.

Αισθάνεται μεγάλη χαρά, όταν περνάς το κατώφλι του σπιτιού της. Νιώθει απομονωμένη κι οι επαφές με ανθρώπους,  της αυξάνουν τη ζωή. Σε καλωσορίζει στο απλό σαλονάκι, στην είσοδο του σπιτιού,  για να σου πει «δυο λόγια με ριζάρι». Για εκείνα τα δύσκολα, μα και για ετούτα τα αλλόκοτα χρόνια. Για το δικτατορικό, μα και για το δημοκρατικό σύστημα.

Η Βικτωρία: Στο δημοσιογράφο από τα Τίρανα, που ήρθε πριν από λίγους μήνες και μου πήρε συνέντευξη, δεν τα έβγαλα όλα όσα έχω μέσα μου. Μόνο λίγα πράγματα του είπα.

Ερ: Γιατί δεν του ανοιχτήκατε…;

Απ: Σε άγνωστο τι να έλεγα. Μαζί θέλω να τα πούμε όλα.

Την διάβασα τη συνέντευξη στην αλβανική εφημερίδα και μου άρεσε.

Απ: Θα σας πω κι εσάς, όσα ξέρω κι όπως τα θυμάμαι. Τελευταία παρακολούθησα σε τηλεοπτική εκπομπή τοπικού καναλιού το διάλογο για τα πολλά τρεξίματα που έγιναν κάποτε για την εξασφάλιση της παραδοσιακής δροπολίτικης στολής. Μου έκατσε καρφί η σιωπή του ομιλητή για το ρόλο μου. «Ξέχασε» που τότε εγώ έτρεχα μπροστά κι αυτός με ακολουθούσε πίσω;!

Ερ: Πού βρίσκονται τώρα οι στολές;

Απ: Ρωτάτε εκείνον. για να σας πει πού πήγαν. Ποιος και πού τις πούλησε τις ωραίες ενδυμασίες, (σίτες, ποδιές, μπαρμπούλια, τσιολιάδικα…) Έπρεπε να κλειδώνονταν το Μέγαρο Πολιτισμού, για να μην έβγαινε έξω ούτε μύγα.

Ερ: Με αυτές φοριόταν τότε οι φολκλορικοί όμιλοι;

Απ: Μάλιστα. Και με άλλες, που φύλαγε ο κόσμος στις ντουλάπες και στα σεπέτια του σπιτιού του. Από τον τόπο μας πέρασαν εκατοντάδες αντιπροσωπείες: Υπουργοί, Πρωθυπουργοί… Μας ειδοποιούσαν από πάνω και στη στιγμή ετοιμάζαμε τα φολκλορικά γκρουπ για το καλωσόρισμα στη Δερβιτσιάνη είτε αλλού. Δεν είναι καθόλου κακό που ακόμα και σήμερα διατηρείται αυτή η παράδοση. Είναι ωραία.

Ερ: Πέρασαν πολλά χρόνια για  να ολοκληρωθεί το Μέγαρο Πολιτισμού.

Απ: Αν δεν ήμουν αντιπρόεδρος συνεταιρισμού και αν δεν ξελαρυγγίζονταν και ο Μήτσιος, ο άνδρας μου, το Μέγαρο θα έμενε γιαπί. Θα έχτιζαν ακόμα και σήμερα τα πουλιά φωλιές στους τοίχους του. Με τον Τάκη Σώκο κουβαλήσαμε όλη την ξυλεία από τους Αγίους Σαράντα. Φτάσαμε στην Κορυτσά για να βρούμε και να φέρουμε τα εργαλεία για την περιστρεφόμενη σκηνή, κλπ, κλπ.

Ερ: Έγιναν, όμως, έξοδα βασιλικά.

 Απ: «Έφαγε» λεφτά με την ψυχή η κατασκευή του Μεγάρου. Πάρα πολλά και ο εξοπλισμός του. Λογάριασε, πενήντα μέτρα κουρτίνες βρισκόταν μόνο μέσα στη σκηνή, τούλια, μου είπες, σου είπα… Ακόμα και το πετσετάκι του γλυκού δεν έλλειψε.

Ερ: Σας ακούμε να «παραπονιέστε» ακόμα και σήμερα, λέγοντας «δεν έχω την απαιτούμενη μόρφωση».

Απ: Με μαράζωνε αυτό το κενό, όχι ψέματα. Παρόλα ταύτα, με έβαλαν σε μια θέση. Αξιοποίησαν το ενδιαφέρον που έδειχνα, για τον κόσμο και τη μανία, το πάθος μου για να του λύσω τα προβλήματα.

Ερ: Πώς δουλεύουν τα στελέχη σήμερα;

Απ: Πρώτα να πω πώς δουλεύαμε εμείς, τότε. Στα 16 χρόνια, που ήμουν βουλευτίνα, κατέβαινα στον κόσμο ολοένα και λογοδοτούσα. Του έλεγα τα ίδια. Την τελευταία φορά, στην Επισκοπή, αράδιασα ένα τσουβάλι λάθη: «Ούτε το νοσοκομείο φτιάξαμε, ούτε το δρόμο κατασκευάσαμε, ούτε τα φώτα ταχτοποιήσαμε, ούτε το νερό φέραμε στο χωριό». Ντροπή δεν ήταν;! Το ίδιο μαύρο χάλι βλέπω και σήμερα. Τα στελέχη υπόσχονται αδιάντροπα. Λένε ένα σωρό πράγματα και δεν κάνουν τίποτα. Όπως το ακούτε. Τίποτα. 

Ερ: Τι φταίει;

Απ: Βασικά η ανευθυνότητα. Μωρέ άνθρωποι του Θεού, λέω στο Μήτσιο, στο Σπύρο, στο Βαγγέλη…, καθίστε σε ένα τραπέζι, πείτε τι φταίει και τι προβλήματα έχουμε και λύστε τα, τα έρημα! 50 χρόνια τα αφήσαμε άλυτα εμείς, τώρα άλλα 20 χρόνια εσείς. Πού θα πάει αυτό το χάλι;! Φταίει και η ιδιοτέλεια. Τα στελέχη μας, αντί να διεκδικήσουν το μέλλον του τόπου, διεκδικούν το μέλλον του εαυτού τους. Βλέπετε, εδώ σε ετούτο σπίτι ζω 60 χρόνια, και είμαι ακόμα με τα ποντίκια. Δεν μπόρεσα να βάλω πρόκα. Βοήθησα κόσμο και κοσμάκη που δεν είχε πλάτες.

 Ερ: Μα, ο δημοσιογράφος των Τιράνων σας κατηγορεί ότι είστε πλούσια… με βίλες στα Τίρανα και στη Θεσσαλονίκη…!

(Γελάει).

Απ: Με τη συνέντευξη, που έδωσα στην αλβανική εφημερίδα, του έστειλα ραβασάκι. Του είπα, εντάξει. Άκουσες διάφορα για μένα, μα προτού γράψεις, έλα παιδί μου και διασταύρωσε τα στοιχεία στη Βίτα. Έλα να δεις από κοντά πώς οι βίλες στα Τίρανα και στη Θεσσαλονίκη συρρικνώνονται στα 50 τετραγωνικά μέτρα ενός εκατόχρονου χαμόσπιτου στη Δερβιτσιάνη.

Ερ: Γιατί δεν βάλατε κι εσείς πλάτη να βοηθήσετε στο νέο σύστημα;

Απ: Πρώτα δεν είχα την ηλικία. Μετά ο κόσμος με ήξερε με τον Ενβέρη και το θεώρησα λογικό να μην ανακατευτώ πια με τα κοινά, γιατί δεν θα έπειθα. Κι έκατσα στα αβγά μου. Σε όλα τα συστήματα να είναι οι ίδιοι πρώτοι;! Σάμπως δεν πάει αυτό το πράγμα…

Ερ: Με ποια από τις πολιτικές, που ασκούνται σήμερα στη Μειονότητα, συμφωνείτε;

Απ: Με καμιά. Διαφωνώ ριζικά με όλες. Μας σκόρπησαν σαν το ζουρλό κοπάδι. Σιχάθηκα τη διάσπαση. Στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, ανακατεύτηκαν τόσο πολύ τα πράγματα, που ο κόσμος δεν ήξερε τι να ψηφίσει. Από πού να βαϊσει. Αν ήμασταν ενωμένοι, θα βγάζαμε άφοβα πέντε – έξι βουλευτές. Και θα βογκούσε το Κοινοβούλιο από τη φωνή μας, όπως κάποτε.

Ερ: Πώς βλέπετε  την ένταξή μας στα αλβανικά κόμματα ή τη συνεργασία μας με αυτά;

Απ: Διαφωνώ με την ένταξη, συμφωνώ με τη συνεργασία, αλλά μετά τις εκλογές και υπό όρους. Ποτέ δεν πρέπει να κοιτάζουν την καρέκλα τα στελέχη μας! Κι όμως, για την καρέκλα, που  έγινε ένα με το πετσί τους, όλα τα σμπαραλιάζουν.

Ερ: Είπατε προηγουμένως ότι βοηθήσατε κόσμο και κοσμάκη. Πείτε μας κάποιο συγκεκριμένο παράδειγμα;

Απ: Μόνον ένα…;! Όταν, λόγω έλλειψης καυσίμων, απαγορευόταν να νοικιάζει ιδιώτης το φορτηγό του συνεταιρισμού και να κουβαλάει πέτρα και χαλίκι σπίτι του, εγώ πατούσα το «νόμο», το νοίκιαζα. Μακάρι να έφτιαχνε ο κόσμος. Σχολείο για τα παιδιά μου ζητούσαν κάποιοι, φύτρωνα μαζί με αυτούς στα γραφεία, ώσπου να λύνονταν το πρόβλημα. Από την Τσιάτιστα, ακόμα και σήμερα, μου στέλνουν χαιρετισμούς, ο Κατσιάνι από το Λιαζαράτι (ένα φεγγάρι εκπροσώπησα στη Βουλή και το χωριό του) μου φέρνει ακόμα τυρί, γάλα και ρίγανη του βουνού στο σπίτι… Θέλω να πω ότι, ποτέ δεν κοίταξα τον εαυτό μου, όπως κάνουν σήμερα.

Ερ: Πού βρεθήκατε την χρονική περίοδο που έπεφτε το προηγούμενο σύστημα;

Απ: Στα Τίρανα, στο γιό μου. Καθίσαμε στον καναπέ και με συμβούλεψε: «Το σύστημα πέφτει κι ήσουν στέλεχός του. Τώρα, είναι λογικό, κάποιοι να σε δουν με άλλο μάτι…». Μου περίγραψε όλη την κατάσταση, όπως την είχα υπόψη κι εγώ. Όμως, σας λέγω: Στα 20 χρόνια δεν με ενόχλησε κανείς. Μάλιστα, είναι πολλοί αυτοί, που με πλησιάζουν και μου χτυπάν την πλάτη. Το κυριότερο είναι, ότι δεν ανακατεύτηκα με τη σιγκουρίμη. Μόνο μια καλημέρα είχα με τους αστυνομικούς. Τίποτε άλλο.

Ερ: Ανοίξατε μεγάλο θέμα. Πώς βλέπατε τους καταδότες;

Απ: Τους πολλούς δικούς μας καταδότες, πείτε καλύτερα, που μας έβλαψαν πολύ. Έλεγα σε συγχωριανό μας, που είχε ανοικτό μυαλό και τον εκτιμούσα ιδιαίτερα: «Πρόσεχε μην σχολιάζεις στον κάμπο αυτά που ακούς και βλέπεις στην τηλεόραση! Διάλεξε την παρέα σου!». Μετά από λίγες μέρες, μαθαίνω ότι τον βάλανε μέσα. Συγχωριανοί μας τον κάρφωσαν.

Ερ: Κι αν δεν ήταν ο δάσκαλος, ο Μήτσιος «ξέφραγο αμπέλι;!».

Απ: Μόνο…;! Με όσα έσπερνε κάθε μέρα πέρα – δώθε, άλεθε, ήταν για κρέμασμα. Από μένα τον άφηναν έξω. Με καλούσαν συνέχεια στη Dega και μου έλεγαν να του μαζέψω τα λουριά, να του κλείσω το στόμα, να του βάλω γνώμη. Άκουγε, μαζεύονταν αυτός;! Με τίποτα!

Ερ: Κάποτε, τα έκανε μούσκεμα με τον Πρώτο Γραμματέα της Κομματικής Επιτροπής της Επαρχίας.

Απ: Βλέποντας τις σβουνιές στην πιάτσα του χωριού, μας λέει ο Ράπο: «Κρίμα, μια τόσο ωραία πλατεία να είναι γεμάτη σβουνιές!». Άντεχε ο Μήτσιος τέτοια;! Του ρίχνεται: «Σύντροφε Ράπο, δεν μας τα λέτε καλά! Το χωριό θα έχει σβουνιές, γιατί έχει ζώα». Ο Ράπο μετά: «Θα το κοπαδοποιήσουμε το βιο, ακόμα και τα γομάρια. Είναι απόφαση του κόμματος. Για να διευκολυνθεί η γυναίκα και να είναι καθαρή η πιάτσα». «Το αντίθετο θα συμβεί, του απαντάει ο Μήτσιος. Αν το σπίτι δεν θα έχει γομάρι, τότε θα ζαλωθεί η γυναίκα τα ξύλα, το νερό…». Αποφασίζει να τον πάψει από δάσκαλο. Όταν μαθαίνει, που ήταν ο άντρας μου,  αναιρεί την απόφαση.

Ερ: Η ψεύτικη ενημέρωση τότε πήγαινε σύννεφο.

Απ: Μάλιστα. Και το κέντρο την παραδεχόταν, συμφωνούσε. Π.χ., στην περίοδο της κοπαδοποίησης του βιου δήλωναν ότι η πρωτοβουλία πέτυχε, κι ότι ο κόσμος «κολυμπάει στο γάλα». Δίνω τα πραγματικά στοιχεία στον Πρώτο Γραμματέα της Κομματικής Επιτροπής της Επαρχίας μας, μετά από σύσκεψη με το λαό της Δερβιτσιάνης και παρατηρώ κάποια δικά μας στελέχη να με κοιτάν σαν οχιές. Έτοιμα να με φάνε μαζί με τα τσάβαλα.

Ερ: Δηλαδή, εσείς διαφωνήσατε με την απόφαση για την κοπαδοποίηση του βιου;

Απ: Είπα, τότε, σε δύο δικά μας στελέχη, που τα συνάντησα τυχαία στα Τίρανα: «Μετά από την κοπαδοποίηση του βιου φτώχυνε το χωριό και τώρα ο χωριάτης θα κατέβει στην πόλη να πάρει τυρί… Είμαι της γνώμης να πάμε στο Φώτο Τσιάμι, να του πούμε ότι είναι λανθασμένη η απόφαση». «Μωρέ, μου λέει ο ένας από τους δύο, εσύ είσαι τρελή. Αν πάμε και πούμε τέτοια πράγματα, θα μας βάλουν αμέσως τα παπούτσια ανάποδα και μετά τη σκούπα». Και δεν επήγαμε. Κι όμως, εγώ έτρεφα μέσα μου την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο. 

Ερ: Πότε συναντήσατε για πρώτη φορά τον Ενβέρη;

Απ: Το χίλια εννιακόσια εβδομήντα τέσσερα, όταν έγινα βουλευτίνα. Μετά είχα την ευκαιρία να τον ανταμώνω δυο φορές το χρόνο, όταν μαζεύονταν η Βουλή. Καθώς συναντούσε το προεδρείο, μου έρχονταν η σειρά κι εμένα. Μιλούσαμε καλά ελληνικά, εγώ θαύμαζα την προφορά του. Δεν ξέρω, όμως, γιατί στην ομιλία του το 1978, στη Γράψη είπε: «Εγώ ο Ενβέρης δεν ξέρω ελληνικά και τώρα do të flas shqip». Και συνέχισε την ομιλία του στα αλβανικά.

Ερ: Χωρίς να γνωρίζετε καλά τα αλβανικά, πώς επικοινωνούσατε στο Κοινοβούλιο;

Απ:Ανακάλυψα έναν περίεργο δικό μου τρόπο, για να επικοινωνώ με τους σύνεδρους. Μετάφραζα την σκέψη μου στην αλβανική και την έριχνα στο χαρτί με ελληνικούς χαρακτήρες. Ορισμένες δύσκολες λέξεις, τις υπογράμμιζα για να τις προσέχω περισσότερο στο διάβασμα.

(Ξεκαρδιζόμαστε και οι δυο στα γέλια. Μάλιστα οι τρεις, γιατί ήταν και η Σιούλα, η κόρη της μαζί μας).

Με καλούν σε συνέδριο συνεταιρισμών. Κι εκεί τα ίδια. Όμως, δεν ξέρω γιατί η ομιλία μου χειροκροτήθηκε θερμά. Στο διάλειμμα αντιπρόσωπος από το Βορρά με πλησιάζει και μου λέει. «Të lumtë goja shoqe kryetare. Ç’farë diskutimi qe ai!». Εγώ σιωπή. Με τα σάτρα – πάτρα μου τι να του έλεγα;!

Ερ: Αν ενδιαφέρονταν τότε, το ίδιο, όλα τα στελέχη για τον κόσμο;

Απ: Χωρίς να μπούμε στα βαθιά, να σας αφηγηθώ ένα περιστατικό: Η Λένκα Τσιούκο, μέλος του Πολιτικού Γραφείου, έρχεται για επίσκεψη στη Δερβιτσιάνη. Ενώ τα μαγαζιά ήταν καύκαλο, δεν είχαν λάδι, ζάχαρη, μακαρόνια, καφέ… κι ο κόσμος, παράλληλα με τα τρόφιμα, της ζήτησε κι εσώρουχα, αυτή μπαίνει στο μαγαζί, βγάζει από την τσάντα τη μόστρα και αγοράζει 25 μέτρα πανάκριβο ύφασμα για στρώματα για τα κορίτσια της, που ήταν για παντρειά. Κούνια που μας κούναγε! Αυτό ήταν τότε κι εγώ νόμιζα ότι όλοι ήταν σαν κι εμένα. Με το σταυρό στη μπάλα. 

Ερ: Κάποιο άλλο παρόμοιο γεγονός;

Απ: Δεν σας είπα το νοστιμότερο. Σαν αντιπρόεδρος της Λαϊκής Βουλής που ήμουν, μου ήρθαν κάποιο τροπάρι επιστολές από μια Οργάνωση των Ενωμένων Εθνών και μου ζητούσαν να απαντήσω σε ερωτήματα. Έγραφαν ότι οι πολιτικοί κρατούμενοι στην Αλβανία πρέπει να αφεθούν ελεύθεροι, ότι η ισχύουσα νομοθεσία δεν είναι σωστή κι άλλα τέτοια. Παίρνω το λεωφορείο, μετά το τρένο και με τα γράμματα παραμάσκαλα φτάνω στο Ρίτα Μάρκο. Ρίχνει μια γρήγορη ματιά στις επιστολές, με κοιτάει στα μάτια και μου λέει: «Γι’ αυτές πήρες τον κόπο κι ήρθες μέχρι εδώ; Ξέρεις τι είναι αυτή η οργάνωση;». «Όχι». «Η πιο αντιδραστική στην οικουμένη». Συνόδευε την ομιλία του και με χειρονομίες για να γίνει πιο πειστικός. «Μην νοιάζεσαι καθόλου. Ας γράφουν». «Αν μου στείλουν κι άλλες τι να κάνω;». «Να τις μαζέψεις μπαλάκι και να τις κάψεις στη σόμπα! Αυτό να κάνεις!». Καταλάβατε τώρα;! Τέτοια στελέχη βρισκόταν δίπλα στον Ενβέρη.

Ερ: Τι αναμνήσεις διατηρείτε από την επίσκεψη του Πρωθυπουργού, Μεχμέτ Σέχου, στη Δερβιτσιάνη;

Απ: Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη επίσκεψη κορυφαίου κυβερνητικού στελέχους στο χωριό μας. Ήρθε να συμμετάσχει στην ετήσια ανάλυση του συνεταιρισμού. Ενώ προχωρούσε προς το κέντρο του χωριού, στις καπνοφυταριές πλάι στο καινούργιο σχολείο που χτίζονταν τότε, βλέπει έναν ταξίαρχο να κάθεται όρθιος πάνω από το κεφάλι των γυναικών που δούλευαν. Στάθηκε και μας λέει: «Ποιος είναι εκείνος ο κόκορας που, πάνω από το σωρό της κοπριάς ελέγχει τις κότες;! Αύριο κιόλας να αντικατασταθεί από γυναίκα!». Τη σύσκεψη ο Πρωθυπουργός τη μετέτρεψε κυριολεχτικά σε διάλογο. Από τον τρόπο πώς ρωτούσε και πώς μιλούσε, φαινόταν ότι γνώριζε καλά τα γεωργικά ζητήματα. Στην ομιλία του υποσχέθηκε ότι  σύντομα ο κάμπος της Δρόπολης θα έχει πλήρη αρδευτικό δίχτυο, η γεωργία θα μηχανοποιηθεί, κλπ. Μίλησε και για την άμυνα. Ότι θα γίνει σοβαρή επένδυση για την οχύρωση του τόπου. Μετά από κάμποσον καιρό φύτρωσαν στον κάμπο και στα βουνά μας χιλιάδες πολυβολεία, οχυρά. Μίλησε και για τη χειραφέτηση των γυναικών, με την πεποίθηση ότι η Δροπολίτισσα θα αγκαλιάσει πρώτη αυτή την πρωτοβουλία.  

Ερ: Συναντιόσασταν με αντιπροσωπείες από πολλά μέρη του κόσμου. Πώς αισθανόσασταν  όταν έλαχε να συναντηθείτε με Ελληνική αντιπροσωπεία;

Απ: Να σας πω. Όταν αντάμωσα τον Παπούλια, μετά τον Γλέζο, τον Αλευρά, τον Γεωργίου και δεν μου δόθηκε η ευκαιρία να μιλήσω όπως ήθελα με τα αδέρφια μου, ένιωσα άβολα. Σε κάθε συνάντηση κάποιον θα είχα πλάι μου, για να ελέγχει το διάλογο. Ή θα έκανε τη δουλειά του ο κοριός.

Ερ: Λέτε ότι δεν μιλήσατε άσχημα ποτέ και  για κανέναν.

Απ: Αυτή είναι η αλήθεια. Για μένα, όμως, ξεστόμισαν ακόμα και μέσα στην Ελληνική Πρεσβεία, για να μην μου παραχωρησεί θεώρηση για την Ελλάδα. Με βοήθησε πολύ, έγινε τότε κομμάτια ο Θωμάς Σιάρρας, ο πρόεδρος της Ομόνοιας στο Παράρτημα των Τιράνων. Όταν έμαθε το συμβάν «ή σε ξέρω εγώ ή κανένας άλλος», μου λέει και πηγαίνει στην Πρεσβεία και μου φέρνει το διαβατήριο με ετήσια θεώρηση και με ειδικό σημείωμα γραμμένο πάνω του.

Ερ: Τι ήταν ο Ραμίζ Αλία για σας;

Απ: Έξυπνος, αλλά πονηρός. Έχω μια πικρία από τον Ραμίζι. Κατά την επίσκεψή του, στην Αλβανία, ο Έλληνας δημοσιογράφος, Παντελής Παντελέων συνάντησε κι εμένα. «Έχω μια ιδέα, μου λέει τη στιγμή που θα χωρίζαμε. «Για πείτε τη;!». «Εσείς πρέπει να επισκεφτείτε την Ελλάδα και η Μελίνα να επισκεφτεί την Αλβανία προτού τον Παπούλια». Αφού έβλεπα κάπως χαλαρή την πολιτική κατάσταση, δέχτηκα την πρόταση. Θέλεις εσύ, μετά από λίγες μέρες, έφτασε η πρόσκληση στο Προεδρείο της Λαϊκής Βουλής. Τους ήρθε το μυαλό σφοντύλι και βάζουν τον Πρώτο Γραμματέα της Κομματικής Επιτροπής της Επαρχίας,  να μου κάνει «ανάκριση». «Μας έχεις μπερδέψει άσχημα, μου λέει στο γραφείο του. Έχεις παραδεχτεί να επισκεφτείς την Ελλάδα;!». «Ναι, του απαντώ, αφού επέμενε ο Έλληνας δημοσιογράφος». «Τι απάντηση να δώσουμε τώρα, όμως;!». Στην αρχή με έκαμε κουρέλι, μετά το γύρισε: «Σε πόσες μέρες μπορείς να προετοιμαστείς για την επίσκεψη στην Ελλάδα;». Πήρα θάρρος και εγώ και του λέω: «Σε πέντε μέρες. Όσο να φτιάξω μια καμπαρντίνα κι ένα ζευγάρι παπούτσια, γιατί είμαι ζόρκα». Χάρηκα και καρτερούσα. Πέρασαν πέντε μέρες, δέκα, δεκαπέντε, είκοσι. Περνάει μήνας. Τίποτα. Προτού μπούμε σε σύσκεψη του προεδρείου του συνεταιρισμού στη Δερβιτσιάνη με πλησιάζει ο Γραμματέας της Κομματικής Επιτροπής της Επαρχίας, με παίρνει σέμερια και μου λέει: Αν σε ρωτήσει κανείς για κάποιο τηλεγράφημα που στάλθηκε προς την Ελλάδα, θα πεις: Εγώ το έστειλα. Το περιεχόμενό του είναι: «Τώρα για τώρα δεν μπορώ να επισκεφτώ την Αθήνα. Με την πρώτη ευκαιρία θα ανταμώσουμε». Το κατάλαβα, η πονηριά του Ραμίζι ήταν. Ποιανού άλλου θα ήταν;!

Ερ: Ωραίο.

Απ: Ωραίο για σήμερα, όμως, τότε εμένα μου κόπηκαν τα ύπατα.

Ερ: Τι σας συνέβηκε,  όταν έβαλαν τον ανιψιό σας φυλακή;

Απ: Τότε ήμουν ακόμα βουλευτίνα. Με συγκλόνισε το επεισόδιο. Ολοένα, για να μην έκανα λάθη, συμβουλευόμουν κάποιον γνωμικό. Αυτή τη φορά προτίμησα έναν πρώτο ξάδερφό μου. Τον ανταμώνω και του λέγω την ξεροκεφαλιά μου: «Σκέφτομαι να πάω να ενδιαφερθώ στα Τίρανα». «Μπα, με συμβουλεύει, μην κάνεις τσιάπι. Χάθηκε που χάθηκε η φαμίλια του αδερφού σου, θέλεις να χαθεί κι η δική σου τώρα;!». Κι έκανα πίσω. Έμπασα τα νύχια μέσα, να μη μου τα βλέπανε. 

Ερ: Όταν άνοιξε η Κακαβιά, κατά την εκτίμησή σας, πώς θα έπρεπε να μας υποδεχτεί, εμάς τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες, η Ελλάδα;

Απ: Με την παραχώρηση, την ίδια στιγμή, της ελληνικής ιθαγένειας.

Ερ: Πώς κρίνετε την απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης για την παραχώρηση της ελληνικής ιθαγένειας σε αλλοδαπούς;

Απ: Δεν πρέπει η Ελλάδα να δώσει ιθαγένεια σε Αλβανούς, σε Σκοπιανούς, σε Βουλγάρους. Γιατί είναι γείτονες. Τι τη θέλει ο Αλβανός την  ελληνική ιθαγένεια όταν το πρωί παίρνει το λεωφορείο στην Αθήνα και το βράδυ βρίσκεται στα Τίρανα! Αυτό οι Έλληνες πολιτικοί το κάνουν καθαρά για ψηφοθηρικούς λόγους. Μετά, η Ελλάδα, δεν παραχώρησε ακόμα την ελληνική ιθαγένεια, σε όλους τους Βορειοηπειρώτες.

Ερ: Αν θυμάστε τι συνέβηκε κατά την επίσκεψη στη Δρόπολη του Αντώνη Σαμαρά;

Απ: Έβγαλε το κεφάλι η πονηριά των Αλβανών. Ενώ, δεν ήμουν στο πρωτόκολλο, για να τον υποδεχτώ κι είχα μπει στο Μέγαρο Πολιτισμού με δική μου πρωτοβουλία, μου πρότειναν, σαν πρόσωπο με κύρος, να θέσω το «τσάμικο», εάν ο Σαμαράς έκφραζε κάποιο παράπονο για την Μειονότητα.

Ερ: Καρφί ήταν αυτό.

Απ: Μόνο καρφί;! Τις ήξερα όλες τις μουρνταριές τους. Μπα, τους λέγω. Εγώ δεν είμαι σε θέση να χειριστώ αυτό το ζήτημα. Μετά, δεν είμαι και στο πρωτόκολλο. Ήρεμα ξεμπέρδεψα.

Ερ: Αν υπάρχει και συνέχεια;

Απ: Το άλλο είναι, ότι ο τότε Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Επαρχίας είχε ετοιμάσει σχέδιο για ροκάνισμα του χρόνου. Να κρατούσε με ψητά και με ποτά, με γλέντι το Σαμαρά στο Αργυρόκαστρο, όπως πριν από δύο – τρία χρόνια νωρίτερα, τον Παπούλια. Ώστε η αντιπροσωπεία να περνούσε από τη Δρόπολη αργά το βράδυ, όταν στους δρόμους δεν θα υπήρχε ψυχή. Ο Σαμαράς γάτα. Γύρισε το ποτήρι και σηκώθηκε στο πόδι. Νομίζω, δεν πήγε στην Παιδαγωγική Σχολή. Ήρθε κατευθείαν στη Δερβιτσιάνη.

Ερ: Τι ήταν ο Αντώνης Σαμαράς…; Πώς τον περίμενε ο κόσμος;

Απ: Για μένα, ήταν ήρωας και ο κόσμος…, μπράβο του! Δεν μπορείς να  φανταστείς τον ενθουσιασμό του κόσμου. Έμπασαν το Σαμαρά στο Μέγαρο Πολιτισμού και του έβγαλαν μπροστά χορούς και τραγούδια. Δίπλα μου τον ένιωθα να κάθεται πάνω σε καρφιά. Δεν είχε το νου του στην εκδήλωση. Κάποια στιγμή βλέπω έναν συνοδό του να τον πλησιάζει και να  του λέει: «Τη βρήκαμε, τη βρήκαμε».

Ερ: Τι βρήκαν;

Απ: Την εκκλησία. Ένα σήκωμα κάνει ο Σαμαράς και βγαίνει από την αίθουσα. Έξω ο κόσμος, χωρίς να ανοίξει στόμα, προσπαθούσε να τον αγκαλιάσει. Πήγε στην εκκλησία, γύρισε στην πλατεία, ανεβαίνει στο αυτοκίνητο και μετά από σκόπιμη παράκαμψη, επιστρέφει μεσοδρομίς η πομπή από τα Σωφράτικα και κατευθύνεται προς το σχολείο της Γοραντζής, όπου περίμενε την αντιπροσωπεία το προσωπικό του σχολείου, μαθητές και πλήθος κόσμου.

Ερ: Μετά από την επίσκεψη Μητσοτάκη στον τόπο μας ξεκινάει ο μαζικός ξεριζωμός.

Απ: Τότε, που ο κόσμος μας έφευγε, εγκατέλειπε τον τόπο του, η Ελλάδα έπρεπε να προλάβει το κακό. Να μας αγκάλιαζε, να έκανε πράγματα…, ένα εργοστάσιο του γάλατος, άλλο για παραγωγή μακαρονιών… Έχουμε τόπο εδώ εμείς για να ζήσει η Μειονότητα, αλλά κάτω από τον ίσκιο της Ελλάδας.

Ερ: Λέτε, αν κατάλαβα καλά, ότι η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να λύσει τα προβλήματά μας.

Απ: Μάλιστα, στο άψε σβήσε. Και να μας οργανώσει μπορεί. Αλλά…, δεν ξέρω τι την εμποδίζει…! Τι την ενοχλεί…!

Ερ: Παρότι μεγαλοχώρι  η  Δερβιτσιάνη, συνήθως τα πρωτεία, την εξουσία μας την παίρνατε εσείς, οι Γοραντζινοί. Εσύ, ο Σιάρρας, ο Κουρούνης κι άλλοι. Ο Ντούλες  κοντεύει να κλείσει 20 χρόνια αρχηγός.

Απ: Μάθε το από μένα. Οι Δερβιτσώτες είναι ντόμπροι, ευκολόπιστοι, ενώ οι Γοραντζινοί είναι παμπόνηροι. Οι παλιοί ήταν δουλοπρεπείς, οι νέοι είναι συμφεροντολόγοι.

Ερ: Ποια είναι η  γνώμη σας  για τον σημερινό έπαρχο της Κάτω Δρόπολης;

Απ: Θέλω να μη λερώσεις τα χέρια, να μη μπλέξεις, να είσαι αντάξιος, του ευχήθηκα όταν κέρδισε το χρίσμα. Μου ήρθε καλά που τότε ένωσε τον κόσμο. Όμως, δεν το κρύβω, μου κακοφάνηκε πολύ όταν έμαθα ότι κλείνει την πόρτα στο Σπύρο Ξέρρα, στο σημερινό βουλευτή και Υπουργό, που ζητάει συνεργασία. Θύμωσα, ακόμα περισσότερο, όταν έμαθα ότι απέκλεισαν το Σπύρο να μιλήσει στη γιορτή της Ομόνοιας.

Ερ: Μα, ο Σπύρος, παραστράτησε. Ξύπνησε μια καλή πρωία σε «αντίπαλο» στρατόπεδο, ξεχνώντας μύριους όρκους στο όνομα της Ομόνοιας και αναθεματισμούς προς δικούς μας που εντάχτηκαν, πολλά χρόνια πριν από αυτόν, σε αλβανικά κόμματα.

Απ: Από τη στιγμή που εγώ παραδέχομαι μόνο την Ομόνοια σαν εκπρόσωπο του Ελληνισμού, είναι κατανοητό ότι δεν συμμερίζομαι βιαστικές πρωτοβουλίες, που έχουν κύριο στόχο τα ιδιοτελή συμφέροντα.  Όμως, αφού τον ψήφισε ένα μεγάλο κομμάτι του κόσμου μας, δεν μπορώ να μην σεβαστώ αυτή την απόφαση.

Ερ: Η παραπέρα διάσπαση στο χώρο μας δημιούργησε συνθήκες για ίδρυση ελληνικού κόμματος.

Απ: Άντε, πού είναι το να σε χαρώ! Να είναι, όμως, όλων μας, όχι ορισμένων. Και να λύνει προβλήματα. Βασικό είναι, να το απαρτίσουν νέα πρόσωπα. Γιατί με υλικό του παρελθόντος, δεν φτιάχνεις μελλοντικό όραμα. Λες να το αφήσουν να περπατήσει…;! Αν το αφήσουν θα είναι θαύμα…!

Ερ: Διαπιστώνετε λάθη στη σταδιοδρομία σας;

Απ: Άνθρωπος αλάνθαστος δεν υπάρχει. Όμως, τα λάθη μου, δεν έβλαψαν κανέναν. Προσκυνώ μπροστά στην καντήλα και νιώθω την ψυχή μου αναπαυμένη.

Ερ: Τι ήταν το πρώην σύστημα και τι είναι ετούτο τώρα;

Απ: Βλέπω, μου βάζεις δύσκολα. Είχα πει επανειλημμένα: εάν το προηγούμενο σύστημα δεν θα είχε την πάλη των τάξεων, το κλείσιμο στο τσόφλι του, τους χαμηλούς μισθούς, τα ανίκανα στελέχη στην κορυφή, κλπ, κλπ, θα ήταν τελείως διαφορετικά τα πράγματα. Είχε ψυχή το πρώην σύστημα, είχε ένωση, την ησυχία, την οικογένεια, την ποιοτική δημόσια παιδεία και υγεία… Σε τούτο, το νέο σύστημα, εμείς σαν Μειονότητα, πάθαμε μεγάλη ζημιά. Άδειασε ο τόπος μας. Το πρώην σύστημα, μας είχε αλήθεια, αλυσοδεμένους, ετούτο τώρα όμως, μας αμόλησε… Να πάμε πού;!

Ερ: Μα για την  Ελληνική Μειονότητα τι ήταν;

Ότι κακό είχε το πρώην σύστημα, ήταν κοινό κακό για όλους τους Αλβανούς πολίτες. Επομένως και για εμάς τους Έλληνες της Αλβανίας. Όμως, εμείς δεν πρέπει να ξεχνάμε το τσουρέκι που τρώγαμε, όταν τα άλλα χωριά τα έπνιγε η μαμάτσα. Ούτε τον ασφαλτοστρωμένο δρόμο στην είσοδο των περισσότερων χωριών, τα εμπορικά συγκροτήματα, τα σχολεία, τους βρεφικούς και παιδικούς σταθμούς, τις εστίες πολιτισμού, τον καλύτερο ανεφοδιασμό, το καλύτερο μεροκάματο στους συνεταιρισμούς μας… Γιατί πρόσεχε περισσότερο τη Μειονότητα, ποια ήταν η πολιτική σκοπιμότητα του πρώην συστήματος;! Αυτή είναι μια άλλη ιστορία. Τώρα, όμως, τι κάνουμε;! Εγώ απελπίστηκα πολύ…!!!!

Ερ: Βλέπετε να άλλαξαν προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο οι άνθρωποι και η ανθρώπινη συμπεριφορά;

Απ: Να σας το εξηγήσω αυτό με ένα συγκεκριμένο προσωπικό παράδειγμα: Στις μπόρες που πέρασα, κανείς δεν μου συμπαραστάθηκε. Εκτός από τον Κώστα Κουρούνη. Όταν έχασα το γιο μου, τσακίσαμε τα τηλέφωνα να βρεθεί ένα αυτοκίνητο για να με μεταφέρει στα Τίρανα. Μόνον ο Βαγγέλης Βάσος μου συμπαραστάθηκε. Είπε στο γιο του: «Πήγαινε τη θεία Βίτα στο παιδί της και φέρε πίσω το αυτοκίνητο κομμάτια!». Με τις θυσίες που είχα κάνει, δεν περίμενα τέτοια συμπεριφορά.

Ερ: Τι σας ανησυχεί περισσότερο στη γειτονιά, στο χωριό και πιο πέρα;

Απ: Με πειράζουν πάρα πολύ τα φαινόμενα της αρπαγής. Κλείνουμε τους δρόμους, ενοχλούμε, με παράνομες πράξεις, το γείτονα. (Ποιος ξέρει πόσοι γείτονες δεν κρένουν μόνον από τα λαγούμια και τα σταλάματα;!). Με τις παράνομες οικοδομές πιάσαμε την ανάσα του χωριού. Σαν να μην υπάρχουν αλλού ελεύθεροι χώροι.

Ερ: Αισθάνεστε απομονωμένη, παραγκωνισμένη;

Απ: Αρκετά. Και μου κακοφαίνεται πολύ. Δεν ήμουν εγώ το σύστημα. Εμένα, όπως και πολλούς άλλους, απλά με εκμεταλλεύτηκε το σύστημα. Όλοι τότε, θέλοντας ή μη, με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, υπηρέτες του ήμασταν. Ένα απλό γρανάζι, που έσπαγε εύκολα…! Αν σήκωνες κεφάλι, σου το έκοβαν… Ή όχι…;!

Ερ: Δεν ήσασταν το σύστημα, αλλά μέρος του συστήματος. Βουλευτίνα, «Ήρωας της Σοσιαλιστικής Δουλειάς».

Απ: Εμένα με είχαν, απλά, σαν κούκλα. Με όσο μπορούσα να καταλάβω, με κρατούσαν πλάι τους για να δημιουργήσουν την εντύπωση στους άλλους πόσο πολύ σέβονται τη Μειονότητα. Και τους τίτλους, που μου έδιναν, αυτό το νόημα είχαν.

Ερ: Μέσα στη μοναξιά τι σας λείπει περισσότερο. Μήπως τα χρήματα…;

Απ: Τα χρήματα κάνουν ντέβρι, λέμε εμείς, οι παλιοί. Δόξασει ο Θεός, ζω άνετα. Με φτάνουν και μου αφήνουν και περίσσευμα οι δύο συντάξεις. Η μια από δω και η άλλη από την Ελλάδα. Παίρνω και μια συμβολική αμοιβή παλαίμαχου του Εθνικού Απελευθερωτικού Αγώνα. Μόνον η ψυχική υποστήριξη μου λείπει. Θα μου έρχονταν καλά, αν όλα αυτά τα χρόνια, θα μου άνοιγε την πόρτα κάποιος και θα μου έλεγε: «Βίτα αγωνίστηκες σκληρά, δούλεψες πολύ, τώρα τι κάνεις;».

Σχετικά άρθρα: