Δεν είμαστε αχάριστοι

Του Θεοφάνη ΜΠΟΥΖΗ
Δημόσια απάντηση σε παρατήρηση φίλου μου
Ένας φίλος μου, Ελλαδίτης, που έχει την καλοσύνη να διαβάζει τα άρθρα μου στην Εφημερίδα «Ομογενής» και που ειλικρινά πιστεύω νοιάζεται για μας τους Βορειοηπειρώτες, συζητώντας, μου έκανε με διακριτικότητα την εξής παρατήρηση: «Ίσως, το παρατραβάς λιγάκι το σκοινί με την έντονη προβολή των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι συμπατριώτες σου στην Ελλάδα, παρουσιάζεις στα άρθρα σου μόνο την μία όψη της ζωής τους, τα προβλήματα, ξεχνάς ωστόσο την προσφορά της Ελληνικής Κοινωνίας και της πολιτείας, την βοήθεια των απλών Ελλήνων πολιτών, προς τα αδέλφια τους Βορειοηπειρώτες».
Απαντώ ευθέως και δημόσια στον φίλο μου. Εγώ προσωπικά, άλλα θέλω να πιστεύω και το σύνολο των συμπατριωτών μου, δεν είμαστε αχάριστοι. Γνωρίζουμε καλά πια είναι η συμπαράσταση, η βοήθεια και η συμπόνια της Μάνας Ελλάδας. Είμαστε διατεθειμένοι με ψυχή και σώμα, ο καθένας από το πόστο του και με τον τρόπο του, να κάνουμε πράξη τα λόγια του δικού μας Πύρου Δήμα. Για την Ελλάδα …
Ανησυχώ και γράφω για τα προβλήματα των συμπατριωτών μου (που είναι και δικά μου) παρουσιάζω απόψεις και δημοσιεύω προτάσεις, γιατί πιστεύω ατράνταχτα (δεν υπάρχει δύναμη να μου κλονίσει αυτή την πίστη), πως μας ανήκουν πλήρη δικαιώματα στην Ελλάδα ως άνθρωποι και ως Έλληνες, εμείς οι Βορειοηπειρώτες δεν είμαστε παιδιά ενός κατώτερου Θεού (όπως μας αντιμετωπίζουν σε πολλές περιπτώσεις). Το γεγονός ότι ζήσαμε στο περιθώριο επί δεκαετίες, δεν σημαίνει πως πρέπει να συνεχίσει αυτή η τραγωδία υπό νέες συνθήκες και νέους όρους. Δεν ζητάμε ελεημοσύνη. Μπορείτε να ψάξετε σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος και αμφιβάλλω αν θα βρείτε έστω και έναν ζητιάνο Βορειοηπειρώτη, το τονίζω, Βορειοηπειρώτη.
Έχουμε μάθει να δουλεύουμε σκληρά, δεν ζητιανεύουμε, αλλά απαιτούμε αυτό που μας ανήκει. Είμαστε Έλληνες με τα όλα μας (συνείδηση, πίστη, γλώσσα, ήθη και έθιμα). Όσον αφορά την γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα, τα έχουμε διαφυλάξει «παρθένα ελληνικά», απαλλαγμένα από την εμποροποίηση που έχουν υποστεί στον Ελλαδικό χώρο. Να γιατί δικαιούμαστε να αντιμετωπιζόμαστε ως Έλληνες από κάθε κύτταρο της ελληνικής κοινωνίας, από όλες τις κρατικές ελληνικές υπηρεσίες, από κάθε Έλληνα υπάλληλο. Όχι απλά για να συμφωνήσω με την παρατήρηση του φίλου μου, αλλά για του λόγου το αληθές, θα αναφερθώ στις κυριότερες παραμέτρους, που επηρέασαν την βελτίωση της ζωής των Βορειοηπειρωτών στην Ελλάδα.
Γενικές αναφορές
Πράγματι, σε ένα διάστημα λιγότερο από μία δεκαετία οι Βορειοηπειρώτες στην Ελλάδα βελτίωσαν σημαντικά τη ζωή τους, αγγίζοντας ψηλά επίπεδα, που ούτε καν θα μπορούσαν να τα φανταστούν στο πρόσφατο παρελθόν. Οι δεκάδες χιλιάδες οικογένειες Βορειοηπειρωτών, που έχουν εγκατασταθεί σε όλη την ελληνική επικράτεια, ζουν φυσιολογικά με όλες τις ανέσεις, ανταποκρίνονται πλήρως στις υποχρεώσεις τους και το κυριότερο, προσπαθούν να μεγαλώσουν μια γενιά νέων που να μην ξεχωρίζουν σε τίποτε από τα άλλα ελληνόπουλα. Ένα μεγάλο ποσοστό ομοεθνών από την Αλβανία, είναι πλέον ιδιοκτήτες οικιών, αγορασμένων ή κτισμένων με τα δικά τους χέρια. Η πλειοψηφία έχει αγοράσει αυτοκίνητο, δεν υπάρχει κανείς χωρίς καταθέσεις (έστω και ελάχιστες) σε κάποια από τις διάφορες τράπεζες. Σαν γνήσιοι Έλληνες, οι Βορειοηπειρώτες έχουν εφαρμόσει στην πράξη το αρχαίο ελληνικό ρητό: «Σημασία δεν έχει τι παίρνεις, αλλά τι σου μένει». Οι πιο άξιοι έχουν δικές τους δουλειές, ενώ οι πιο τολμηροί ασχολούνται και με το Χρηματιστήριο, για να υποστούν τις θετικές ή αρνητικές συνέπειες της πορείας του.
Ό,τι έχουν αποκτήσει, δεν έπεσε εξ ουρανού, είναι αποτέλεσμα της δουλειάς και του ιδρώτα τους. Δουλεύουν όλοι σκληρά, άνδρες και γυναίκες, διπλή βάρδια, κυνηγώντας το μεροκάματο από το πρωί μέχρι το βράδυ. Σε αυτή την εξέλιξη, σημαντική ήταν και παραμένει η βοήθεια του Έλληνα πολίτη. Ο επιχειρηματίας, ο αγρότης, ο έμπορος, ο οικοδόμος, ο εργολάβος, ο εργοστασιάρχης, γενικά ο κάθε Έλληνας εμπιστεύτηκε τα χέρια, την γνώση, τη δύναμη του αδελφού του Βορειοηπειρώτη, προσέφερε σε αυτόν εργασία, κατοικία, συμπαράσταση, συμπόνια. Το αίμα νερό δεν γίνεται…
Οι στίχοι: «Έχω μία μικρή αδελφή, την λένε Βόρειο Ήπειρο, την αγαπώ πολύ», που τραγούδησαν εκατοντάδες χιλιάδες χείλη Ελλήνων φαντάρων, όσο και αν ξεχάστηκαν, θέλω να πιστεύω ότι δεν θα σβήσουν ποτέ από την ψυχή του Έλληνα.
Θα μπορούσα να αναφέρω αμέτρητα παραδείγματα, που αποδεικνύουν την συμπαράσταση του απλού Έλληνα προς εμάς τους Βορειοηπειρώτες. Ασφαλώς και δεν ξεχνάμε αυτή την συμπαράσταση. Δεν ξεχνάμε την βοήθεια των ιατρών και των αστυνομικών, τη συμπόνια των κληρικών και των διαφόρων Συλλόγων. Για αυτές τις περιπτώσεις, ο φίλος μου έχει απόλυτο δίκιο. Στον Βορειοηπειρωτικό Τύπο έχουν δει το φως της δημοσιότητας, πολλά από τα εν λόγω παραδείγματα. Προσωπικά επέλεξα την έντονη προβολή των προβλημάτων των συμπατριωτών μου, όχι για να σκιάσω αυτή την συμπαράσταση, αλλά για περαιτέρω βελτίωση του επιπέδου ζωής τους.
Εξ άλλου, οι δικές μου ανησυχίες, προτάσεις και απόψεις, αφορούν το σύνολο και όχι μεμονωμένες περιπτώσεις και παραδείγματα. Σε αυτή την γενική βελτίωση σημαντικός είναι ο ρόλος των αποφάσεων της Ελληνικής Πολιτείας.
Οι σημαντικότερες αποφάσεις
Η Ελληνική Πολιτεία, αν και δεν έχει λύσει ολοκληρωτικά το πρόβλημα της διαμονής των Βορειοηπειρωτών στην Ελλάδα, κατά καιρούς με τις αποφάσεις της, έχει διευκολύνει την ροή των πραγμάτων σε αυτήν την κατεύθυνση. Η ελεύθερη επικοινωνία, αρχικά δια μέσω της βίζας και τώρα τελευταία με το Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς, η συνταξιοδότηση των ηλικιωμένων Βορειοηπειρωτών δια μέσω του Ο. Γ. Α., τα βιβλιάρια υγείας από την Πρόνοια για τους μη ασφαλισμένους του I. Κ. Α., είναι από τις σημαντικότερες παρεμβάσεις της Πολιτείας προς όφελος των Βορειοηπειρωτών. Ο απλός Βορειοηπειρώτης δυσκολεύεται να επωφεληθεί τα δικαιώματα που πηγάζουν από τις πιο πάνω αποφάσεις. Συμβαίνει αυτό, επειδή ένα μεγάλο ποσοστό δημοσίων υπαλλήλων, επηρεασμένο από την αντίληψη πως οι Βορειοηπειρώτες είναι ξένοι, Αλβανοί, δεν γνωρίζει και αδιαφορεί να μάθει πως γι’ αυτούς (τους Βορειοηπειρώτες) υπάρχουν ειδικές αποφάσεις. Αποτέλεσμα, το πήγαινε – έλα του Βορειοηπειρώτη για τη λύση ενός αιτήματος, που το δικαιούται με τον νόμο από την μία υπηρεσία στην άλλη, να είναι ένας ολόκληρος Γολγοθάς. Σε αυτά πιστεύω ο φίλος μου θα συμφωνήσει με εμένα.
Το πιο έγκυρο, επίσημο έγγραφο, που εξασφαλίζει σε κάθε Βορειοηπειρώτη το δικαίωμα παραμονής και εργασίας στην Ελλάδα, είναι το Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς. Προς το παρόν η ειδική αυτή ταυτότητα, αποτελεί, αν όχι την ολοκληρωτική, θα λέγαμε μια δίκαιη λύση της Ελληνικής Πολιτείας σε σχέση με τους Βορειοηπειρώτες και τα προβλήματά τους. Επιτέλους, οι Βορειοηπειρώτες αναγνωρίζονται επίσημα ως ομογενείς με τον Έλληνα πολίτη. Δυστυχώς όμως, σε πολλές περιπτώσεις, κυρίως στην επαρχία, η ταυτότητα ομογενούς αναγνωρίζεται μόνο από την υπηρεσία που την έχει εκδώσει (το Αστυνομικό Τμήμα). Οι άλλες υπηρεσίες, δημόσιες ή ιδιωτικές, με τις οποίες έρχεται σε επαφή ο κάθε Βορειοηπειρώτης για συγκεκριμένα προβλήματα (Τράπεζες, Εφορία, I. Κ. Α., Ο. Α. Ε. Δ., Πρόνοια, κ.λ.π.) δυσκολεύονται να την αναγνωρίσουν. Ζητούν επί πλέον έγγραφα αλβανικής προέλευσης, λες και γνωρίζουν καλύτερα τα αλβανικά από τα ελληνικά, λες και εμπιστεύονται περισσότερο τις αλβανικές υπηρεσίες (Αστυνομικά Τμήματα, Ληξιαρχεία, κ.λ.π.) από τα Ελληνικά Αστυνομικά Τμήματα, που έχουν εκδώσει το Ειδικό Δελτίο Ταυτότητας Ομογενούς, βάσει συγκεκριμένων προδιαγραφών.
Στο εξώφυλλο: Σε εποχή συνεταιρισμού στα αμπέλια της Δερβιτσάνης.
«Ομογενής», Μάρτιος 2001