Η Βορειοηπειρώτισσα στην σημερινή κοινωνία

Η Βορειοηπειρώτισσα στην σημερινή κοινωνία

Του Θεοφάνη ΜΠΟΥΖΗ

Είναι γνωστό, πως ο βαθμός χειραφέτησης της κοινωνίας, σε ένα μεγάλο ποσοστό, εξαρτάται από τον βαθμό χειραφέτησης της γυναίκας. Μετά τον εκδημοκρατισμό της Αλβανίας, λογικό είναι να περίμενε κανείς αλλαγή της εν λόγω παραμέτρου (βαθμού χειραφέτησης της γυναίκας) προς θετική κατεύθυνση. Δυστυχώς, η πραγματικότητα (τουλάχιστον όσον αφορά την Ελληνίδα της Αλβανίας), δεν συμπίπτει με την αναφέρουσα λογική.

Για την Ελληνίδα της Αλβανίας ή αν θέλετε την Βορειοηπειρώτισσα, ουσιαστικά έχουν εξαντληθεί και τα τελευταία αποθέματα ενεργού ρόλου, κάτι που αποδεικνύει πως η Βορειοηπειρωτική κοινότητα περνάει ίσως μία από τις πιο κρίσιμες φάσεις της ιστορίας της, ανεξαρτήτως εάν φαινομενικά η κρίση δεν είναι προς το παρόν τόσο ορατή.

Στην Αλβανία

Για να βγάλει κανείς τεκμηριωμένα συμπεράσματα, είναι απαραίτητα πλήθος στοιχείων. Στην περίπτωση, για την οποία συζητάμε, το πρόβλημα είναι τόσο διαφανές, που χωρίς τα απαραίτητα στοιχεία, μπορούμε να πούμε πως ο ενεργός ρόλος (τονίζουμε την λέξη ενεργός) της «Βορειοηπειρώτισσας» στην Αλβανική κοινωνία, κυρίως σε σημαντικούς τομείς, όπως η πολιτική, η επιστήμη, η οικονομία, είναι σχεδόν ανύπαρκτος.

Η εικόνα του χαμηλού επιπέδου, του ενεργητικού ρόλου της Ελληνίδας της Αλβανίας στην κοινωνία, οφείλεται σε δύο σημαντικές εξελίξεις:

Πρώτον: Με τον εκδημοκρατισμό της χώρας επάνω από 70 % του εργατικού δυναμικού (με την ευρύ έννοια της λέξης) των Βορειοηπειρωτών, «ξεριζώθηκε» από τις εστίες του, αναζητώντας ένα καλύτερο μέλλον, αναζητώντας μία θέση στον παράδεισο των ονείρων τους (την Ελλάδα). Το ποσοστό «ξεριζωμού» εκινείτο περίπου στο ίδιο επίπεδο και για το γυναικείο φύλλο.

Δεύτερον: Επί πλέον, είναι χαρακτηριστικό, πως οι Βορειοηπειρώτισσες απομένουσες στα πατρώα εδάφη (με ελάχιστες εξαιρέσεις) κλείστηκαν στο οικογενειακό περιβάλλον, κατά κάποιον τρόπο έπαψαν να παράγουν κοινωνικό έργο.

Οι προαναφερόμενες εξελίξεις σηματοδοτούν σήμερα την ανενεργή θέση της Ελληνίδας στην Αλβανική κοινωνία. Θα μπορούσαμε να αναφερθούμε σε εκατοντάδες παραδείγματα, που αποδεικνύουν την πιο πάνω άποψη, θα περιοριστούμε όμως, μόνο σε ελάχιστα, όχι μόνο λόγω χώρου, αλλά και γιατί πιστεύουμε πως τα παραδείγματα θα είναι αντιπροσωπευτικά και αρκετά για μία πλήρη εικόνα του προβλήματος. Λόγου χάρη, σήμερα ο κάμπος της Δρόπολης, μοιάζει ερημωμένος τόπος (αν εξαιρέσουμε τα έργα για την εθνι­κή οδό Κακκαβιάς – Αργυροκάστρου) γιατί λείπει το χέρι της Δροπολίτισσας, που χθες τον «κέντιζε» στην κυριολεξία με κόπο και ιδρώτα. Αν εξαιρέσουμε μεμονωμένες περιπτώσεις, στο σύνολό της, η Ελληνίδα της Αλβανίας, είναι απούσα από τις σημαντικές θέσεις της τοπικής και κεντρικής εξουσίας, είναι απούσα σε σημαντικούς τομείς της πολιτικής, της επιστήμης, του πολιτισμού, κ.λ.π.

Στο σημερινό αλβανικό κοινοβούλιο, υπάρχουν 5-6 βουλευτές ελληνικής καταγωγής, Καμία όμως γυναίκα. Στην σοσιαλιστική κυβέρνηση Μέτα – 2, υπάρχουν υπουργοί, υφυπουργοί, γενικοί διευθυντές ελληνικής καταγωγής, Καμία όμως γυναίκα. Απούσα είναι η ενεργή Ελληνίδα, ακόμη και στον δικό της χώρο. Στα ηγετικά κλιμάκια της Ομόνοιας, αμφιβάλλω εάν βρεις έστω και μία γυναίκα στέλεχος. Από τους κοινοτάρχες ελληνικής καταγωγής, καμία δεν είναι γυναίκα. Σε όλη την διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας, εάν εξαι­ρέσουμε την αισθητή προσπάθεια και παρουσία της κυρίας Μπεζιάνη, κανέ­να άλλο γυναικείο όνομα δεν ξεχωρίζει για ενεργό ρόλο στις πολι­τικοοικονομικές και πολιτιστικές εξελίξεις του χώρου, την στιγμή που υπάρ­χουν γυναικείες προσωπικότητες, δυστυχώς όμως, δεν δραστηριοποιούνται.

Η Ελληνίδα της Αλβανίας δεν είναι παρούσα ούτε στις προσπάθειες που γίνονται τον τελευταίο καιρό για ανανέωση της Ομόνοιας, με την πρωτοβου­λία της Επιτροπής Εθνικής Ενότητας, και ας ελπίσουμε με την συμμετοχή ό­λων των παρατάξεων και «ιδεοπολιτικών» ομάδων.

Επί της ευκαιρίας, καλώ τους αρμόδιους στην ηγεσία της Ομόνοιας, στην ηγεσία των Ελλήνων σοσιαλιστών της Αλβανίας και την Επιτροπή Πρωτοβουλίας για Εθνική Ενότητα, να λάβουν υπ’ όψη τους, πως η ανανέωση της Ομόνοιας και γενικώς η ανανέωση της Βορειοηπειρωτικής Κοινότητας, χρει­άζεται και την συμμετοχή της γυναίκας.

Στην Ελλάδα

Δεν μπορώ να πω με απόλυτη σιγουριά, εάν τελικά οι Βορειοηπειρώτισσες βρήκαν στην Ελλάδα τον παράδεισο των ονείρων που αναζητούσαν, σίγουρα όμως μπορώ να πω, πως στην ελληνική κοινωνία, απολαμβάνουν ελευθεριών και αγαθών, που ούτε καν τα είχαν ονειρευτεί στο πρόσφατο πα­ρελθόν. Πράγματι, σε ένα χρονικό διάστημα, λιγότερο από μία δεκαετία, οι Βορειοηπειρώτισσες (όπως άλλωστε το σύνολο των Βορειοηπειρωτών, που έχουν εγκατασταθεί στην Ελλάδα) βελτίωσαν σημαντικά την ζωή τους, αγγίζοντας υψηλά επίπεδα.

Σε αυτήν την προσπάθεια, οι Βορειοηπειρώτισσες, μπόρεσαν σε γενικές γραμμές να αποφύγουν τις προκλήσεις, που συνάντησαν στο νέο περιβάλλον (ζωή νύκτας, πορνεία, ναρκωτικά) κάτι που δεν συνέβη με το σύνολο των γυναικών του ανατολικού μπλοκ (Ρωσίδες, Βουλγάρες, Αλβανίδες, κ.λ.π.).

Είναι πασιφανές πως, η Βορειοηπειρώτισσα προσπάθησε και το πέτυχε σε ένα μεγάλο ποσοστό να προσαρμοστεί πλήρως με ό,τι θετικό διαφυλάττει και αναπτύσσει η ελληνική κοινωνία, απορρίπτοντας ταυτόχρονα όσο το δυ­νατόν τους κακούς δαίμονες.

Στην ελληνική κοινωνία, η Βορειοηπειρώτισσα βρήκε τον χαμένο εαυτό της, τις ρίζες της, τις παραδόσεις, τα ήθη και έθιμά της, την θρησκευτική της πίστη, το Έθνος της. Τα προαναφερόμενα αποτελούν την θετική πλευρά του νομίσματος. Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά.

Πέραν των γνωστών προβλημάτων που αντιμετωπίζει το σύνολο των Βορειοηπειρωτών, επί πλέον για τις Βορειοηπειρώτισσες είναι χαρακτηρι­στικό πως στην ελληνική κοινωνία έχει προσδιοριστεί εκ των προτέρων το επάγγελμά τους.

Ανεξαρτήτως μόρφωσης, σπουδών, ειδικότητας, παιδείας, πολιτισμού, κ.λ.π., στην πλειοψηφία τους οι Βορειοηπειρώτισσες είναι «αναγκασμένες» κατά κάποιον τρόπο να εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί, μπέϊμπι – σίτερ, κα­θαρίστριες.

Οι Βορειοηπειρώτισσες, που χθες ανήκαν στον χώρο της διανόηση έχουν χάσει πλέον την ταυτότητά τους, έχουν μεταμορφωθεί σε εργατικό δυναμικό. Δεν μιλάμε για μεμονωμένες περιπτώσεις, αλλά για ένα μέγεθος μεταμόρφωσης που σημαίνει αλλοίωση μίας ολόκληρης γενιάς διανοουμένων γυναικών. Ο γνωστός Βορειοηπειρώτης ποιητής Μηνάς Λέκκας, θέλοντας να παρουσιάσει αυτή την πραγματικότητα, μεταξύ άλλων γράφει:

… Η Χρυσάνθη ήταν δασκάλα στο χωριό εκείνον τον καιρό καθαρίζει εδώ μία σκάλα και φροντίζει ένα μωρό. Φαρμακοποιός η Λένα Και ο άντρας της γιατρός Μ’ έναν γέρο ξενυχτάνε Πότε αυτή και πότε αυτός …

    Περαιτέρω δικά μου λόγια είναι φτώχεια …

«Ομογενής», Δεκέμβριος 2001

Σχετικά άρθρα: