Η πολιτική του Γεωργίου Παπαδόπουλου για την Βόρειο Ήπειρο

Η πολιτική του Γεωργίου Παπαδόπουλου για την Βόρειο Ήπειρο

τοῦ Μάνου Ν. Χατζηδάκη, Προέδρου Δ.Σ. τοῦ Ε.ΠΟ.Κ.

Ἡ Ἀλβανία ἱδρύθηκε ὡς Κράτος τό 1912. Καί συμπεριέλαβε στήν ἐπικράτειά της τό ἑλληνικότατο βόρειο τμῆμα τῆς Ἠπείρου. Καί παρ’ ὅτι τά δικαιώματα τῆς Ἑλλάδος στήν Βόρειο Ἤπειρο ἀναγνωρίσθηκαν διεθνῶς,[1] ἡ Ἑλλάς τέσσαρες φορές ἀπελευ­θέ­ρω­­σε τήν Βό­ρειο Ἤπειρο καί ὅλες ἀναγκάσθηκε νά ἀποσυρθῆ.[2]

Μετά τόν πόλεμο, οἱ σχέσεις ἦσαν ἀνύπαρκτες. Ἡ Ἑλλάς δια­τήρησε τυπικά τήν “ἐμπόλεμη κατάσταση” μέ τήν Ἀλβανία, ἐνῶ ἡ τε­λευταία, στήριξε τόν Δ.Σ.Ε. κατά τήν πε­ρίο­δο τοῦ 1946 – 49 καί φυγάδευσε τά ὑπολείμματά του μετά τήν ἥττα του στόν Γράμ­μο. Τό κομμουνιστικό καθεστώς τοῦ Enver Hoxha μεθοδευμένα προχωροῦσε στόν συστηματικό ἀφα­νισμό τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχεί­ου τῆς Βορείου Ἠπείρου, ἐνῶ στίς ἀρχές τοῦ 1967 ἀπαγόρευσε κά­θε δη­μόσια θρησκευτική ἐκδήλωση στό κράτος καί ἔκλεισε ὅλες τίς ἐκκλησίες. Ἡ πλήρης ἀπουσία τῆς Ἑλλάδος μέχρι τότε, δέν ἔδινε ἀπο­λύ­τως καμμία δυνατότητα ἑλληνικῆς ἀντι­δρά­­σεως γιά τήν προ­ά­σπι­ση τῆς Βορείου Ἠπείρου…    

Papadopoylow

 “Πρός διάσωση τοῦ Ἑλληνικοῦ στοιχείου”

 Στίς 30 Ἰουνίου 1967 -δύο μόλις μῆνες μετά τήν 21η Ἀπριλίου-συ­γκαλεῖται Διϋπηρεσιακῆ Σύσκεψη γιά τό ζήτημα τῆς Βορείου Ἠπείρου καί τίς ἑλληνοαλβανικές σχέσεις. Προεδρεύει ὁ τότε Ὑπουργός Ἐξωτερικῶν Παῦλος Οἰ­­­­κονόμου – Γκούρας καί συμμετέχουν ὁ Δ/ντής τῆς ΚΥΠ Ἀλέ­ξα­ν­δρος Χατζη­πέ­τρος, ὁ Ὑποδιοικητής τῆς ΚΥΠ Μιχαήλ Ρουφογάλης καί ἐκπρό­σω­ποι τοῦ ΓΕΕΘΑ καί τοῦ Ὑπουργείου Ἐμπορίου. Κατά τό ἄκρως ἀπόρρητο Ὑπηρεσιακό Σημείωμα τῆς 1-7-1967 πού συντάχθηκε ἀπό τήν Α’ Πολιτική Διεύθυνση τοῦ Ὑπ. Ἐξω­τε­ρι­κῶν, διαπιστώθηκε κατά τήν σύσκεψη ἡ τραγική κατάσταση τῶν Ἑλλήνων τῆς Βορείου Ἠπείρου καί ἐπισημάνθηκε ὅτι «πα­ράτασις τῆς ἐκκρεμότητος ἐργάζεται καθ’ ἠμῶν, προετοιμάζει δη­λαδῆ μα­θηματικῶς ἐξαφάνισιν ἑλλη­νι­κοῦ στοιχείου». Ἡ εἰσήγηση τοῦ Ὑπ. Ἐξωτερικῶν κατέληξε σέ δύο πιθανούς τρό­πους ἀντι­μετωπίσεως τοῦ θέματος:

– Ὁ πρῶτος τρόπος θά ἦταν ἡ συνέχιση τῆς ὀξύτητος μέ πα­ράλ­λη­­λη προσφυγή μας στόν ΟΗΕ γιά τήν παραβίαση τῶν δικαι­ω­μάτων τῆς ἑλληνικῆς μειονότητος, παρότι αὐτή ἡ προσφυ­γή «ἐ­λα­χίστας ἔχει ἐλπίδας ἐπιτύχη σκοποῦ».

– Ὁ δεύτερος τρόπος ἦταν μία «προσπάθεια ἐξομαλύνσεως σχέ­­­­σεων μέ ἐλπίδα ὅτι ἡ παρουσία μας ἐκεῖ θά ἀνακουφίση κά­πως καταπιέσεις καί διώξεις ἑλληνικοῦ στοιχείου».

Στήν συζήτηση πού ἀκολούθησε, ὁ εἰσηγητής πρέσβυς Φαί­δων Ἄν­νι­­νος Καβαλιεράτος τόνισε ὅτι τήν ἴδια στιγμή πού ἡ Ἰτα­λία καί ἡ Γιουγκοσλαυία ἐπιδιώκουν ἀνάπτυξη σχέσεων μέ τήν Ἀλ­βα­νία, ἡ Ἑλλάς δέν θά ἔπρεπε νά μείνη ἀπ’ ἔξω. Καί διευκρί­νισε ὅτι πρέ­πει νά προστατευθῆ ἡ μειονότητα μέ τήν παρουσία μας, διότι «χω­ρίς μειονότητα δέν ὑπάρχει διεκδίκησις».

Ὁ Ὑποδιοικητής τῆς ΚΥΠ Μ. Ρουφογάλης ὅτι ὁποιαδήποτε ἐνέ­­­­ργεια σχέσεων σέ ἐπιμελητηριακό ἐπίπεδο θά πρέπει νά μᾶς δώ­ση τήν δυνατότητα: «…δημιουργίας ἐμπορικῶν πυρήνων ἐν Ἀλ­­­βα­νίᾳ, οἵτινες ἐν μεταμφιέσει θά ἀπετέλουν καί πυρήνας προ­στασίας τῶν ἑλληνικῶν συμφερόντων».[3]

Ἔτσι, ἐλήφθη ἡ ἀπόφαση διερευνητικῆς κρούσεως σέ ἐπιμε­λη­­­­τηριακό ἐπίπεδο γιά ἀποκατάσταση τῶν ἐμπορικῶν συναλλα­γῶν. Τόν Νοέμβριο τοῦ 1967, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Ὑπουργείου Ἐμ­πο­ρίου- ὁ τότε Πρόεδρος τοῦ ΕΒΕΑ, πρότεινε στό Ἐμπορικό Ἐπι­με­λητήριο τῆς Ἀλβανίας τήν ἀποκατάσταση τῶν ἐμπορικῶν ἀντα­λ­­λαγῶν.

Papadopoylow

Τό κομμουνιστικό καθεστώς τοῦ Enver Hoxha μεθοδευμένα προχωρούσε στόν συστηματικό ἀφα­νισμό τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχεί­ου τῆς Βορείου Ἠπείρου

Hartis

 “Ἡ Β. Ἤπειρος εἰς τούς κόλπους τῆς Μητρός Ἑλλάδος”

Ἐν τῷ μεταξύ, ἀπό τό καλοκαίρι τοῦ 1967 κυκλοφόρησαν ψευ­δεῖς φῆμες ὅτι ἡ Ἑλλάς σχεδίαζε νά εἰσβάλει στήν Ἀλβανία (πηγή τούς ἦταν τό Βελιγράδι). Αὐτό ὁδήγησε τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1967, τόν Enver Hoxha νά ἐκφωνήση προκλητικό λόγο ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος καί ὑπέρ… τῆς Τουρκίας.

Μεταστροφή τοῦ κλίματος σηματοδότησε ἡ εἰσβολή τῶν σο­βιε­τικῶν στήν Πράγα τό 1968. Αὐτή ὑπῆρξε καί ἡ ὁριστική ρήξη τῶν Τιράνων μέ τήν Μόσχα. Ἡ Ἀλβανία ἀπεχώρησε καί ἐπισήμως ἀπό τό Σύμφωνο τῆς Βαρσοβίας. Παράλληλα ὅμως ἡ Ἑλλάς πράττει ὅτι μπορεῖ γιά νά ἐνισχύση τό αἴσθημα τῶν Βορειοηπειρωτῶν Ἑλλήνων:

Στίς 29 Νοεμβρίου τοῦ 1968, ὁ Γ.Γ. τοῦ Ὑπουργείου Προεδρίας καί ἀδελφός τοῦ Πρωθυπουργοῦ, Κων/νος Παπαδόπουλος μέ ἔγ­γρα­φό του, εἰσηγεῖται τήν καθιέρωση στό Ε.Ι.Ρ. (Ἐθνικό Ἵδρυμα Ρα­διοφωνίας), τήν καθιέρωση ἐκπομπῆς Βορειοηπειρωτικοῦ Ἑλλη­νισμοῦ μέ σκοπό τήν «διατήρησιν καί ἀνύψωσιν τοῦ ἠθικοῦ καί τῶν ἐθνικῶν ἰδεωδῶν τῶν ὑποδούλων».[4] Πρᾶγμα πού ἔγινε.

Καί στίς 26 Ἰουλίου 1969, ὁ Β’ Ἀντιπρόεδρος τῆς Κυβερνήσεως Δημήτριος Πατίλης, ὁμιλώντας στά Ἰωάννινα, ἔλεγε χαρακτηρι­στι­κά: «Τό Ἑλληνικόν Ἔθνος, δέν θά ἐγκαταλείψη τήν δι’ εἰρηνικῶν μέ­σων προσπάθειάν του, ὅπως ἡ Βόρειος Ἤπειρος ἐπανέλθη εἰς τούς κόλπους τῆς Μητρός Ἑλλάδος. Εἶναι ἀδιανόητον, τώρα πού καί οἱ τε­λευταῖοι μαῦροι ἠλευ­θε­ρώθησαν, οἱ ἀδελφοί μας Βο­ρειοηπει­ρώ­ται νά παραμένουν ὑπό τόν ἀλβανικόν ζυ­γόν…».

 “Ἑλληνική ἡ Βόρειος Ἤπειρος, ἀπαράγραπτα τά δικαιώματά μας”

 Στίς 21 Ἰανουαρίου 1970 τελικά ὑπεγράφη ἡ πρώτη Διεπι­με­λη­τηριακή Ἐμπορική Συμφωνία Ἑλλάδος – Ἀλβανίας, στά πρό­τυ­πα ἐκείνης τοῦ 1966 πού δέν εἶχε τεθεῖ σέ ἐφαρμογή. Σέ σχετικές ἀνακοινώσεις τῆς Κυβερνήσεως ἀποσαφηνίσθη­κε:

– Ἡ ἑλληνική στάση ἔναντι τῆς Ἀλβανίας δέν ἀλλάζει

– Ἡ ἐμπόλεμος κατάσταση παραμένει ὡς ἔχει

– Τό βορειοηπειρωτικό ζήτημα παραμένει ὑπό διε­­κδίκηση

Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1970 κυκλοφόρησε στήν Ἑλλάδα μερίμνη τοῦ Πρωθυπουργοῦ Γεωργίου Παπαδοπούλου, τό μνημειῶδες ἔργο τοῦ Θεοφυλάκτου Παπακω­ν­στα­­­ντίνου «Πολιτική Ἀγωγή». Σέ αὐ­­τό ἀναφερόταν σαφῶς καί κατά ἐπίσημο τρόπο: «Ἡ Βόρειος Ἤπειρος πρέπει ν’ ἀποδοθῆ εἰς τήν Ἑλλάδα διά λό­­γους: ἱστορικούς, ἐθνολογικούς, διεθνοῦς ἀναγνωρίσεως καί κε­κτη­μένων δικαιωμάτων».[5]

Στίς 22 Ἀπριλίου 1970 πραγματοποιεῖται ὑπό τήν προεδρία τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐξωτερικῶν Παν. Πιπινέλη, μία κρίσιμη Σύσκεψη μέ θέμα τήν Βόρειο Ἤπειρο καί τίς ἑλληνοαλβανικές σχέσεις. Στήν Εἰσηγητική Ἔκθεση ἀναφέρoνται οἱ στόχοι τῆς Κυβερνή­σε­ως Γ. Παπαδοπούλου γιά τήν Βόρειο Ἤπειρο:

«…Ὁ χρόνος δέν ἐργάζεται ὑπέρ ἠμῶν. Ὁ ἑλληνικός πλη­θυ­­­σμός μειοῦται βραδέως, παρά τήν ψυχικήν ἀντίστασίν του. Ἡ προ­σπά­θεια ἐξαλβανισμού εἶναι συστηματική…

Σκοπός ἠμῶν δέον νά εἶναι ἡ κατά τό δυνατόν διατήρησις τῆς ἑλληνικότητος τῶν πληθυσμῶν καί περαιτέρω ἡ ἐπίτευξις ἀνα­­γνω­ρί­­σεως μειονοτικῶν δικαιωμάτων…

Ἀπώτερος στόχος ἠμῶν, ἡ ὑπό τῆς Ἀλβανίας χορήγησις αὐ­τονο­μίας εἰς τήν Βόρειον Ἤπειρον.

Γιά τούς λόγους αὐτούς ἐπιβάλλεται ἡ ὕπαρξις ἑλληνικῆς π­α­­­ρουσίας…».[6]

Προχωρόντας μέ αὐτήν τήν πολιτική πλέον, γίνονται καί τά ἑπό­μενα βήματα: Μέσα Ἀπριλίου 1970 ὑπογράφεται Διατραπεζική Συμφωνία ἐνῶ ἀπό 21 Μα­ΐου μέχρι 2 Ἰουνίου ἐπισκέπτεται τήν Ἑλλάδα ἀλ­βα­­νική ἐπιμελητηριακή ἀποστολή καί ἀπό 28 Σεπτεμβρίου μέχρι 5 Ὀκτωβρίου ἑλληνική ἐπιμελητηριακή ἀποστολή ἀνταποδί­δει τήν ἐπίσκεψη. Στίς 25 Νοεμβρίου 1970, ἀποκαταστάθηκε καί ἡ τηλεφωνική ἐπικοινωνία μέ τήν Ἀλβανία, μέσω Βελιγραδίου.

Στόν Ἀπολογισμό του γιά τό ἔτος 1970, ὁ Πρωθυπουργός Γεώ­ρ­γιος Παπαδόπουλος θά διεκήρυττε: «Εἰς ὅτι ἀφορᾶ τήν γείτονα Ἀλβανίαν, ἐπιχειρήσαμεν διά τῆς ἀ­να­­­πτύξεως ἐπιμελητηριακῆς ἀντιπροσωπείας τήν βελτίωσίν του ἀπό τοῦ τελευταίου πολέμου κρατοῦντος κλίματος, προκει­μένου νά ἐπι­τύχωμεν καί ἐπ’ αὐτῆς τῆς κατευθύνσεως μίαν βε­λτί­ωσιν τῶν σχέ­­σεων, ἀνεξαρτήτως τῶν ἀπαραγρά­πτων δι­κα­ι­ωμάτων τα ὁποῖα παραμένουν ἐπ’ ὠφελεία μας διά τήν Ἑλ­ληνικήν Βόρειον Ἤ­πει­ρον».

Ἦταν ἡ πρώτη φορά μετά τόν πόλεμο, πού Ἕλληνας Πρω­θυ­πουργός, διεκήρυττε δημοσίως σέ ἐπίσημο λόγο του, ἐνώπιον ὅλων τῶν ἐκπροσώπων τοῦ ἑλληνικοῦ καί ξένου Τύπου ὅτι ἡ Βό­ρει­ος Ἤπειρος εἶναι Ἑλληνική καί ὅτι τά δικαιώματα τῆς Ἑλ­λά­δος ἐπ’ αὐτῆς εἶναι ἀπαράγραπτα!

giorgos

“Τά δι­κα­ι­ώματά μας διά τήν Ἑλ­ληνικήν Βόρειον Ἤπειρον εἶναι ἀπαράγραπτα. Σκοπός ἡ διατήρησις τῆς ἑλληνικότητος, στόχος ἡ χορήγησις αὐτονο­μίας εἰς τήν Βόρειον Ἤπειρον”

 “Ἡ παρουσία ὑποκαθιστᾶ τήν ἀπουσία”

 Ἡ Ἀλβανία εἶχε δείξει δείγματα καλῆς θελήσεως ἔπειτα ἀπό τήν ὑπογραφή τῆς ἐμπορικῆς συμφωνίας: Ὁ Enver Hoxha (Χότζα), ἔδωσε ἔκτοτε γιά πρώτη φορά, ἰδιαί­τε­ρη προσοχή στά θέματα τῶν Ἑλλήνων τῆς Β. Ἠπείρου. Μά­λιστα, τόν Φεβρουάριο τοῦ 1970, ἔδωσε ὁδηγίες νά ἀνανεωθῆ τό Ἑλλη­νι­κό Τυπογραφεῖο τοῦ Ἀργυροκάστρου, στό ὁποῖο τυπωνόταν ἡ ἐφη­μερίδα τῶν Βορειοηπειρωτῶν «Λαϊκόν Βῆμα». Ἐπίσης τά Τίρανα εἶχαν ἀποδεχθῆ τήν τηλεφωνική σύνδεση, τήν ἐπιστροφή ἑνός ἀεροσκάφους τῆς “Ὀλυμπιακῆς” πού εἶχε ἀπαγάγει ὁ Τσιρώνης, τήν συμμετοχή τῆς Ἀλβανίας στήν Δ.Ε.Θ. καί τήν ἀναγνώριση τῆς ὑπάρξεως ἑλληνικοῦ στοιχείου.

Μέ τήν εἴσοδο στό 1971 ξεκίνησαν ἐπί 5μηνο, διαπραγμα­τεύ­σεις μεταξύ τοῦ Ἕλληνος καί Ἀλ­βα­νοῦ ἀντιπροσώπων στόν ΟΗΕ Δημ. Μπίτσιου καί S. Baholli. Οἱ διαπραγματεύσεις ἀφοροῦσαν τήν ἀποκατάσταση τῶν δι­πλω­­­ματικῶν σχέσεων οἱ ὁποῖες κράτησαν περίπου ἕνα 5μηνο. Τε­λικά ἡ Ἑλλάς πέτυχε τά ἀκόλουθα:

– Διατήρηση τῆς “ἐμπολέμου καταστάσεως”: Αὐτό εἶχε τε­ρά­­­­στια σημασία γιά τήν Ἑλλάδα, διότι ἐξέφραζε τήν διεκδίκηση τῆς Βο­ρεί­ου Ἠπείρου. Ἡ Ἀλβανία ἀπαι­­τοῦσε ρητή ἄρση τοῦ “ἐμ­πο­λέμου” γιά τήν ἀποκατάσταση δι­πλωματικῶν σχέ­σεων. Γιά πρώ­τη φορά παραιτήθηκε ἀπό τήν ἀπαίτηση αὐτή.

– Μή ἀναγνώριση ἑλληνοαλβανικῆς μεθορίου: Ἀκόμη μία ἀπαί­τηση τῶν Ἀλβανῶν πού δέν ἔγινε ἀποδεκτή. Ἡ Ἑλλάς δέν ἀνε­­­γνώρισε ὡς μόνιμα τά ἑλληνοαλβανικά σύνορα, διότι διεκδι­κοῦσε τήν Βόρειο Ἤπειρο.

– Διασφάλιση μειονοτικῶν δικαιωμάτων Β/Ἠπειρωτῶν: Ἡ Ἑλ­­λᾶς ἀρχικά ζήτησε ἀνταλλαγή ἐπιστολῶν πού νά διασφα­λί­ζουν τά δικαιώματα τῶν Ἑλλήνων τῆς Βορείου Ἠπείρου, καθώς καί νά τούς ἐπιτραπῆ νά ἀσκοῦν τά ὀρθόδοξα θρησκευτικά τους κα­­­θήκοντα. Τελικά ἡ Ἀλβανία προέβη σέ Δήλωση Σεβασμοῦ Δι­και­­­ω­μάτων τῆς Μειονότητος. Καί ἡ Ἑλλάς τό πέτυχε αὐτό, χωρίς ἀντίστοιχα νά δεχθῆ ὁποιαδήποτε ἀναφορά σέ “τσάμηδες” ἀπό τήν πλευρά τῆς Ἀλβανίας.[7]

– “Ἡ παρουσία ὑποκαθιστᾶ τήν ἀπουσία”: Ὅπως δήλωνε ὁ Ὑφυπουργός Ἐξωτερικῶν Χρῆστος Ξανθόπουλος – Παλαμᾶς στό ἀνακοινωθέν του:  «Ἡ ὑφισταμένη κατάστασις εἰς οὐδέν μετεβλή­θη, ἐξ’ ἀπόψεως τῶν θεμελιωδῶν ἑλληνικῶν θέσεων. Μέ μόνην τήν διαφοράν ὅτι ὑποκαθιστᾶ ἡ παρουσία τήν ἀπουσίαν, τήν ἀδια­φορίαν τό ἐνδια­φέ­­ρον καί τήν σιωπήν ὁ διάλογος».

Ἔτσι, στίς 6 Μα­ΐου 1971, πραγματοποιήθηκε γιά πρώτη φορά μετά τόν πόλεμο, ἡ ἀποκατάσταση τῶν διπλωματικῶν σχέ­σεων Ἑλλάδος – Ἀλβανίας, μέ τό ἑξῆς κοινό ἀνακοινωθέν: «Ἡ Κυβέρνησις τοῦ Βασιλείου τῆς Ἑλλάδος καί ἡ Κυβέρνησις τῆς Λαϊκῆς Δημοκρατίας τῆς Ἀλβανίας, συνεφώνησαν διά τήν ἐγκα­­τά­­στασιν διπλωματικῶν σχέσεων μεταξύ τῶν δύο χωρῶν καί διά τήν ἀνταλλαγήν διπλωματικῶν ἀντιπροσώπων εἰς τόν βα­θμόν τῶν πρέ­σβεων».

Πολύ χαρακτηριστικό γιά τά ἐπιτεύγματα τῆς ἑλληνικῆς πο­λιτικῆς τήν περίοδο ἐκείνη εἶναι ὅτι ὁ ἀλβανός ἱστορικός Beqir Me­ta θεωρεῖ ὅτι ἡ Ἀλβανία προέβη τότε σέ «τεράστιες παρα­χω­ρή­σεις» ἔναντι τῆς Ἑλλάδος, τίς ὁποῖες ἐπισημαίνει στήν μή ἄρση τοῦ ἐμπολέμου, στήν μή ἀναγνώριση ἑλληνοαλβανικῶν συ­­νό­ρων καί στήν ἀναγνώριση τῆς ἑλληνικῆς μειονότητος χω­ρίς πα­­­­­ράλληλη ἀναφορά στούς “τσάμηδες”, γεγονότα πού ἔδω­σαν στήν ἑλληνική πλευρά «σαφές πλεονέκτημα».[8]

Ἡ Ἀλεξάνδρα Στεφανοπούλου, σέ ἄρθρο της στήν ἐφ. «Ἐλεύ­θε­­­ρος Κόσμος» ἔγραφε στίς 8 Μα­ΐου 1971: «Ἡ κατάληξις πρέπει νά χαιρετισθῆ σάν ἀξιόλογη διπλωμα­τι­κή νίκη τῆς Ἑλλάδος, διότι ὑπάρχει ὠφέλεια χωρίς νά ἐπιβάλ­λω­νται θυσίες… Ἡ ἀποκατάστασις τῶν διπλωματικῶν σχέσεων με­­ταξύ τῶν δύο χωρῶν πραγματοποιεῖται χωρίς νά θίγωνται αἱ ἐκκρεμότητες πού ὑπάρχουν σχετικά μέ τήν Βόρειο Ἤπειρο… ἡ Ἀλβανία ἀναγνωρίζει τήν ὕπαρξιν τοῦ Ἑλληνικοῦ στοιχείου στήν Βόρειο Ἤπειρο καί θά τοῦ παρέχη τά ἀπαιτούμενα δι­και­ώ­ματα γιά τήν γλῶσσα, τή θρησκεία, τήν ἐκπαίδευσι κ.λπ….».

efimeriδα

 “Ἡ παρουσία ὑποκατέστησε τήν ἀπουσία καί τήν ἀδια­φορία ὑποκατέστησε τό ἐνδια­φέ­­ρον”

 Ἀκολούθως, στίς 19 Ἰουνίου 1971 ἀνακοινώθηκε ἡ ἔναρξη τα­χυ­­­­­δρομικῆς καί τηλεγραφικῆς ἐπικοινωνίας μέ τήν Ἀλβανία με­­­­­σω Γιουγκοσλαυίας. Τόν Σεπτέμβριο τοῦ 1971 ὑπῆρχε γιά πρώτη φορά συμμετοχή τῆς Ἀλβανίας στήν Δ.Ε.Θ., ἐνῶ τόν Ὀκτώβριο ἀρχίζουν συνο­μι­λίες γιά ἐμπορικά θέματα. Καί τόν Νοέμβριο τοῦ 1971 ἀνταλλάσσονται πρέσβεις στήν Ἀθή­να καί τά Τίρανα.

Στήν ἐτήσια Ἔκθεση τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν γιά τά πε­πρα­­γμένα τοῦ ἔτους 1971 ἀναφερόταν: «…Ἡ κυβερνητική πρωτοβουλία, χωρίς νά γίνη μεταβολή εἰς τήν ἐθνικήν πολιτικήν θέσεως ἐπί τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ, ἀνα­­­­­­συν­­δέσεως τῶν διπλωματικῶν σχέσεων μετά τῶν Τιρά­νων καί ἐντυ­πωσίασεν καί ἀσφαλῶς ὑπηρέτησεν καλλίτερον τούς σκο­πούς μας».9]

 Ἑλλαδική παρουσία στήν Βόρειο Ἤπειρο

Ἀπό τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1941 πού ἀποχώρησε ὁ Ἑλληνικός Στρα­τός, ἡ Βόρειος Ἤπειρος εἶχε νά ἀντικρύση Ἑλλαδική παρου­σία. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1972 γιά πρώτη φορά μετά ἀπό 31 χρόνια, Ἕλ­λη­νας ἐπίσημος περιόδευσε τήν Βόρειο Ἤπειρο!

Πράγματι ὁ Ἕλληνας πρέσβυς Δη­μή­τριος Καραγιάννης πε­ριό­δευ­σε σέ ὅλη τήν Βόρειο Ἤπειρο. Ἐπι­σκέφθηκε τό Ἀργυρό­κα­στρο, τούς Ἁγίους Σαράντα, τήν Χει­μάρα. Καί συνα­ντή­θηκε μέ ὅλους τούς ἐκπροσώπους τῶν βο­ρειο­ηπει­ρω­τῶν. Τήν ἴδια περίοδο τό Ὑπουργεῖο Ἐξωτερικῶν της Ἑλλάδος διε­ρευ­­νοῦσε τήν λήψη τῶν ἑλληνικῶν τηλεοπτικῶν σταθμῶν στήν Βό­­­ρε­­ιο Ἤπειρο καί διαπίστωνε ὅτι ἀπό τόν ἀναμεταδότη τῆς Κερ­κύ­ρας ἡ λήψη ΕΙΡΤ καί ΥΕΝΕΔ ἦταν θαυμάσια μέχρι Κο­ρυ­­τσᾶς καί ἀρκετά ἱκανοποιητική μέχρι τό Δυρράχιο.[10] Στήν συνέχεια, τόν Ὀκτώβριο τοῦ 1972 ὑπογράφηκαν καί οἱ πρῶ­τες διακρατικές συμφωνίες Ἐμπορίου καί Πληρωμῶν.

Τόν πρέσβυ Καραγιάννη, διαδέχθηκε στίς ἀρχές τοῦ 1973 ὁ πρέ­­σβυς Φραντζεσκάκης. Κατά μαρτυρία τοῦ τελευταίου πρός τόν πρέσβυ τῶν ΗΠΑ στήν Μόσχα, στίς 12 Μαρτίου 1973 ἔλαβε ἐντο­λῆ νά ἐπισκεφθῆ τά χωριά τῆς Βορείου Ἠπείρου καί νά διαπι­στώ­ση τί εἶχε συμβεῖ μέ τούς 250.000 Ἕλληνες πού ὑπῆρχαν προ­­­πολεμικά καί σύμφωνα μέ τίς πληροφορίες εἶχαν μειωθεῖ σέ 60.000.[11]

Τόν Αὔγουστο τοῦ 1973 ὑπογράφηκε καί συμφωνία τῆς ΔΕΗ μέ τόν ἀντίστοιχο ὀργανισμό τῆς Ἀλβανίας γιά διασύνδεση τῶν ἠλε­­κτρικῶν δικτύων τῶν δύο χωρῶν. Ἡ Ἑλληνική Κυβέρνηση ἔλαβε δραστήριο ρόλο μεσολαβητοῦ γιά τήν ἐξομάλυνση τῶν σχέσεων Οὐάσιγκτων – Τιράνων, ὑπο­κλέ­πτωντας τόν προνομιοῦχο ρόλο ἀπό τήν Ρώμη καί τό Βελι­γράδι. Γεγονός πού δέν ἄρεσε καθόλου στίς ΗΠΑ.

Πρός κίνημα ἀπελευθερώσεως τῆς Βορείου Ἠπείρου

Ὅπως εἴδαμε, στίς 30 Ἰουλίου 1967 στήν πρώτη Διϋπηρε­σια­κή Σύσκε­ψι γιά τό ζήτημα τῆς Βορείου Ἠπείρου, δια­πιστώθηκε ὅτι «πα­ράτασις τῆς ἐκκρεμότητος ἐργάζεται καθ’ ἠμῶν, προε­τοιμάζει δη­λαδῆ μα­θηματικῶς ἐξαφάνισιν ἑλληνικοῦ στοιχεί­ου». Καί κα­τέ­ληξε ὅτι ἔπρεπε ἐπειγόντως νά γίνη «προσπάθεια ἐξομα­λύν­σεως σχέ­­­­σεων μέ ἐλπίδα ὅτι ἡ παρουσία μας ἐκεῖ θά ἀνακουφίση κά­πως καταπιέσεις καί διώξεις ἑλληνικοῦ στοιχείου» καί προ­σθέ­τοντας: «χω­ρίς μειονότητα δέν ὑπάρχει διεκδίκησις».

Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1968, ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος ἀνέθε­σε στό Κέ­ντρο Πολιτικῶν Μελετῶν[12] μελέτη μέ θέμα: «Ὀρ­γά­νω­σις Ἀπε­λευθερωτικοῦ Ἀγῶνος γιά τήν Βόρειον Ἤπει­ρον». Ἡ μελέτη ἐκεί­νη, διερευνοῦσε τήν δυνατότητα ὀρ­γα­νώσεως ἐπαναστατικοῦ κι­νή­­μα­τος στήν Βόρειο Ἤπειρο, τό ὁποῖο θά πετύ­χη τήν «αὐτονο­μί­αν, ἀνεξαρτησίαν ἤ ἕνωσιν μέ τήν Ἑλλάδα».[13] Κατά τήν ΚΥΠ, ἡ ἀνάπτυξη σχέσεων σέ ἐπιμελητηριακό ἐπί­πε­δο θά ἔδινε τήν δυ­νατότητα στήν Ἑλλάδα: «…δημιουργίας ἐμπορικῶν πυρήνων ἐν Ἀλ­­­βα­νίᾳ, οἵτινες ἐν με­ταμφιέσει θά ἀπε­τέ­λουν καί πυρήνας προ­στασίας τῶν ἑλ­λη­νι­κῶν συμφερό­ντων».[14]

Στά πλαίσια αὐτῆς τῆς τακτικῆς, στίς 21 Ἰανουαρίου 1970 ὑπο­­­­­­γρά­φηκε ἡ πρώτη Διεπι­με­λη­τηριακή Ἐμπορική Συμφωνία Ἑλλά­δος – Ἀλβανίας, μέ τήν ἐμφαντική διακήρυξι τοῦ Πρωθυπου­ργοῦ ὅτι αὐτό γίνεται «ἀνεξαρτήτως τῶν ἀπαραγρά­πτων δι­κα­ι­ω­μά­των τά ὁποῖ­­­­­α παραμένουν ἐπ’ ὠφελεία μας διά τήν Ἑλλη­νι­κήν Βό­­ρειον Ἤ­πει­ρον».

Τρεῖς μῆνες μετά -στίς 22 Ἀπριλίου 1970- ἔγινε μία κρί­σι­μη σύ­σκεψη γιά τό Βορειοηπειρωτικό, ὑπό τήν προεδρία τοῦ Ὑπου­ργοῦ Ἐξωτερικῶν, ὅπως ἀναφέρεται παρα­πάνω. Σέ αὐτήν ἀπο­φα­σίζο­νται τά ἑξῆς:

– Διαπίστωση: «Ὁ χρόνος δέν ἐργάζεται ὑπέρ ἠμῶν. Ὁ ἑλλη­νι­κός πλη­θυ­­σμός μειοῦται βραδέως».

– Σκοπός: «διατήρησις τῆς ἑλληνικότητος τῶν πληθυσμῶν καί περαιτέρω ἡ ἐπίτευξις ἀνα­­γνω­ρί­­σεως μειονοτικῶν δικαιωμάτων».

– Ἀπώτερος στόχος: ἡ ὑπό τῆς Ἀλβανίας χορήγησις αὐ­τo­νο­μίας εἰς τήν Βόρειον Ἤπειρον».

– Πρῶτο βῆμα: «ἡ ὕπαρξις ἑλληνικῆς πα­­ρου­σίας» στήν Βόρειο Ἤπειρο.[15]

Ἔτσι υἱοθετήθηκε ἡ πολιτική τῆς «παρουσίας πού ὑποκαθιστᾶ τήν ἀπουσία» καί στίς 6 Μα­ΐου 1971, ἀποκαθίστανται οἱ διπλω­μα­τικές σχέσεις, μέ διατήρηση τοῦ ἐμπολέμου, μή ἀνα­γνώριση συ­­νό­ρων καί διασφάλιση ἀναγνωρίσεως τῆς ἑλλην­­ικῆς μειονότητος.

Ἡ ἑλληνική ἡγεσία ἔβλεπε τήν Πρεσβεία στά Τίρανα στόν ἴδιο ρό­λο πού διεδραμάτισαν τά Προξενεῖα τῆς Ἑλλάδος σέ Μονα­στη­ρι καί Θεσσαλονίκη κατά τόν Μακεδονικό Ἀγώνα. Τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1972 -γιά πρώτη φορά μετά ἀπό τρεῖς δε­κα­ε­τίες- ἐπίσημος ἐκπρό­­σωπος τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους περιόδευε στήν Βόρειο Ἤ­πειρ­ο, γε­γονός πού ἀνέβασε τό ἠθικό τοῦ ἐκεῖ ἑλλη­νι­σμοῦ. Καί τόν Μά­ρτιο τοῦ 1973 ὁ νέος πρέσβυς Φραν­τζεσκάκης ἔλαβε ἐντο­λή νά ἐπι­σκε­φθῆ καί πάλι τήν Βό­ρειο Ἤπειρο καί νά διερευνήση ποιά ἦταν ἡ κα­τάσταση τοῦ ἑλληνικοῦ πληθυσμοῦ.

Οἱ ὑπάλληλοι πού στελέχωσαν τήν πρε­σβεία καί μέλη τῶν ἐμ­­πορικῶν ἀντι­προ­­σω­πειῶν ὑπῆρξαν δρα­­­­­στήριοι ἀξιωματικοί καί πράκτο­ρες τῆς ΚΥΠ μέ σκοπό τήν ὀρ­γάνωση πυρήνων αὐτοαμύ­νης τῶν Βο­­ρει­­ο­­­ηπειρω­τῶν, μέ μυστική βοήθεια τῆς Ἑλλάδος.[16]

Ἐπρόκειτο γιά μία ἀκόμη ἀξιόλογη ἐθνική προσπάθεια ἡ ὁ­ποί­­α ἀνεκόπη τόν Νοέμβριο τοῦ 1973 ἀπό τό καθεστώς Ἰωαννί­δη…

aytonomia

 ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Τά ἑλληνικά δικαιώματα στήν Βόρειο Ἤπειρο ἀναγνωρίσθηκαν μέ τό Πρωτό­κολ­λο τῆς Κε­ρκύρας τό 1914. Ἡ Ἀλβανική Βουλή τό 1916 ἀνα­γνώρισε τόν ἑλληνικό χαρακτήρα τῆς Β. Ἠπείρου. Τό ἴδιο καί ἡ Ἰτα­λία μέ τήν συμ­φωνία Τίτονι – Βενιζέλου τό 1919, οἱ Μ. Βρε­ταν­νία – ΗΠΑ – Γαλλία μέ τό “μεμοράντουμ” τῆς 9 – 12 – 1919 καί ἡ Γε­ρουσία τῶν ΗΠΑ στίς 17 – 5 – 1920.

[2] Πρώτη: Στίς ἀρχές τοῦ 1913 κατά τόν Α’ Βαλκανικό Πόλεμο. Δεύ­­τε­ρη: Τόν Φεβρουάριο τοῦ 1914 μέ τήν ἐπανάσταση τοῦ Γ. Χρη­στάκη – Ζω­γράφου καί τό αὐτόνομο κράτος τῆς Βορείου Ἠπείρου. Τρίτη: Τήν πε­ρίο­δο 1914 – 1917 κατά τόν Α’ Π.Π. Τέταρτη: Κατά τόν ἑλληνοϊταλικό πό­λε­μο τοῦ 1940 – 1941

[3] ΙΑΥΕ ΑΑΛ40/1966-1968, φάκελος 2ος (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[4] ΙΑΥΕ ΑΑΛ40-100/1966-1968, φάκελος 2ος  (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[5] «Πολιτική Αγωγή», σελ. 482

[6] ΙΑΥΕ ΑΑΛ40/1969-1970, φάκελος 2ος (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[7] ΙΑΥΕ ΑΑΛ40/1971, φάκελος 4ος (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[8] «Albania and Greece 1949 – 1990: The elusive Peace», σελ. 181-2, 185

[9] «Απολογισμός 1971 – Ανατολικός Κόσμος», Α’ Διεύθυνσις Πολιτικών Υπο­­θέσεων Υπ. Εξ. 11-1-1972 ΙΑΥΕ, Φ.0441/1973 (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[10] Σημείωμα Α’ Πολιτικῆς Διευθύνσεως Ὑπ. Ἐξωτερικῶν, 14/4/1972, ΙΑΥΕ Φ. 2221, 42/1972/34 (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[11] Τηλεγράφημα πρεσβείας ΗΠΑ στήν Μόσχα πρός State Department 02643, A/NRA-AAD

[12] Πρόκειται γιά ἐπιτελεῖο πού εἶχε συγ­κροτηθῆ τόν Αὔγουστο τοῦ 1967 ὑπό τήν αἰγίδα τῆς ΚΥΠ γιά ἀνά­θεση μελετῶν πολιτικῶν ζητημάτων λε­πτοῦ χειρισμοῦ. Ἀπευθυ­νό­ταν ἀπ’ εὐ­θεί­­ας πρός τόν Πρωθυπουργό, ὁ ὁποῖος εἶχε τήν κωδική ὀνομασία «Λω­τός» καί σύνδεσμος ἦταν ὁ ἀξιω­μα­τικός τῆς ΚΥΠ Δημ. Πηλίτσης.

[13] Ἡ Ἔκθεση στό ἀρχεῖο τοῦ συγγραφέως.

[14] ΙΑΥΕ ΑΑΛ40/1966-1968, φάκελος 2ος  (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[15] ΙΑΥΕ ΑΑΛ40/1969-1970, φάκελος 2ος  (Σωτ. Βαλντέν «Παράταιροι Ἑταῖ­ροι»)

[16] Ὅπως εἶναι εὔλογο, ὀνόματα δέν εἶναι δυνατόν νά δοθοῦν στήν δη­­μο­­σιότητα γιά εὐ­νό­η­τους λόγους…

epirus.top

Σχετικά άρθρα: