Ο Κρητικός ήρωας-πιλότος της Ολυμπιακής που πέταξε το τεράστιο τζάμπο 747 με έναν κατεστραμμένο κινητήρα σύριζα με τις πολυκατοικίες της Αθήνας

Ο Κρητικός ήρωας-πιλότος της Ολυμπιακής που πέταξε το τεράστιο τζάμπο 747 με έναν κατεστραμμένο κινητήρα σύριζα με τις πολυκατοικίες της Αθήνας

Το αεροσκάφος πέταξε κάτω από τα όρια απώλειας στήριξης και μέχρι σήμερα η Βoeing θεωρεί ότι «έπεσε», καθώς δεν είναι δυνατόν με αυτή την ταχύτητα να μείνει στον αέρα.

Το 1978 ένα θηριώδες τζάμπο της Ολυμπιακής με 418 επιβάτες, παραλίγο να πέσει στο κέντρο της Αθήνας, λίγα μόλις λεπτά μετά την απογείωση του. Η αεροπορική τραγωδία αποφεύχθη χάρη στον έμπειρο πιλότο, Σήφη Μιγάδη, ο οποίος κατάφερε να κρατήσει στον αέρα το αεροσκάφος.

Το επίτευγμα του διδάσκεται στα σεμινάρια της Boeing, καθώς νίκησε τους νόμους της φυσικής, πετώντας σε εξαιρετικά χαμηλό ύψος και με ελάχιστη ταχύτητα.
Το γεγονός ότι δεν συνετρίβη θεωρείται «θαύμα» ενώ σε όλες τις προσομοιώσεις που έχουν γίνει το αεροπλάνο πάντα πέφτει.
Η κατασκευαστική εταιρεία έχει χαρακτηρίσει εκείνο το αεροσκάφος «lost» και το θεωρεί πεσμένο, παρόλο που ο πιλότος της Ολυμπιακής, Σήφης Μιγάδης, κατάφερε να το προσγειώσει.

Πτήση 411

Στις 9 Αυγούστου 1978 ένα από τα τέσσερα Boeing 747-200 της Ολυμπιακής θα πετούσε από την Αθήνα με προορισμό τη Νέα Υόρκη.

Το αεροσκάφος ήταν ένα διώροφο Boeing, που θεωρείτο επανάσταση στην αεροπλοΐα. Ήταν διπλάσιο σε μέγεθος από τα συνηθισμένα αεροσκάφη και χωρούσε μεγάλο αριθμό επιβατών. Το αεροσκάφος, είχε νηολόγιο SX-OAA και ονομαζόταν «Olympic Zeus» («Ολύμπιος Ζεύς»)

Εκείνη την ημέρα το αεροσκάφος είχε 400 επιβάτες, εκ των οποίων οι περισσότεροι ήταν Αμερικανοί τουρίστες. Μαζί τους πετούσαν και 18 μέλη πληρώματος με κυβερνήτη τον κρητικό Σήφη Μιγάδη. Είχε 32 χρόνια εμπειρία και τα τελευταία χρόνια είχε αναλάβει το πιλοτάρισμα των jumbo της Ολυμπιακής. Συγκυβερνήτης ήταν ο Κ. Φικάρδος, στενός φίλος του Μιγάδη, με τον οποίο συνεργάστηκε πολλά χρόνια και έκαναν πολλά ταξίδια μαζί.

 

Ο Μιγάδης σε ηλικία 17 ετών. Είχε λάβει μέρος στη μάχη της Κρήτης

Η απογείωση και η καταστροφή του κινητήρα

Στις 2 το μεσημέρι το πλήρωμα πήρε τις θέσεις του και το αεροπλάνο μπήκε στον αεροδιάδρομο για την απογείωση.
Το αεροσκάφος είχε 160 τόνους καύσιμα, καθώς θα πετούσε απευθείας από Αθήνα για Νέα Υόρκη.
Κατά την απογείωση, δεν μπόρεσε να πάρει ύψος και δεν είχε αρκετή ταχύτητα για να απογειωθεί.
Πριν οι ρόδες ξεκολλήσουν από το έδαφος, ακούστηκε μια έκρηξη σε έναν από τους δεξιούς κινητήρες (Νο.3), ο οποίος καταστράφηκε.
Ο Μιγάδης δεν μπορούσε να σταματήσει και έδωσε εντολή στον Φικάρδο να μαζέψει τις ρόδες για να συνεχίσει.
Ο πιλότος έδινε μάχη να ανυψωθεί και όσοι βρίσκονταν στο αεροδρόμιο πίστευαν ότι θα έπεφτε.
Με ελάχιστο ύψος κατάφερε να περάσει το πρώτο εμπόδιο, που ήταν ο λόφος «Πανί» στον Άλιμο, ο οποίος είχε ύψος 200 μέτρα.

 

Πρωτοσέλιδο τη εφημερίδας «Μακεδονία»

Ο Μιγάδης πέταξε σε ύψος μόλις 209 μέτρων και στη συνέχεια το αεροπλάνο έχασε ξανά ύψος. Παράλληλα, ο Φικάρδος έστελνε σήματα κινδύνου στον πύργο ελέγχου. Στο αεροδρόμιο είχε σημάνει συναγερμός.

Το αεροπλάνο πέρασε πάνω από τις πολυκατοικίες της Καλλιθέας και της Νέας Σμύρνης και ξυστά από το κτίριο της Interamerican στη Συγγρού.

Όπως είχε αναφέρει μια αεροσυνοδός, είδαν σε κοντινή απόσταση τους υπαλλήλους που εργάζονταν στα γραφεία τους, οι οποίοι τους κοιτούσαν με έκπληξη.

Το αεροσκάφος πετούσε με ταχύτητα μόλις 160 μιλίων σε ύψος 55 μέτρων από το έδαφος.

 

Ο κυβερνήτης Σήφης Μιγάδης στο πιλοτήριο

Ο Μιγάδης επέλεξε να το κρατήσει σταθερό σε οριζόντια θέση, καθώς γνώριζε πολύ καλά την αεροδυναμική. Όπως είχε πει σε συνέντευξη του, παρέκαμψε πολλούς κανόνες, προκειμένου να το κρατήσει στον αέρα. Δεν μπορούσε να το στρίψει και να κάνει ελιγμούς. Πήγαινε μόνο ευθεία και αποφάσισε να κινηθεί προς το όρος του Αιγάλεω, για να πέσει τουλάχιστον σε ακατοίκητη περιοχή. Εκείνα τα δραματικά δευτερόλεπτα, στο πιλοτήριο επικρατούσε σιγή.

Παράλληλα ο μηχανικός βελτίωνε την κατάσταση των κινητήρων, ενώ οι κυβερνήτες ήταν απόλυτα συγκεντρωμένοι και ψύχραιμοι.

Αυτός ήταν ο λόγος που οι επιβάτες δεν κατάλαβαν τίποτα και μερικοί πίστευαν ότι η χαμηλή πτήση στην Αθήνα ήταν στο πρόγραμμα.

Πολλοί έβγαζαν φωτογραφίες από τα παράθυρα, ενώ περνούσαν πάνω από τις στέγες των κτιρίων.

Η προσγείωση στο Ελληνικό

Ο πύργος ελέγχου δεν γνώριζε την κατάληξη του αεροσκάφους. Με λεπτούς χειρισμούς και μικρούς ελιγμούς ο Μιγάδης κατάφερε να το στρίψει και να επιστρέψει πίσω.
Οι εργαζόμενοι του Ελληνικού που το είδαν να έρχεται από τον Πειραιά δεν το πίστευαν.
Το αεροπλάνο κατευθύνθηκε προς τη θάλασσα, άδειασε μέρος των καυσίμων και προσγειώθηκε.
Η άφιξη του αεροσκάφους έγινε σε πανηγυρικό κλίμα.
Ο Μιγάδης κατέβηκε από το αεροπλάνο ανακουφισμένος. Εκεί τον περίμεναν οι δύο του κόρες.
Τις είχε ειδοποιήσει ένας ξάδερφος τους, ο οποίος είδε το αεροπλάνο να πετάει λίγα μέτρα πάνω από το γήπεδο του Πανιωνίου και τους είπε ότι παραλίγο να χτυπήσει τον προβολέα του γηπέδου και ότι έπεφτε.

 

Το αεροδρόμιο του Ελληνικού τότε

Όπως είχε δηλώσει ο Μιγάδης το 1994 σε συνέντευξη του στην εκπομπή του Κώστα Παπαπέτρου «Μια στις χίλιες»: «Όσοι ζούμε μετά από αυτό, ζούμε λαθραία».

Μετά την παρολίγον τραγωδία, πήρε ξανά τη θέση στο πιλοτήριο νέου αεροσκάφους και στις 6 το απόγευμα πέταξε με το υπόλοιπο πλήρωμα για τη Νέα Υόρκη.

Η ψυχραιμία του, οι γνώσεις του και η εμπειρία του έσωσε χιλιάδες ανθρώπους.

Το αεροσκάφος πέταξε κάτω από τα όρια απώλειας στήριξης και μέχρι σήμερα η boeing θεωρεί ότι «έπεσε», καθώς δεν είναι δυνατόν με αυτή την ταχύτητα να μείνει στον αέρα.

Αν είχε πέσει, θα ήταν η μεγαλύτερη αεροπορική τραγωδία στα ελληνικά χρονικά. Ωστόσο, ο θρυλικός πιλότος της Ολυμπιακής, Σήφης Μιγάδης κατάφερε να το προσγειώσει και η πτήση 411 διδάσκεται ακόμα και σήμερα στους εκπαιδευόμενους πιλότους.

Δείτε απόσπασμα από την εκπομπή του Κώστα Παπαπέτρου «Μια στις Χίλιες» τον Σήφη Μιγάδη να αφηγείται τι έγινε εκείνη την ημέρα:

Ολόκληρη η εκπομπή «Σε πρώτο πλάνο» με την Κατερίνα Αντωνοπούλου που ήταν αφιερωμένη στην πτήση 411

Πιο τεχνική περιγραφή του συμβάντος από το βιβλίο «Η ιστορία των δημοσίων αερομεταφορών στην Ελλάδα»

Το «Χέρι του Θεού» (B747-284 νηολόγιο SX-OAA, Κρατικός Αερολιμένας Αθηνών, Πτήση ΟΑ411 Αθηνών – Νέας Υόρκης, 9/8/1978).

Ο θρύλος της πτήσης αυτής κυκλοφορούσε μέσα στην εταιρεία από στόμα σε στόμα όπως περίπου οι φοβερές εκείνες ιστορίες των παλαιών ναυτικών που διηγούντο θαλάσσια τέρατα. Ωστόσο το περιστατικό είναι πραγματικό, αλλά τα μόνα διαθέσιμα στοιχεία προέρχονται από το αρχείο της Μπόινγκ και την ανάλυση που είχε κάνει για το συμβάν .

Τα «Τζάμπο» χρησιμοποιούσαν 4 κινητήρες με έγχυση νερού που βοηθούσε την ώση τους ιδιαίτερα κατά την φάση της απογείωσης, οπότε είναι απαραίτητη η μεγαλύτερη δυνατή ώση, και οι κινητήρες έχουν την μεγαλύτερη καταπόνηση ολόκληρης της πτήσης.

Το Μπόινγκ 747 με νηολόγιο SX-OAA την Τετάρτη 9/8/1978 είχε προγραμματισθεί να εκτελέσει την πτήση OA411 Αθήνα – Νέα Υόρκη. Λόγω της μακρινής πτήσης υπήρχε και δεύτερο πλήρωμα που θα αναλάμβανε καθήκοντα στο τελευταίο μισό της πτήσης. Πήρε θέση στον διάδρομο 33R με κατεύθυνση προς Βορρά, του Κρατικού Αερολιμένα Αθηνών για απογείωση. Η θερμοκρασία τη στιγμή εκείνη ήταν 32° Κελσίου, η βαρομετρική πίεση 29,83 ίντσες Υδραργύρου, ο άνεμος ήταν ΒΔ μέχρι μέτριος (310° / 12 kt) και το υπολογιζόμενο βάρος του αεροσκάφους ήταν 350 τόνοι (“Airplane Gross Weight 350.000 kg [771.600 lb], Flaps 20°, a/c packs OFF”).

Η τροχοδρόμηση υπήρξε κανονική όμως κατά την απογείωση (Rotation) βγήκε εκτός λειτουργίας ο κινητήρας Νο 3. Είτε από κακή συνεννόηση είτε από εσφαλμένη εκτίμηση ο Ιπτάμενος Μηχανικός έθεσε την αντλία του νερού εκτός λειτουργίας 7” μετά την αστοχία του κινητήρα Νο 3. Το αποτέλεσμα ήταν η ισχύς των υπολοίπων κινητήρων να μειωθεί σημαντικά (EPR 1,343 για τον κινητήρα Νο 1, 1,337 για τον Νο 2 και 1,332 για τον Νο 4) και το αεροπλάνο να μην είναι σε θέση να πάρει ύψος.

Στο αεροδρόμιο του Ελληνικού προς Βορρά υπήρχε ένα ύψωμα. Όσοι έτυχε να παρακολουθούν την απογείωση, είδαν το «Τζάμπο» να περνά το ύψωμα και αμέσως μετά να πέφτει και να χάνεται πίσω από αυτό. Όλοι περίμεναν να ακούσουν την συντριβή του.

Τα επόμενα λεπτά υπήρξαν πραγματικά δραματικά. Σύμφωνα με τις φήμες η επικοινωνία του πληρώματος με τον Πύργο Ελέγχου του αεροδρομίου είχε αντικείμενο την καταλληλότερη τοποθεσία στην οποία θα μπορούσαν να «ρίξουν» το αεροπλάνο για να υπάρξουν λιγότερα θύματα από το έδαφος, αναφέροντας το «γήπεδο του Πανιωνίου» (στη Νέα Σμύρνη).

Αμέσως μετά την απογείωση (20”) το πλήρωμα ανέβασε το σύστημα προσγείωσης και ο κυβερνήτης σύμφωνα με το σχέδιο πτήσης ξεκίνησε αριστερή στροφή. Ο δεύτερος κυβερνήτης που καθόταν πίσω από τον υπεύθυνο κυβερνήτη, βλέποντας την εξέλιξη της πτήσης έδειξε μεγαλύτερη ψυχραιμία, «έπεσε πάνω στα χειριστήρια» και διατήρησε το αεροσκάφος οριζόντιο ενώ παράλληλα αύξησε χειροκίνητα την ισχύ των κινητήρων No 1 και 2 στο μέγιστο δυνατό 30” μετά την πτώση της ισχύος των κινητήρων (“Go-around EPR”, 1,468 No 1, 1,460 No 2).

Το «Τζάμπο» πέταγε επί 325 δευτερόλεπτα με ταχύτητα 80 κόμβων, λίγα μόνο μέτρα πάνω από τις πολυκατοικίες, κόβοντας με τα καυσαέριά του τις κεραίες των τηλεοράσεων που υπήρχαν στις ταράτσες τους. Ο θρύλος αναφέρει ότι πέρασε ανάμεσα από τους πυλώνες φωτισμού του γηπέδου του Πανιωνίου στη Νέα Σμύρνη. Μετά όμως από τα πρώτα λεπτά, λόγω την μείωσης του βάρους του από την κατανάλωση του καυσίμου, το αεροσκάφος άρχισε αργά – αργά να κερδίζει κάποιο ύψος. Σύμφωνα με τις φήμες, διέσχισε το λεκανοπέδιο των Αθηνών, πέρασε μέσα από το «Σχιστό» και βγήκε στη θαλάσσια περιοχή της Ελευσίνας, όπου μπορούσε πλέον να κάνει απόρριψη καυσίμου και ελαφρύνοντας το βάρος του να κερδίσει σημαντικό ύψος που του επέτρεψε να κάνει στροφή, να επιστρέψει και να προσγειωθεί στο αεροδρόμιο του Ελληνικού.

Στα πρώτα δευτερόλεπτα που το αεροπλάνο έχασε το ύψος του, δεν γνωρίζουμε αν εκείνο που το κράτησε στον αέρα ήταν «το Χέρι του Θεού», ο «Άγιος» που είχε κάποιος ή κάποιοι από όσους βρίσκονταν μέσα, το αεροδυναμικό φαινόμενο του εδάφους (Ground Effect), ή η παρέμβαση του δεύτερου κυβερνήτη. Όμως σύμφωνα με τη φημολογία, η Μπόινγκ θεώρησε το περιστατικό σαν συντριβή του αεροσκάφους («Loss of wet thrust in a situation where the airplane was takeoff climb limited severely reduced the ability to continue the flight with any significant amount of positive climb gradient. Once thrust was manually increased at a coordination time of approximately 325 seconds, the airplane climbed out in a normal manner.»). Από την εποχή εκείνη η Μπόινγκ κατάργησε την έγχυση νερού στους κινητήρες, και εκδόθηκε υποχρεωτική οδηγία τροποποίησης του παγκόσμιου στόλου.

Πηγή: cretans.gr

Σχετικά άρθρα: