Σε Λυντζουριά και Ζαγοριά διδάσκονταν τα ελληνικά

Σε Λυντζουριά και Ζαγοριά διδάσκονταν τα ελληνικά

(Ερέθισμα από κείμενο ενός φίλου μου)

Στη Λυντζουριά – απέναντι από την πόλη του Αργυροκάστρου και στη Ζαγοριά – πίσω από το Τσαγιούπι – πριν εμφανιστούν τα αλβανικά γράμματα, οι μαθητές στα σκολειά και των δύο περιοχών μάθαιναν ελληνικά.

Ο Σωκράτης Κούτρας, από το Κακόζι το 1906 – 1910, έβγαλε το Δημοτικό δύο φορές. Πρώτα στην ελληνική.  Καθώς μπήκε η αλβανική και στην περιοχή του, στο χωριό του, στο σχολείο του, ξεκίνησε το Δημοτικό από την αρχή.

Σαν διακεκριμένο μαθητή, οι γονείς του, μετά την αποπεράτωση του σχολείου στο χωριό του, του εκπλήρωσαν το όνειρο. Του έδωσαν το μουλάρι και μια βελέντζα και τον έστειλαν να σπουδάσει διδασκαλική στο Νορμάλε του Ελμπασάν.

Πριν ξεκινήσει το δύσκολο, μακρινό ταξίδι του, οι γονείς τον συμβούλεψαν:

«Δεν έχουμε τίποτε άλλο. Μόλις φτάσεις στην πόλη, πουλάς το μουλάρι και με τα χρήματα που θα πάρεις, βολεύεσαι όσο μπορείς! Θα είσαι μακριά κι εμείς δεν μπορούμε να σε φτάσουμε!».

Με άριστα τελείωση το σχολείο ο Σωκράτης κι έγινε αξιέπαινος δάσκαλος.

Η Μάρθα Κορκάρη – Καραντζά, η φιλήσυχη γειτόνισσά μας, όταν ζούσε, έφερε για λίγο στο νου της τον υπέροχο δάσκαλό της, τον πράο Σωκράτη, που της έμαθε τα αλβανικά:

«Λέξεις, που δεν τις καταλαβαίναμε στην αλβανική, ο υπομονετικός μας δάσκαλος, μάς τις έλεγε στην ελληνική… Περπατούσε με το κεφάλι σκυφτό, όλο σκέφτονταν, κατέβαζε γνώμη…»   

(Ερέθισμα από κείμενο ενός φίλου μου)

Στη Λυντζουριά – απέναντι από την πόλη του Αργυροκάστρου και στη Ζαγοριά – πίσω από το Τσαγιούπι – πριν εμφανιστούν τα αλβανικά γράμματα, οι μαθητές στα σκολειά και των δύο περιοχών μάθαιναν ελληνικά.

Ο Σωκράτης Κούτρας, από το Κακόζι το 1906 – 1910, έβγαλε το Δημοτικό δύο φορές. Πρώτα στην ελληνική.  Καθώς μπήκε η αλβανική και στην περιοχή του, στο χωριό του, στο σχολείο του, ξεκίνησε το Δημοτικό από την αρχή.

Σαν διακεκριμένο μαθητή, οι γονείς του, μετά την αποπεράτωση του σχολείου στο χωριό του, του εκπλήρωσαν το όνειρο. Του έδωσαν το μουλάρι και μια βελέντζα και τον έστειλαν να σπουδάσει διδασκαλική στο Νορμάλε του Ελμπασάν.

Πριν ξεκινήσει το δύσκολο, μακρινό ταξίδι του, οι γονείς τον συμβούλεψαν:

«Δεν έχουμε τίποτε άλλο. Μόλις φτάσεις στην πόλη, πουλάς το μουλάρι και με τα χρήματα που θα πάρεις, βολεύεσαι όσο μπορείς! Θα είσαι μακριά κι εμείς δεν μπορούμε να σε φτάσουμε!».

Με άριστα τελείωση το σχολείο ο Σωκράτης κι έγινε αξιέπαινος δάσκαλος.

Η Μάρθα Κορκάρη – Καραντζά, η φιλήσυχη γειτόνισσά μας, όταν ζούσε, έφερε για λίγο στο νου της τον υπέροχο δάσκαλό της, τον πράο Σωκράτη, που της έμαθε τα αλβανικά:

«Λέξεις, που δεν τις καταλαβαίναμε στην αλβανική, ο υπομονετικός μας δάσκαλος, μάς τις έλεγε στην ελληνική… Περπατούσε με το κεφάλι σκυφτό, όλο σκέφτονταν, κατέβαζε γνώμη…»   

Σχετικά άρθρα: