Τα δροβιανίτικα πηγάδια
ΟΙ ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΜΑΣ
Του Θωμά Στεργιόπουλου
Υπάρχουν τόποι άνυδροι και χωριά που το νερό είναι λιγοστό και δυσεύρετο. Που οι άνθρωποι το κρατάν στις χούφτες τους, το προσκυνούν. Χωριό, όμως, που το νερό είναι αληθινός θρύλος, νομίζω ότι είναι η Δρόβιανη. Η λαϊκή ψυχή, τυραχνισμένη από τη δίψα, έπλασε σ’ αυτό τον τόπο θρύλους για το νερό. Είναι θρύλοι που δεν έχουν καμιά σχέση με το φανταστικό και το ανύπαρχτο. Που γεννήθηκαν σ’ έναν τόπο που δοκιμάζονταν αιώνια από την ξηρασία και τη δίψα κάνοντας τη ζωή μαρτύριο για τους ανθρώπους, τα ζωντανά και τα δέντρα.
Η λαϊκή παράδοση αναφέρει πως οι Δροβιανίτες φιλοξενούσαν το διαβάτη και τον περαστικό προσφέροντας αντί νερό που ’χε ζητήσει, κρασί. Γιαπί κρασί είχε (μπόλικο. Ολάκερη η Δρόβιανη ζώνονταν από αμπέλια. Και οι θρύλοι για το νερό συνεχίζονταν: Κάποτε έγινε μεγάλη ξηρασία. Και δεν έστυψαν μόνο τα δροβιανίτικα πηγάδια, πράγμα που συνέβαινε συχνά. Έστυψαν όμως και οι δυό αιώνιες πηγές που έπαιρνε νερό η Δρόβιανη. Η βρύση κάτω στο Κρόγγι και η πηγή του Ντριάνου, ψηλά στο δροβιανίτικο βουνό που έχει πιο κοντά το Ζερβάτι της Δρόπολης παρά τη Δρόβιανη. Και, τότε, λέει ο θρύλος, τότε που η αναβροχιά και η ξηρασία συνεχίστηκαν κι όλο το φθινόπωρο, οι Δροβιανίτες πήγαν και πήραν νερό στη Μπίστριτσα.
Κι όμως, σ’ αυτόν τον άνυδρο και ξερό τόπο, ρίζωσε και άνθισε ένα μεγάλο χωριό, με παμπάλαια ιστορία. Με πλούσια παράδοση και μόρφωση, με οικονομική δύναμη που το ανάδειξε κεφαλοχώρι στα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Εδώ η ζωή σώθηκε από τα δροβιανίτικα πηγάδια. Εκείνος, όμως, που δεν έτυχε ποτέ στη Δρόβιανη ίσως μπερδευτεί λιγάκι με τη λέξη πηγάδι. Θα το νομίσει νερό που τρέχει έστω και λιγοστό. Όχι! Εδώ στη Δρόβιανη το νερό δεν έπεσε ποτέ στη γη. Οι κάτοικοί του δεν είδαν ποτέ νερό – πηγή να τρέχει και να δροσίζει τον τόπο και τα χόρτα. Βέβαια υπάρχουν οι σερτοί, τα δροπολίτικα πηγάδια που σαν στο λαϊκό τραγούδι των εννιάδερφων, οι άνθρωποι ανέβαζαν το νερό από τα κατάβαθα. Τα δροβιανίτικα πηγάδια είναι το κάτι άλλο, που δύσκολα το συναντάμε στα χωριά μας. Σκαμμένα στην πέτρα, ολάκερες οργιές, με κείνες τις πέτρινες καμάρες τους, μοιάζουν σωστά τέμενα που η ζωή προσκυνούσε με δέος το νερό. Ακουμπάς να βγάλεις νερό και μπροστά σου έχεις μια κάτασπρη πέτρα που τη μάδισαν τα σκοινιά και μοιάζει με μαρμάρινη χτένα. Βλέπεις τη γυναίκα που μπαίνει μέσα τους και σκύβει κάτω απ’ το θόλο που τα βγάλσιμο του νερού σου θυμίζει ιεροτελεστία. Έτσι καλοχτισμένα, υγιεινά κι σεβάσμια, είναι τα δροβιανίτικα πηγάδια.
Στη Δρόβιανη το χτίσιμο του πηγαδιού απαιτούσε θυσίες. Ήταν πράξη και μέτρο ευεργεσίας και πατριωτισμού. Μια νέα πηγή νερού σ’ αυτό τον τόπο, λιγόστευε το βάσανο της δίψας, αλάφραινε τη μέση της γυναίκας. Ήταν μεγάλη τιμή για το Δροβιοινίτη να φτιάξει ένα πηγάδι και να τ’ αφήσει στους χωριανούς του και στις ερχόμενες γενιές, να πιούν νερό. Άνθρωποι πολυταξιδεμένοι, που έφταναν στα πέρατα της γης, στην Πόλη, στην Αλεξάνδρεια και στην Αμερική, οι Δροβιανίτες δεν ξεχνούσαν ποτέ το χωριό τους που υπόφερνε από λειψυδρία. Στέλναν από κει χρήματα με προορισμό να χτίσουν πηγάδια. Όλη αυτή τη λαϊκή αλληλεγγύη, οι Δροβιανίτες την άφησαν λαξεμένη στο μάρμαρο, γράφοντας έτσι ένα σπουδαίο χρονικό. Το χρονικό του νερού. Που σ’ αυτόν τον τόπο είναι και χρονικό της ίδιας της ζωής. Τα δροβιανίτικα πηγάδια, σαν σωστά μνημεία, κοσμούνται από μαρμάρινες πλάκες, που μαρτυρούν το σεβασμό των ανθρώπων μπροστά σε κείνους που τα ’φτιαξαν.
Καιρός, όμως, να σταθούμε μπροστά σ’ ένα από τα πολλά δροβιανίτικα πηγάδια. Μαρμάρινη πλάκα πάνω του γράφει: ΜΝΗΜΗ ΓΡΗΓΟΡΗ Γ. ΔΡΟΣΟΥ. Τα τέκνα ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ – ΕΛΛΗ, 1929. Κι από τα δροβιανίτικα πηγάδια που είναι μερικά, ας πάμε στο μεσοχώρι της Κάτω Δρόβιανης. Εδώ, σ’ αυτό το μέρος που συναντιότανε οι Δροβιανίτες, το νερό ήταν δυσεύρετο. Η εφεύρεσή του, απαιτούσε μεγάλες θυσίες. Κι έξοδα. Η μαρμάρινη πλάκα που κρατά το πηγάδι, έχει πάνω της μια επιγραφή που μοιάζει με έκκληση όασης προς το διψασμένο διαβάτη της ερήμου: Ο ΔΙΨΩΝ ΕΡΧΟΣ ΠΡΟΣ ΕΜΑΙ ΚΑΙ ΠΙΝΕΤΟ: ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΠΑΠΑΠΑΝΟΥ, ΠΕΤΡΙΔΗ. Απ’ την πίσω όμως μεριά του πηγαδιού άλλη μαρμάρινη πλάκα μαρτυρά τους ανθρώπους όπου ξόδεψαν κι επένδυσαν για να γίνει αυτό το έργο. Αυτή τη φορά είναι οι ξενιτεμένοι, Δροβιανίτες, μακριά, από τη χώρα του Νείλου: ΤΟΝ ΕΝ ΑΛΕΞΑΝΤΡΕΙΑ ΑΔΕΡΦΩΝ ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ ΠΡΑΤΣΚΑ, 1898.
Τέτοιες μαρμάρινες πλάκες θα βρείτε πολλές στη Δρόβιανη γιατί πολλά είναι και τα πηγάδια που έχουν ξεχωριστό όνομα. Έτσι ακούς να σου μιλάν για τα Δροσάτικα, το Πανωπήγαδο, το Χαλασμένο, την Κάναλη, το Καινούργιο και άλλα που βρίσκονται σκορπισμένα σ’ αυτό το μεγάλο και ευρύχωρο χωριό. Αληθινό, όμως, μνημείο αρχιτεκτονικής και σωστό υδραγωγείο, είναι το πηγάδι της Κάτω Δρόβιανης, η Κρίκω. Είναι ο μόνος τόπος, που ύστερα από αλλεπάλληλες ανασκαφές, βρέθηκε μια φλέβα αέναου νερού που άντεχε και το καλοκαίρι. Αυτό το νερό έπρεπε να γίνει χτήμα ολόκληρου του χωριού, ούτε στάλα δεν έπρεπε να πάει χαμένο. Το 1904 αποφασίσανε να το φτιάξουν πηγάδι. Είναι πηγάδι θολωτό, μεγάλο, με τέσσερις ξεχωριστές καμάρες, και μεγάλη χωρητικότητα νερού, που ο θόλος του αχάει από τη φωνή και το νερό που στάζει από πάνω σαν από την κλεψύδρα. Σ’ αυτό το πηγάδι με τις ξεχωριστές καμάρες, που μπορούν να πάρουν νερό ταυτόχρονα τέσσερις γυναίκες θα βρείτε το δέος μπροστά στο νερό και τη λαϊκή δικαιοσύνη, που ήξερε να διανέμει ίσια σε όλους τους κατοίκους του χωριού. Το νερό από την πρώτη καμάρα περνάει στη δεύτερη, απ’ εκεί στην τρίτη και στην τέταρτη. Είναι κάτι που σου θυμίζει τα συγκοινωνούντα αγγεία του Ντα Βίντσι. Αυτό το πηγάδι τα καλοκαίρια το φύλαγαν με σκοπιές για να μη γίνει κατάχρηση του νερού και για μια δίκαια διανομή, τότε που όλα διψούσαν.
Πηγάδι βαθύ, χτισμένο σαν σκαλισμένο στην πέτρα, κρατάει πάνω του τα ονόματα των ανθρώπων που συνεργάστηκαν για την ανέγερσή του. Δεν είναι έργο ενός ανθρώπου, μα πολλών. Ας αφήσαμε όμως τη μαρμάρινη πλάκα που φέρνει το έτος 1904 να μας τα πει καλύτερα. Είναι ολάκερο ντοκουμέντο: ΔΑΠΑΝΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΛΟΔΑΠΗ ΠΑΤΡΙΩΤΩΝ ΚΑΤΩ ΔΡΟΒΙΑΝΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ Κ. ΓΚ. ΜΑΝΟΥ, Σ. Β. ΧΑΤΖΟΛΟΥ, Β. Γ. ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ, ΑΡ. Σ. ΣΠΥΡΑΚΟΥ ΚΑΙ Ν. ΜΟΥΣΤΑΚΙΔΟΥ. Το τελευταίο είναι το όνομα του γνωστού δροβιανίτη λαογράφου Νικόλα Μουστακίδη, που δεν ήξερε να καταγράψει μόνο ήθη και έθιμα, λαϊκά τραγούδια, παραδόσεις και θρύλους του τόπου μας, μα να παίρνει μέρος και στην οικοδόμηση κοινόχρηστων έργων για το χωριό.
Διαβάζεις αυτά τα ονόματα τα λαξεμένα στο μάρμαρο που οι Δροβιανίτες το φέραν από μακριά, κι ένα σέβας, μια ευγνωμοσύνη για τις γενιές που πέρασαν, ανακουφίζει την καρδιά μας. Είναι φωνές αγάπης για τον τόπο, φωνές που έρχονται από το παρελθόν, φωνές ανθρώπων που φρόντισαν ν’ αφήσουν στις μεταγενέστερες γενιές το δικό τους μόχθο, το δικό τους πατριωτισμό. Το βάσανο του νερού, δεν τυραννούσε μονάχα τους Δροβιανίτες, που ζούσαν εδώ, μα και τους ξενιτεμένους που ήταν εκατοντάδες. Γιατί η Δρόβιανη είναι γνωστή σαν χωριό ξενιτεμένων. Σημάδι αγάπης και φιλοπαιτρίας των Δροβιανιτών είναι και ο ερχομός στη δεκαετία του ’30, γερμανού μηχανικού στη Δρόβιανη. Θυμούνται καλά οι παρήλικες του χωριού τον ξένο μηχανικό, που μήνες ολόκληρους έβαζε δυναμίτη και έσκαβε στους πρόποδες του Ντριάνου, ανοίγοντας σήραγγες. Όμως το έργο δεν έδωσε αποτελέσματα. Το νερό, η πηγή, που αιώνες έσκαβε να βρει η Δρόβιανη, δεν βρέθηκε.
Έτσι, απελπισμένοι οι κάτοικοι αποφάσισαν να επιζήσουν με τα κοινόχρηστα πηγάδια που τα ’βλεπαν με καρδιοχτύπι να λιγοστεύουν τα νερά, να κατεβαίνουν, σαν να ’θελαν να χαθούν για πάντα. Αυτά ήταν τα αίτια που το νερό στη Δρόβιανη προσκυνούντον από τους ανθρώπους κι έκανε τα πηγάδια τόπους ιερούς. Σε καμιά νοικοκυρά δεν επιτρέπονταν να πλύνει εκεί κοντά. Κάθε τόσο οι Δροβιανίτες καθάριζαν τα πηγάδια, τα πλένανε όπως τα νεροδοχεία.
Εκτός από το νερό στα πηγάδια επιτρέπονταν και ο έρωτας. Λέω ο έρωτας, γιατί εδώ στις πολύωρες στάσεις και στα νυχτέρια των κοριτσιών, που περίμεναν να γεμίσουν τις βαρέλες, βρίσκαν ευκαιρία τα δροβιανίτικα παιδιά, που γύριζαν από την ξενιτιά, να ιδούν, να γνωρίσουν και να κουβεντιάσουν με τις έμορφες.
Είναι γνωστό πως η Δρόβιανη έχει πλούσια βοσκοτόπια: το Μαραντόβουνο, το Κουρί της Πίκου, το Ντριάνο κι άλλα λιβάδια κρατούσαν πολλά κοπάδια με γιδοπρόβατα. Γι’ αυτό οι Δροβιανίτες έφτιαχναν πηγάδια στα βοσκοτόπια. Πώς αλλιώς να ξεδιψάσει όλο αυτό το βιό; Το πηγάδι του Φλώρου, της Ρογκοβίτσας κι άλλα πηγάδια αλάργα από το χωριό, κρατούσαν νερό για τα ζωντανά, που εδώ στη Δρόβιανη το μοιράζονταν μαζί με τους ανθρώπους.
Όμως δεν ήταν λίγα τα καλοκαίρια που τα δροβιανίτικα πηγάδια έστυβαν και τότε το χωριό έπαιρνε το δρόμο για τη μακρινή βρύση, κάτω στο Κρόγγι, ή ανέβαινε τη σπαθωτή βουνοπλαγιά του Ντριάνου. Αυτή η εξαντλητική δουλειά έσπρωξε τους Δροβιανίτες να φτιάξουν στέρνες, που σήμερα τις βρίσκομε στα περισσότερα σπίτια. Αξίζει να γνωρίσει ο αναγνώστης τον τρόπο που έφτιαχναν το εσωτερικό της στέρνας. Δεν αλείφονταν με πηλό, μα με κορασάνι. Αυτό, λοιπόν το κορασάνι, με το οποίο άλειφαν τον πάτο της στέρνας φτιάχνονταν από τριμμένο κεραμίδι που ανακατεύονταν με το ασπράδι του αβγού. Φανταστείτε πόσα αβγά χρειάζονται να αλείψεις μια στέρνα. Κι εδώ, όπως στα πηγάδια, συνεχίζεται η δροβιανίτικη ομοψυχία, γνωστή στους αιώνες. Ολάκερο το χωριό σηκώνεται και φέρνει αβγά στο σπιτονοικοκύρη, που φτιάχνει στέρνα.
Σήμερα τα δροβιανίτικα πηγάδια, συνεχίζουν να τροφοδοτούν μαζί με τις δεκάδες στέρνες με νερό το χωριό. Το νερό, όμως, συνεχίζει να είναι εδώ το πιο δυσεύρετο αγαθό, που πάντα το πεθύμισε ο τόπος, που το ονειρεύτηκαν οι Δροβιανίτες στους αιώνες. Σ’ ένα από τα δροβιανίτικα πηγάδια, χτισμένο εκατό χρόνια, πριν, βρίσκομε χαραγμένο αυτό το βάσανο της Δρόβιανης με μια δραματική μορφή που σου θυμίζει αρχαία επιγραφή κι είναι τρόπαιο της ζωής που πάλεψε εδώ με την ξηρασία και το βάσανο του νερού. Είναι κάτι που σε ξαφνιάζει και σε ρίχνει σε συλλογισμούς, με τον ρητό του λόγο, που διαπιστώνει και συμπυκνώνει το δράμα του νερού, στη Δρόβιανη:
ΦΡΕΑΡ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΑΝΟΥ
ΑΠΑΛΛΑΓΗ ΒΑΣΑΝΟΥ
ΒΡΥΣΕΩΣ ΚΑΙ ΝΤΡΙΑΝΟΥ
Ναι. Απαλλαγή βασάνου. Του μεγάλου βάσανου του νερού που συχνά οι Δροβιανίτες το κουβαλούσαν από τη βρύση και το Ντριάνο, ώρες μακριά από το χωριό. Έτσι ονομάζει ο ιδρυτής εκείνο το μικρό πηγάδι που εξασφάλιζε νερό σε τέσσερεις πέντε οικογένειες. Όμως το δράμα του νερού εδώ στη Δρόβιανη δε μπόρεσαν να το λύσουν μήτε οι θυσίες των ξενιτεμένων στα πέρατα της γης Δροβιανιτών, μήτε οι άνθρωποι που συνεργάζονταν και έφτιαχναν πηγάδια και στέρνες. Σύντομα, το περιζήτητο νερό της βρύσης, που οι Δροβιανίτες κουβαλούσαν ώρες μακριά, ανεβαίνοντας το βουνό, θα μπει στα δροβιανίτικα σπίτια, θα σβήσει την αιώνια δίψα αυτού, του τόπου, σβήνοντας από την παράδοση τον παλιό θρύλο του νερού, που κάποτε φτάνανε μέχρι τη Μπίστριτσα να το πάρουν. Και θα προσθέσει έναν άλλο, καινούργιο θρύλο, το θρύλο του σοσιαλισμού, που ανέβασε το νερό από τη «Βρύση» στη Δρόβιανη, ανοίγοντας χιλιόμετρα ολόκληρα με πέτρα. Τα δροβιανίτικα πηγάδια και οι μαρμάρινες πλάκες τους, με τις σπουδαίες μαρτυρίες αληθινά κειμήλια του χωριού, που πρέπει να διατηρηθούν με ευλάβεια θα μαρτυρούν στις νέες γενιές πως εδώ στη χιλιόχρονη Δρόβιανη, λύθηκε για πάντα το αιώνιο δροβιανίτικο βάσανο. Το βάσανο του νερού. Και τότε η Δρόβιανη, που ποτέ δεν της έλειψε η πάστρα, το πράσινο και τα λουλούδια, θα γίνει πιο όμορφη, πιο πλούσια.
Από τώρα οι Δροβιανίτες ζούνε με το όραμα του μελλοντικού χωριού τους, που κελαηδάν στις αυλές οι βρύσες και τραγουδάει το νερό στους μαστραπάδες και στις καρδιές, που τόσο δίψασαν. Που τόσο λάτρεψαν το νερό.
(Αποσπάσματα) «Λαϊκό Βήμα», 16.9 και 20.9.1990