«Φέρτε μου έναν ‘Πισκοπιανό…!»

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ
Πέρασε από στόμα σε στόμα η παρακάτω ιστορία του παππο – Μήτρου Κουρούνη.
Διέσχισε κάπου 4 – 5 ζωνάρια ανθρώπων κι έφτασε ατόφια ως τις μέρες μας.
Κάθισε σταυροπόδι η ιστορία αυτή στη μνήμη του απόγονού του, καλού φίλου μας, Παντελή Γκόλε, που μας την αφηγείται ελκυστικά:
«Ήταν τσαρουχάς στο επάγγελμα ο παππο – Μήτρος. Τα δίμιτα άβγαλτα από το κορμί του, μια ζωή. Τα τσαρούχια αξεκόλλητα από τα κουρασμένα πόδια του…Κάθονταν παραστιά στην ομπλή κι όλο σκαρήκευε, συγύριζε με το τσιμπίδι τ’ αναμμένα κούτσουρα στο τζάκι.
Έφυγε στα 80 της χρόνια η γυναίκα του και αυτός – σκληρό καρύδι – συνέχισε να ζει τη δεύτερη ζωή.
Με το σιμούργκισμα έλεγε σε δισέγγονη – τρισέγγονή του, σε όποια τύχαινε να βρίσκονταν εκείνη τη στιγμή κοντά του:
– Για κοίτα, βάλε μου κάτι στο σουφρά, για να δειπνήσω!
Καθώς την έβλεπε ν’ ανησυχεί, γιατί δεν είχε πολλά πράγματα το σπίτι, την ορμήνευε:
– Μη χολιάζεις καθόλου καλή μου κοπέλα, μη μαραζώνεις για το τίποτε! Άρπαξέ μου ένα πισκοπιανό (κρεμμύδι) από την αρμάθα και φέρτο μου εδώ. Να το τσιολήσω με τη φτέρα θέλω. Να του διώξω την κάψα, τη λύσσα την πολλή. Και λίγη λιπανή μετά απ’ τη δόγα… Κι αυτό είναι όλο, πέρασε η νύχτα…
Αφού γέμιζε την κοιλιά, έριχνε τη βαριά κάπα στους ώμους του και του ‘δινε για τη Νεροσορμή. Να τον πάρει δίπλα στα χαλίκια, να κοιμηθεί εκεί στη φύση, κάτω από την κούπα του ουρανού με τα αναμμένα άστρα. Στον καθαρό αέρα…».
…Κι έζησε ο παππο – Μήτρο Κουρούνης 117 χρόνια. Δυο ζωές, απανωτές.
Υστερόγραφο:
Η φωτογραφία, που συνοδεύει το κείμενό μας, είναι τραβηγμένη περίπου το 1920 με ’25. Την παρέδωσαν οι συγγενείς του παππού σε ζωγράφο και την αντέγραψε πιστά.
Η παλιά εικόνα σε παρασύρει για να κάνεις το εύλογο ερώτημα:
– Ποιος τάχα να ήταν ο φωτογράφος που έβαλε τον πάππο – Μήτρο Κουρούνη να καθίσει απέναντί του στο ξύλινο σκαμνί και με τι είδος φωτογραφική μηχανή τον αποθανάτισε εκείνη τη δύσκολη εποχή;!
Ασφαλώς σε πολύ μεγάλη ηλικία πόζαρε ο παππο – Μήτρος. Θα κόντευε σίγουρα ή μάλλον θα είχε περάσει κάπως τον αιώνα. Γεγονός που το μαρτυρεί το γέρικο γερτό κορμί του, μαζεμένο κουβάρι.