Η ΖΑΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΜΥΛΩΝΑ

Η ΖΑΒΟΛΙΑ ΤΟΥ ΜΥΛΩΝΑ

Το παρακάτω γεγονός ο Θανάσης Τζούμπας το ξεκόβει από το ιστορικό των Σωφρατίκων, που το σύνταξε, το επιμελήθηκε και τώρα, όλο το υλικό συγκεντρωμένο σε βιβλίο, βρίσκεται στα χέρια του αναγνωστικού κοινού.

Υπαγορεύει, μ’ άνεση ο Θανάσης, κι εγώ γράφω:

«Το ’55 με ‘56 το κράτος φρόντισε ώστε και το χωριό μας, σαν κέντρο της περιοχής, από τη στιγμή που σουρούπωνε κι ως τις 10 της νυκτός, να είχε φως. Μετά, όποιος ήθελε να ξενυχτήσει, ας άναβε το καντήλι.

Παρήγαγε το ρεύμα ένα μοτέρ πετρελαίου dizel, εγκατεστημένο σε κτίριο, κοντά στη βρύση του χωριού.

Καθόρισαν, ν’ ανάβει και να σβήνει το μοτέρ, το μυλωνά του χωριού, που ήξερε και να το συντηρεί.

Σε γάμους, σε πανηγύρια … ο Κίτος Γκούτζος, φρόντιζε να είναι όλη τη νύχτα φωτισμένο το χωριό.

Η Δερβιτσάνη, το χωριό του, ήταν μακριά. Συνήθως κατακουρασμένος από δυο δουλειές, μπερδεμένος κάπως κι από το ποτό, έπεφτε ξερός, σ’ ένα ξυλοκρέβατο, στο «τσεντράλι»,.

Ούτε καταλάβαινε τις γυναίκες – την αδυναμία του – που με το ζεστό νερό του μοτέρ, σχεδόν όλη τη νύχτα έπλεναν, τα ρούχα της οικογένειας, σε σκάφη.

Όταν είχε ορισμένες υποχρεώσεις, ο Κίτος έκανε τη ζαβολιά του:

Έριχνε στο ντεπόζιτο τόσο πετρέλαιο, ώστε να ‘σβηνε το μοτέρ στις 10 η ώρα, εννοείται της νυχτός.

Συχνά, από βροχές και αστραπές, το χειμώνα διακόπτονταν το ρεύμα.

Ρωτούσαν το πρωί οι χωριανοί τον υπεύθυνο αυτής της δουλειάς: «Κίτο, γιατί δεν είχαμε ψες φώτα;».

Ο Κίτος: «Είχε μάσα (βραχυκύκλωμα) το μοτέρ».

Σωφρατικινός ραψωδός, τότε έστησε δύο στίχους, για το γεγονός αυτό:

«Το μοτόρι κάνει μάσα

και ο Κίτος τρώει πράσσα».

(Στη φωτογραφία «το τσεντράλι», από το προσωπικό αρχείο του Θανάση Τζούμπα).

Σχετικά άρθρα: