Μενέλαος Ζώτος – Ένας παθιασμένος Βορειοηπειρώτης
ΠΡΟΣΩΠΑ ΑΓΩΝΙΣΤΩΝ
ΙΩΑΝΝΑ ΖΩΤΟΥ-ΡΕΝΤΖΟΥ
Η πορεία ζωής του Μενέλαου Ζώτου υπήρξε δεμένη στο άρμα της μοίρας του βορειοηπειρωτικού ελληνισμού. Σα να το ’χε αποφασίσει πριν απ’ αυτόν η ιστορία, όταν έκλειναν τα σύνορα ανάμεσα σε Ελλάδα κι Αλβανία κι ο πατέρας του, ο παππούς μου Σωκράτης Ζώτος βρισκόταν στα Γιάννινα, την ώρα που η οικογένειά του στο πέτρινο δίπατο σπίτι, στην πλατεία της Πολύτσανης, έμελλε να ‘ναι στην αντίπερα όχθη. Δραστήριος έμπορος, φλογερός πατριώτης, αφοσιωμένος οικογενειάρχης, ο παππούς είχε την οξυδέρκεια και το ένστικτο ν’ αντιληφθεί αμέσως ότι άρχιζε μια σκοτεινή περίοδος για το χώρο της Βορείου Ηπείρου που δεν άφηνε κανένα περιθώριο για επιλογές. Στέλνει ανθρώπους του να φέρουν την οικογένειά του κοντά του στα Γιάννινα. Πρόκειται για μια ιστορία τραγικού ξεριζωμού, από τις πολλές αυτού του τόπου, που θα στοιχίσει στην οικογένεια την απώλεια ενός γιου. Ο μεγάλος αδερφός του πατέρα μου, ο Χρήστος, θα μείνει για πάντα στη Βόρειο Ήπειρο, από συγκυρία τραγική, και εξόριστος, πικραμένος και στιγματισμένος γιος επάρατων εχθρών του λαού, θα πεθάνει 40 μόλις χρονών, χωρίς ποτέ να δει την οικογένεια.
Ο πατέρας μου ανήκει σε εκείνες τις γενιές των ανθρώπων που έζησαν κατά τρόπο τραγικά προσωπικό, τον παραλογισμό που συχνά επιβάλλουν και τη δυστυχία που επιφέρουν πολιτικές ιδεοληψίες και πρακτικές, πολιτικές συμπαιγνίες και συσχετισμοί διεθνών συμφερόντων. Ανήκει όμως συνάμα και σε εκείνους τους λίγους, ξεχωριστούς που κατάφεραν να χειριστούν την προσωπική, οικογενειακή κι εθνική τραγωδία, έτσι ώστε να μετατρέψουν τον πόνο σε όραμα και δημιουργική δράση.
Το βορειοηπειρωτικό ζήτημα, φιλτραρισμένο μέσα από την εγγενή ανθρώπινη ευαισθησία του, την προσήλωσή του σε ιδανικά, την ενεργητικότητα, την παραγωγικότητα του μυαλού του, την τόλμη και την αγωνιστικότητα μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του, έγινε από νωρίς το κέντρο της ζωής του. Το Ι.Β.Ε. που στέγασε την αγάπη του για τον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό και την πολυδιάστατη ιστορική, πολιτική, λαογραφική, κοινωνιολογική και άλλη ενασχόληση του ιδίου και των συνεργατών του, μ’ αυτόν τον ελληνισμό, τα δύο βιβλία του, το Δημοτικό Τραγούδι της Βορείου Ηπείρου και η Πολύτσανη της Βορείου Ηπείρου, αποτελούν μέρος μόνο της αφοσίωσης του στα βορειοηπειρωτικά πράγματα. Κι είναι τα ατελείωτα γραψίματα, οι πολλές του διαλέξεις, η καθημερινή του επαφή με ανθρώπους του χώρου, προκειμένου να στηρίξει ηθικά και υλικά τη μειονότητα, που τον κατατάσσουν στην πρώτη γραμμή των αγωνιστών αυτού του τόπου. Είναι ακόμη οι πολύχρονες σθεναρές διεκδικήσεις του με τόλμη και παρρησία προς όλες τις κατευθύνσεις, για εθνικά και ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά κυρίως η άδολη αγάπη του, η έγνοια και η αγωνιά του για τα μικρά και τα μεγάλα, τα καθημερινά, τα προσωπικά, τα ανθρώπινα όσο και για τα γενικότερα και σημαντικότερα ζητήματα των Βορειοηπειρωτών, που καταξιώνουν την παρουσία και τη δράση του.
Μόνο βαθιά συγκίνηση και μεγάλη περηφάνια, μου γεννά ο σεβασμός, η παραδοχή, αλλά κυρίως η αγάπη με την οποία μιλούν για το όνομα του πατέρα μου, 5 χρόνια μετά το θάνατό του, όσοι, απλοί ή σπουδαίοι, έτυχε να τον συναπαντήσουν ως φίλοι, γνωστοί, συνοδοιπόροι μόνιμοι ή περιστασιακοί ή ακόμη κι ως διαφωνούντες, που δεν μπόρεσαν όμως να μην αναγνωρίσουν σ’ εκείνον έναν ωραίο άνθρωπο που ονειρεύτηκε όνειρα μεγάλα, αγωνίστηκε γενναία γι’ αυτά, ευτύχησε να ζήσει κάποιων σχεδίων την ευόδωση και πέθανε έχοντας δώσει όση περισσότερη αγάπη μπόρεσε.