Θεοχάρης ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ – ο πατριώτης, ο αγωνιστής, ο επιφανής χειρουργός από την Δούβιανην

Θεοχάρης ΚΑΡΒΟΥΝΗΣ – ο πατριώτης, ο αγωνιστής, ο επιφανής χειρουργός από την Δούβιανην

ΠΟΡΤΡΕΤΑ

Ιατρός, γεννηθείς εις τήν Δουβιανήν τό 1874. Διακρινόμενος από παι­δικής ηλικίας διά τήν όρεξιν διά γράμματα καί σπουδάς, άλλα καί διά τήν μαχητικότητα, ένεγράφη, μετά τήν άποφοίτησιν έκ τοΰ δημοτικού σχο­λείου τοΰ χωρίου του εις τό γυμνάσιον τής Κέρκυρας, καί μετά τάς γυμνασιακάς σπουδάς έφοίτησεν εις τήν Ίαπρικήν Σχολήν τοΰ Πανεπιστη­μίου Αθηνών. Πτωχός καί όρφανός πατρός, με μόνον έφόδιον τήν αισιοδο­ξίαν καί τήν έργατικότητα, παρά τάς οίκονομικάς δυσχερείας, κατώρθωσε νά τελειώση τάς σπουδάς του εις τάς Αθήνας, παραδίδων μαθήματα εις διαφόρους οικογένειας διά νά κερδίση τά έξοδα τής ζωής εις τάς Αθήνας, όπου ή ζωή, κατά τά χρόνια έκεΐνα ήταν δυσκολωτάτη καί μόνον οί πλού­σιοι Ήπειρώται κατόρθωναν νά σπουδάσουν. Λαβών τό πτυχίον του κατά τάς άρχάς τοΰ 1900, ήσκήθη εις διάφορα νοσοκομεία είδικευθείς εις τήν Χειρουργικήν καί τήν Δερματολογίαν. Φύσις όμως ανήσυχος καί φιλομα­θής, τό 1904 λαμβάνει μέρος εις προκηρυχθέντα διαγωνισμόν υποτρόφων διά μεταπτυχιακάς σπουδάς εις Γερμανίαν καί έπιτυχών εις αυτόν, μετεκ­παιδεύεται επί τριετίαν εις Λειψίαν.

Οί Βαλκανικοί πόλεμοι του 1912 – 13 ευρίσκουν τόν Θεοχάρην Καρβούνην εις τάς τάξεις τού Στρατού ώς στρατιωτικόν ιατρόν καί μάλιστα αρχίατρον. Ώς τοιοΰτος ηύτύχησε νά λάβη μέρος εις τήν Στρατιάν Ηπεί­ρου καί νά έγκαταστήση τό Χειρουργεΐόν του εις τήν Φιλιππιάδα, άπό τήν όποιαν όρμώμενος, έφθανε μετά των συμπολεμιστών του εις τάς πρώτας γραμμάς τοΰ πολιορκημένου Μπιζανίου, κατά τόν βαρύτατον εκείνον Η­πειρωτικόν χειμώνα τοΰ 1912, όστις έχάρισε τήν ελευθερίαν εις τήν Ήπει­ρον. Τήν 21 Φεβρουάριου 1913 ό Θεοχάρης Καρβούνης, ώς αρχίατρος τής Δευτέρας Μεραρχίας ύπό τόν στρατηγόν Καλλάρην είσήλθεν εις τά Ιωάν­νινα καί έγκατέστησεν αμέσως τό Χειρουργεΐον του εις τό Κάστρον τών Ίωαννίνων. Τόν επόμενον μήνα, μετά τήν προέλασιν τοΰ Στρατοΰ πρός τό Άργυρόκαστρον καί τό Τεπελένι, ό Θεοχάρης Καρβούνης έπεσκέφθη τήν πατρίδα, τήν Δουβιανήν καί τό Άργυρόκαστρον, άπό όπου πρό έτών εΐχεν αναχωρήσει μικρός καί απροστάτευτος, γενόμενος δεκτός μετά πολ­λών τιμών καί περιποιήσεων ύπό τών συμπατριωτών του, τους όποιους ένεθάρρυνε νά είναι έτοιμοι καί παρεσκευασμένοι ψυχικώς διά τήν προστα­σίαν τής πατρίδος, ή όποια έκινδύνευεν άπό τήν Ευρωπαϊκήν Διπλωμα­τίαν νά παραχωρηθή εις τό ύπό κατασκευήν τότε αλβανικόν κρατίδιον.

Ό δεύτερος Βαλκανικός πόλεμος, ό πόλεμος έναντίον των Βουλγά­ρων, έφερε τόν άρχίατρον Θεοχάρην Καρβούνην εις τά πεδία των μάγων της Δοϊράνης, Κιλκίς, Λαχανά. Άνω Τζουμαγιάς και των στενών της Κρέσνας. Άποσυρθείς των τάξεων τοϋ Στρατού, μετά τόν πόλεμον, παρά τάς παρακλήσεις τοΰ διοικητοΰ του νά παραμείνη εις τό στράτευμα, έξήσκει την ιατρικήν είς Αθήνας, άποφασίσας νά πολιτευθή παρά τό πλευρόν τοΰ ’Ίωνος Δραγούμη, μετά τοΰ όποιου συνειργάζετο, ώς διηγείτο ό ί­διος, κατά τήν πρωίαν τής 30 Ιουλίου 1920, τό απόγευμα τής οποίας ό Ίων Δραγούμης έδολοφονεΐτο παρά τήν λεωφόρον Κηφισίας. Ενθουσιώ­δης πατριώτης, φανατικός βασιλόφρων, έζησε τό δράμα τοΰ Διχασμού είς Αθήνας μέχρι τής Μικρασιατικής καταστροφής, ή όποια έπλήγωσε βαθύτατα τόν τέως άρχίατρον τής ένδοξου δευτέρας Μεραρχίας, διά τούτο καί πλήρης πικρίας καί άπογοητεύσεως αναχωρεί διά τήν Αίγυπτον, όπου έγκαθίσταται όριστικώς. Κατά τό 1933, ένθαρρυνόμενος υπό τοΰ τότε κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος, έπιστρέφει είς Ελλάδα, προτιθέμενος νά πολιτευθή. Διαφωνήσας όμως μέ τήν διοίκησιν τοΰ Λαϊκού Κόμματος, έτάχθη ύπό τάς σημαίας τοΰ Ριζοσπαστικού Κόμματος, έκθέσας «υποψηφιότητα είς τήν “Ηπειρον. Άποτυχών όμως είς τάς έκλογάς, ιδρύει τό έπόμενον έτος 1935 τόν «Πανηπειρωτικόν Πολιτικόν Σύλλογον Αθηνών καί Περιχώρων «Τό Μπιζάνι», σκοπός τοΰ όποιου ήτο, ώς άναφέρεται εις τό καταστατικόν αυτοΰ «ή έξυπηρέτησις τών γενικών ζητημάτων τής έλευθέρας καί μή Ηπείρου, ώς καί ή σύσφιγξις τών σχέσεων καί ή προαγωγή τών συμφε­ρόντων τών Μελών αυτοΰ». Ώς πρόεδρος τοΰ εν λόγω Συλλόγου αγωνί­ζεται διά τά συμφέροντα τής Ηπείρου, τά Ηπειρωτικά κληροδοτήματα, τό όδικόν δίκτυον τών όρεινών περιοχών τής Ηπείρου καί διαρκώς έχει έστραμμένην τήν προσοχήν του προς τήν αλύτρωτον πατρίδα, συνεργαζόμενος στενώς μετά τοΰ έν Άργυροκάστρω έγκατεστημένου έξαδέλφου του Βασιλείου Σαχίνη. Τήν Δουβιανήν καί τό Άργυοόκαστρον έπεσκέφθη δύο φοράς κατά τήν χρονικήν έκείνην περίοδον, τό 1936 καί τό 1937, έξαναγκασθείς κατά τό δεύτερον ταξίδι ύπό τών αλβανικών αρχών νά έγκαταλείψη τό Άργυρόκαστρον, διότι αί ένέργειαί του ήσαν ύποπτοι καί άντιαλβανικαί.

Κατά τάς παραμονάς τοΰ Έλληνοϊταλικού πολέμου τοΰ 1940 ό Θεοχάρης Καρβούνης φοβούμενος διά τάς άντιιταλικάς του ένεργείας είς τήν Άλβανίαν, ήναγκάσθη νά άναχωρήση είς Αίγυπτον, όπου παρέμεινε μέχρι τέλους τοΰ πολέμου. Έπιστρέψας είς Ελλάδα μετά τήν άπελευθέρωσιν, ένδιαφέρεται κυρίως διά την τύχην τής Βορείου Ηπείρου, τής οποίας τό μέλ­λον έκρίνετο τόν Σεπτέμβριον τοΰ 1946 είς τό Συνέδριον τών Παρισίων. Πικραμένος καί τραυματισμένος ψυχικώς διά τήν άτυχή έκβασιν τοΰ Βορειοηπειρωτικοΰ, έπιστρέφει είς τήν Αίγυπτον καί άρθρογραφεΐ είς τάς έλληνικάς έφημερίδας της Αίγυπτου περί του Βορειοηπειρωτικοΰ ζητήματος.

Τό 1953, έπί Κυβερνήσεως του Στρατηγού Παπάγου, έρχεται εις Α­θήνας καί άνακινεΐ τό Βορειοηπειρωτικόν, άλλα τό κλίμα δυστυχώς δεν είναι κατάλληλον. Τό Βορειοηπειρωτικόν εΐχεν αρχίσει να παραμελήται καί ή προσοχή τοΰ τότε Κυβερνήτου είχε στραφή προς τήν Κύπρον. Χαρα­κτηριστικά είναι όσα έγραφε κατά τήν έποχήν έκείνην ο Θεοχάρης Καρβούνης:

«Τό Βορειοηπειρωτικόν ζήτημα έφτασε πλέον εις τοιοΰτον σημεΐον, ώστε νά χρήζη αμέσου έπιλύσεως. Ή Κυβέρνησις τοΰ Στρατηγού Παπάγου έχει ύπο- χρέωσιν άπέναντι αύτής ταύτης τής ιστορίας τής Ελλάδος, νά δώση τέλος εις μίαν θλιβεράν κατάστασιν μιας έλληνικής έπαρχίας στεναζούσης αδίκως καί παρά πάσαν ηθικήν, ύπό τό πέλμα ένός των σκληρότερων καταχτητών. Άλλα νομίζω, ότι χρειάζεται συγχρόνως μία πλήρης Εθνική διαφώτισις τοΰ Πανελλη­νίου, έπί τοΰ σημείου εις δ εύρίσκεται τό Βορειοηπειρωτικόν, καθώς καί ο ρό­λος τόν όποιον παίζουν οί διάφοροι παράγοντες. Νά διαφωτισθή έπί τέλους τό Ελληνικόν κοινόν περί τής ύφισταμένης πραγματικότητος. Πρό παντός νά διαφωτισθή τό ξένον κοινόν έπί τής αύτής καταστάσεως, έφόσον τά συμφέροντα τοΰ “Εθνους τό έπιβάλλουν. Νά παρακολουθήσουν οί αρμόδιοι έκ τοΰ σύνεγγυς τήν κίνησιν καί τάς ένεργείας τής Αλβανικής προπαγάνδας καί νά ένημερώσουν καταλλήλως τούς ένδιαφερομένους. Τέλος νά τονωθή τό έκπεσόν ήθικόν φρόνημα των Βορειοηπειρωτών, ελευθέρων καί μή, καί νά δοθή εις αύτούς έπί τέλους μία θετική άπάντησις: νά έλευθερωθή ή Πατρίς των ναί ή όχι. Θά έξακολουθήση επ’ άπειρον τό μαρτύριον τών ύποδούλων άδελφών μας; Ή πείρα μάς έδίδαξεν, ότι ήνωμένοι καί ομονοοΰντες έθαυματουργήσαμεν, ένώ διηρημένοι, άλληλομαχοΰντες καί άκέφαλοι, έσχομεν τραγικάς συνέπειας. Τό ζήτημα τής ένώσεως τής Βορείου Ηπείρου μας μέ τήν Μητέρα Ελλάδα, πρέπει άπό τοΰδε καί εις τό έξής νά λάβη τήν πρέπουσαν κατεύθυνσιν. Σήμερον δέν είναι αρκετόν νά έχη τις δίκαιον. Πρέπει νά έχη καί τήν δύναμιν νά τό διεκδικήση…»

(Θεοχάρη Καρδούνη, Εθνική Διαφώτισις έπί άγνώστων πτυχών του Βορειοηπειρωτικοΰ Ζητήματος, Αλεξάνδρεια, 1954, σελ. 14). Ό Θ. Καρβούνης άπέθανεν έν Άθήναις πλήρης ήμερων τήν 28 Μαρτίου 1971 καί έτάφη εις τό Γ’ Νεκροταφεΐον Αθηνών.

(Νικόλαου Κ. Παπαδόπουλου, “Η Δούβιανη της Δροπόλεως Β. Ηπείρου”, Αθήναι 1970)

Σχετικά άρθρα: