Γιατί χτυπάμε ξύλο στο κακό;

Γιατί χτυπάμε ξύλο στο κακό;
Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία[1] οι Δρυάδες (ενικός: η Δρυάς) ήταν Νύμφες των δασών. Το όνομά τους προέρχεται από τη Δρυς. Σύμφωνα με την παράδοση, ήταν νύμφες των δέντρων, ειδικά των βελανιδιών, κάτω από τις οποίες ζούσαν. Οι αρχαίοι τις διέκριναν από τις Αμαδρυάδες, οι οποίες ήταν οι ψυχές των φυτών και ζούσαν όσο και αυτά, ενώ οi Δρυάδες ήταν αθάνατες[2].

Αν και από τον Όμηρο είναι γνωστές πολλές ονομαστές νύμφες, εντούτοις δεν αναφέρονται αυτές. Οι Δρυάδες μαζί με τις Ορειάδες ή Ορεστιάδες, συνόδευαν τους Ολύμπιους θεούς στα όρη και τις χαράδρες και ιδιαίτερα συνέρχονταν ερωτικά μέσα σε ωραία σπήλαια με τους Σειληνούς και τον Ερμή, παίζοντας και αστειευόμενες με τον Απόλλωνα, τον Πάνα, τον Πρίαπο κ.ά. Συχνά τις Δρυάδες φαίνεται να τις καταδίωκαν οι Σάτυροι.

«Αρχομένου του μηνός Αυγούστου μέχρι της 15 αυτού, ήτοι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αι εξ επαγγέλματος λευκάστραι διακόπτουσι τας εργασίας των όπως αι Δρυμάδες λέγουσαι ότι αι δρύμαι τη λίμνης (Καστοριάς) κόπτουσι τα πανιά των». [3]

Οι συνοδίται μου, άφωνοι ως οι ιχθείς, έντρομοι υπέρ το δέον και κεκυφότες, ταπεινώς συνέστελλον και αυτόν της αναπνοής των το ελάχιστον ήχον, από φόβον μήπως αναδύσωσιν εκ του Ταρτάρου οι Άρπυιαι και τους καταφάγωσιν. Έκαστον κίνημα φύλλου, πας μακρόθεν προερχόμενος κρότος ρυάκων, κάθε πάταγος κλάδου και η εκ συγκυρίας κατάπτωσις λίθου εκ βράχων ανώρθωνε τας τρίχας της κεφαλής των και τους απέλπιζεν. Ούτως ηθικώς διετέλουν καθ’ άπασαν την οδοιπορίαν μας μέχρι των σερβικών ορίων.[4

Μεταξύ των Δρυάδων γνωστότερες ήταν η Ερατώ, η οποία με τον Αρκάδα απόκτησε τον Αζάνα, τον Αφείδαντα και τον Έλατον, η Φιγαλία και η Τιθορέα, από τις οποίες και οι σχετικές πόλεις της Αρκαδίας και της Φωκίδας αντίστοιχα, καθώς και η Ευρυδίκη η σύντροφος του Ορφέα. Οι Δρυάδες καλούνταν επίσης και “Αμαδρυάδες”, ή “Αδρυάδες”, ή “Δρυμίδες” και συχνά συγχέονταν με τις Ναϊάδες και άλλες Νύμφες, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η ανθρωπόμορφη ιδέα του θροΐσματος των φύλλων των δένδρων και των ήχων των υδάτων ιδιαίτερα σε βουνά, ρέματα, σπήλαια, πηγές και χαράδρες που διακόπτουν την ηρεμία και την ησυχία της φύσης.

Μέσα στα μεγάλα δέντρα με τις πλούσιες φυλλωσιές, κατοικούσαν οι Δρυάδες. Ήταν νεράιδες καλές, λυγερές και χαρούμενες, αθάνατες όσο ζούσε το δέντρο τους. Αυτές οι όμορφες νεράιδες, προστάτευαν όχι μόνο την φύση, αλλά και τους θνητούς. Όταν ένας άνθρωπος φοβόταν κάποιο κακό, όταν άκουγε λόγια απειλητικά και κατάρες, έτρεχε στο δέντρο μιας Δρυάδας και χτυπούσε με το χέρι του τον κορμό. Η Δρυάδα άκουγε τον κτύπο και αμέσως έδιωχνε μακρυά το κακό, τον φόβο και την συμφορά. Από εκείνα τα χρόνια μας έμεινε η συνήθεια να χτυπάμε ξύλο, έστω κι` αν ούτε δέντρα ούτε και νεράιδες υπάρχουν πια γύρω μας.

Παραπομπές

Παυσανίας, Ελλάδος περιήγησις VIII.4.2
Εγκυκλοπαίδεια Δομή, τόμ. 8, σ. 298 ISBN 960-8177-58-8
Παναγιώτης Παπαναούμ, Αυτοβιογραφία, Λειψία 1873
Παναγιώτης Παπαναούμ, ό.π.

Σχετικά άρθρα: