Γιώργος ΣΤΟΛΗΣ: «Έχω εγώ, αλλά δεν έχουν άλλοι…και τους λυπάμαι»

Γιώργος ΣΤΟΛΗΣ: «Έχω εγώ, αλλά δεν έχουν άλλοι…και τους λυπάμαι»

Είχε το κατάστημα του χωριού ή του έλειπαν τα προϊόντα καθημερινής κατανάλωσης, εσύ έπρεπε να σιωπήσεις, να μη μιλήσεις. Αν εξέφραζες ανοιχτά τη δυσαρέσκειά σου, την έπιανε το αφτί του καταδότη και τη μετέφερε…, θα αντιμετώπιζες μεγάλο πρόβλημα. Πιθανών να κατέληγες και στη φυλακή. Τόσο αυστηρά ήταν τα πράγματα. Ανυπόφορη η κατάσταση. Γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο πρόσβαλλες το καθεστώς, δυσφήμιζες το σοσιαλιστικό σύστημα.

Ο Γιώργος Στόλης από την Πέπελη, χωριό τώρα στη δικαιοδοσία του Δήμου Δρόπολης και Πωγωνίου, δεν μπορούσε να κρύψει την πραγματικότητα, να δαγκώσει τη γλώσσα του. Να έλεγε κι αυτός ό,τι έχουμε απ’ όλα τα καλά, όταν στο κατάστημα του χωριού αντίκριζε αδειανά ράφια.

«Μα, εσένα δεν σου λείπει τίποτε, το σπίτι σου ήταν και παραμένει Μοναστήρι, είχες και έχεις γεμάτα τα χέρια σου», τον συμβούλευε συγχωριανός του, για να του κλείσει το στόμα, να τον προστατέψει… σαν τον άκουγε να διαλαλεί τη δυσαρέσκειά του: «Δεν έχει λάδι, μακαρόνια, ρύζι, ζάχαρι, καφέ το μαγαζί… πώς να ζήσει τούτος ο κόσμος…»

Ο Γιώργος δεν άλλαζε τροπάρι, συνέχιζε το χαβά του: «Έχω εγώ, αλλά δεν έχουν άλλοι…και τους λυπάμαι».

Όταν βγήκε από τη φυλακή, του είπαν: «Ξέρουμε ότι ποτέ δεν θα πεις καλά λόγια εσύ. Όμως τη χολή που θα βγάζεις για το σύστημα, να μη τη φωνάζεις. Γιατί η πόρτα για σένα εδώ στο Σπατς, θα είναι πάντα ανοιχτή και θα σε περιμένει…»     

Σχετικά άρθρα: