Η σημασία της σταγόνας

Η σημασία της σταγόνας

Υπάρχει ένα παράδοξο που, για όποιον δεν το γνωρίζει ήδη, είναι αρκετά εντυπωσιακό – σχεδόν ποιητικό στην ουσία του. Οι περισσότεροι ζωντανοί οργανισμοί, από ένα μυρμήγκι έως έναν ελέφαντα, τη στιγμή που θα γεννηθούν, χωρίς να έχουν δει ή ακούσει τίποτα, γνωρίζουν ακριβώς τι πρέπει να κάνουν. Έχουν περασμένη στο «λογισμικό» τους μια μορφή έμφυτης συμπεριφοράς που δεν χρειάζεται να διδαχθεί, η οποία ονομάζεται ένστικτο και έχει φυσικά έναν και μόνο σκοπό: την επιβίωση του είδους.

Ένα ωραίο, αντιπροσωπευτικό παράδειγμα είναι η βασίλισσα ενός μελισσιού. Η βασίλισσα, μόλις γεννηθεί – πριν προλάβει καν να ανοίξει τα φτερά της – έχει μία και μόνη αποστολή: να επισκεφτεί τα γειτονικά βασιλικά κελιά και να κεντρίσει μέχρι θανάτου τις κοιμισμένες ακόμα αδελφές της, μία προς μία. Υπάρχει χώρος για μία μόνο βασίλισσα, και το γνωρίζει από τα πρώτα δευτερόλεπτα της ύπαρξής της, χωρίς φυσικά να της το έχει υποδείξει κάποια άλλη μέλισσα.

Κάτι ακόμα πιο συγκλονιστικό συμβαίνει με τα θηλυκά χταπόδια. Όταν το θηλυκό χταπόδι γονιμοποιηθεί, βρίσκει μια ευρύχωρη κρυψώνα κάτω από έναν βράχο και, αφού εξασφαλίσει ότι δεν κινδυνεύει, ξεκινάει τη διαδικασία: απλώνει τα αυγά της το ένα δίπλα στο άλλο και για τους επόμενους τρεις με τέσσερις μήνες δεν θα τα εγκαταλείψει ούτε λεπτό. Δεν τρέφεται, δεν μετακινείται, δεν κοιμάται. Μένει εκεί δίπλα τους και φροντίζει να τα κρατά καθαρά, να τα οξυγονώνει, να τα προστατεύει. Η μαμά χταπόδι, χωρίς τροφή, αρχίζει και αποδυναμώνεται σε επικίνδυνο, οριακό σημείο. Χάνει το χρώμα της, ασπρίζει, στραγγίζει από ζωή. Στην πραγματικότητα, τα μωρά της είναι έτοιμα να εκκολαφθούν όταν εκείνη είναι έτοιμη να πεθάνει. Και τότε συμβαίνει κάτι μαγικό που θυμίζει ελληνική τραγωδία. Η μαμά, στην τελευταία της πράξη, με την ύστατη δύναμη της, δίνει την τελική ώθηση στα νεογέννητα μικρά της να πάνε προς τα πάνω, μακριά από τον βράχο, έξω στον θαλάσσιο κόσμο – και αμέσως μετά πεθαίνει. Αυτό σημαίνει πως τα χταπόδια δεν γνωρίζουν ποτέ τη μαμά τους. Κι όμως, οι θηλυκοί απόγονοί, όταν έρθει η ώρα, ξέρουν επακριβώς τι πρέπει να κάνουν – και η ίδια διαδικασία επαναλαμβάνεται.

Αντίστοιχα, τι συμβαίνει με τον άνθρωπο; Από την πρώτη ανάσα, πριν καν ανοίξει τα μάτια του, γνωρίζει πού να στραφεί για να θηλάσει. Το στόμα του, με το άγγιγμα και μόνο, γυρίζει προς την τροφή, όπως το ηλιοτρόπιο στρέφεται στον ήλιο. Δεν του το δίδαξε κανείς· είναι γραμμένο μέσα του, ένας κώδικας που πέρασε από κορμί σε κορμί, από αιώνα σε αιώνα. Επίσης, αξιοσημείωτο είναι, πως ο άνθρωπος γεννιέται με δύο, πολύ συγκεκριμένους φόβους: τον φόβο του ύψους και τον φόβο του δυνατού θορύβου. Αν νόμιζε κανείς ότι θα έτρεμε στη θέα ενός μεγάλου φιδιού, αυτό είναι μια λάθος αντίληψη. Ένα μωρό θα έπαιρνε μάλλον αγκαλιά το φίδι.

Ωστόσο, ενδιαφέρον, στον άνθρωπο, παρουσιάζει ένα ακόμα ένστικτο: η έμφυτη καχυποψία του απέναντι στο διαφορετικό. Ο προϊστορικός άνθρωπος, προκειμένου να προστατεύσει την απομονωμένη φυλή του από εξωτερικές απειλές, πολεμούσε οτιδήποτε είχε διαφορετικό πρόσωπο, διαφορετικό χρώμα, διαφορετική φωνή, μυρωδιά κτλ. Ό,τι ανοίκειο σήμαινε πιθανό κίνδυνο. Έτσι, εγκαταστάθηκε για τα καλά μέσα του ένα εσωτερικό καμπανάκι που χτυπάει αυτόματα – μέχρι και σήμερα – μπροστά στο ξένο. Πρόκειται για ένα απομεινάρι ενός μηχανισμού επιβίωσης που δημιούργησε ένα αμυντικό, ”φυλετικό” ένστικτο, μια τάση να είμαστε επιφυλακτικοί ή ακόμα και εχθρικοί απέναντι στο διαφορετικό. Το λίπος αυτού του ενστίκτου: ο ρατσισμός. Μια αντίδραση που έχει οδηγήσει τον άνθρωπο στην αυτοκαταστροφή.

Η φύση δεν έχει προνοήσει για όλα και, ναι, κάνει και λάθη. Κώδικας είναι, μια έλικα που περιστρέφεται και μπορεί να χαλάσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι είμαστε ”καταδικασμένοι” να φοβόμαστε ή να απορρίπτουμε το διαφορετικό. Ευτυχώς για εμάς, δεν είναι μόνιμο χαρακτηριστικό· διορθώνεται. Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα ακούσεις έναν άντρα να έχει ψιλή φωνή, ή μια γυναίκα με περίεργα δόντια, ή έναν άνθρωπο που τραυλίζει, που ιδρώνει, που δεν κοιτάζει στα μάτια, που γελάει πιο δυνατά – και νιώσεις την ανάγκη να το σχολιάσεις, να γελάσεις, να απομακρυνθείς – εκείνη τη στιγμή είναι ένα καλό σημείο να γνωρίζεις πως η αντίδρασή σου αυτή έχει βάρβαρη καταγωγή.

Η αυθόρμητη δυσφορία απέναντι στο ”ξένο” έχει εξελικτική ρίζα και χρειάζεται από εμάς να βάλουμε βαθιά το χέρι μέσα στο χώμα, να την τραβήξουμε, να την αφήσουμε στον ήλιο να ξεραθεί. Τα ένστικτα δεν είναι άκαμπτα. Αλλάζουν με τον νου.

Οι άνθρωποι είναι φτιαγμένοι όλοι από τα ίδια υλικά: κόκαλα, δέρμα, νεύρα, μνήμη — και πονάνε, φοβούνται, χαίρονται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι είμαστε όλοι ο ίδιος άνθρωπος, σε όλες τις πιθανές εκδοχές του.

Ζούμε και πράττουμε ανάλογα με το πώς είμαστε προγραμματισμένοι από εκείνον που ήρθε πριν. Οι συμπεριφορές γίνονται αποτύπωμα και μεταφέρονται. Ακολούθως, αυτό που είμαστε κι εμείς σήμερα θα καθορίσει τον μελλοντικό άνθρωπο. Ο καθένας από εμάς– όπως μας λένε – είναι μια, ασήμαντη μάλλον, σταγόνα στον ωκεανό, αλλά όπως τελικά προκύπτει χωρίς αυτήν τη σταγόνα, ο ωκεανός δεν θα ήταν ο ίδιος*.

Φαίνεται λοιπόν, όλοι εμείς,ανεξαρτήτως ποιοι είμαστε και τι κάνουμε,–καταδικασμένοι στην ασημαντότητά μας –πως κουβαλάμε ένα ωκεάνιο χρέος:

να επιβεβαιώσουμε την ύπαρξή μας, αναλαμβάνοντας το αρχαιότερο καθήκον μας – να αγαπήσουμε τον άνθρωπο και οτιδήποτε ζωντανό.

*κουβέντα από την Μητέρα Τερέζα

Αντώνης Μυλωνάκης

Πηγή: huffingtonpost.gr

Σχετικά άρθρα: