«Όσα χρόνια, τόσες μέρες…»

«Όσα χρόνια, τόσες μέρες…»

Παίζοντας με τους φίλους μου στο γήπεδο του χωριού ποδόσφαιρο, κάπου χτυπούσα κανένα πόδι.

Το μαύριζα. Ή πάνω στις διάφορες αυθόρμητες κινήσεις, που έκανα, το παρασκαλούσα. Πρίσκονταν το πόδι, γίνονταν χάλια. Ο πόνος ήταν αφόρητος.    

Στο σπίτι το πονεμένο πόδι, μού το πλάκωναν με τσολισμένα κρεμμύδια, που σου χαλάρωνε, σου έπαιρναν τον πόνο, όπως έλεγαν οι υπερήλικες.

Ρωτούσα τη γιαγιά μου τότε, που με φρόντιζε περισσότερο, γιατί η μάνα μου έτρεχε για το μεροκάματο:

«Πότε τάχα, θα μου περάσει ο πόνος, γιαγιά; Δεν τον αντέχω άλλο…».

«Γρήγορα, θα σου σαπίσει εσένα ο πόνος, μάτια μου  – μου απαντούσε χαϊδευτικά. – Όσα χρόνια έχεις, κοντεύεις τα 15, τόσες μέρες θα πονάς. Μετά θα τρέξεις ξανά, αλλά με προσοχή! Θα πας να παίξεις μπάλα στο γήπεδο με τους φίλους σου.»

Εσύ είσαι νέος, εγώ τι να κάνω, που είμαι γριά και θέλω 85 ολόκληρες μέρες…»

Από «ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ»

30.06.2019

Σχετικά άρθρα: