Πύρρος Δήμας: «Η Χειμάρρα – ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου»

Πύρρος Δήμας: «Η Χειμάρρα – ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου»

«Η Χειμάρρα για μένα είναι οι αναμνήσεις μου, είναι τα παιδικά μου χρόνια, είναι ένα μεγάλο κομμάτι της ζωής μου».

Ο Πύρρος Δήμας συγκινημένος από την επίσκεψη του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Χειμάρρα (ο τρεις φορές χρυσός και μία χάλκινος ολυμπιονίκης μας ήταν μαζί του) μίλησε στα «ΝΕΑ» για αυτή την επίσκεψη αλλά και για το τι σημαίνει για τον ίδιο.

«Μόνο όσοι ήταν παρόντες ένιωσαν τη συγκίνηση αυτών των ανθρώπων και πέρα από πολιτικά ήταν μεγάλη υπόθεση που για πρώτη φορά Έλληνας πρωθυπουργός επισκέφτηκε αυτό το προπύργιο του ελληνισμού. Ήθελε κότσια για αυτό που έκανε ο κ. Μητσοτάκης και του αξίζουν συγχαρητήρια. Μιλάμε για τον ελληνισμό, και μακριά από μένα τα πολιτικά.

Εκεί οι άνθρωποι ακόμα και σήμερα περνάνε πολύ δύσκολα. Η περιοχή δεν είναι αναγνωρισμένη σαν μειονότητα και ακόμα και τώρα τους παίρνουν κομμάτια γης, δεν τους επιτρέπουν να αξιοποιήσουν τα δικά τους, έρχονται Αλβανοί με πλαστά χαρτιά και εγκαθίστανται.

Αν, για παράδειγμα, επέτρεπαν σε Έλληνες της Χειμάρρας να αξιοποιήσουν τη γη τους, κάνοντας π.χ. μια ξενοδοχειακή μονάδα, εκτός από ανάπτυξη θα είχε και θέσεις εργασίας, αλλά σκόπιμα δεν θέλουν να αναπτυχθεί το μέρος και σιγά-σιγά θέλουν να αλλοιώσουν το ελληνικό στοιχείο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ τα χωρίζει ένα ολόκληρο βουνό, προσπαθούν να την ενοποιήσουν με το Κούτσι, ένα γειτονικό χωριό με μουσουλμάνους για να εξαλείψουν σιγά-σιγά το ελληνικό στοιχείο» λέει ο Πύρρος Δήμας που δεν έκρυψε τη συγκίνησή του.

«Δεν θα ξεχάσω τα χρόνια στη Χειμάρρα και μπορεί η νέα γενιά να έχει φύγει από εκεί, αλλά οι δεσμοί είναι ισχυροί.

Οι πιο παλαιοί δεν ήθελαν να φύγουν και δεν θα ξεχάσω τη μάνα μου Ελευθερία και τον πατέρα μου Βίκτωρα που δεν το συζητούσαν να φύγουν από εκεί, μένοντας μέχρι το τέλος της ζωής τους».

Τι σήμαινε όμως αυτή η επίσκεψη του πρωθυπουργού για τους Έλληνες στη Χειμάρρα.

«Πάρα πολλά. Ότι κάποιος τους νοιάζεται, ότι η πατρίδα τους η Ελλάδα είναι δίπλα τους. Ήταν τρομερές οι στιγμές και το σύνθημα που φώναζαν «Ελλάς, Ελλάς, ποτέ μη μας ξεχνάς».

Όλοι ήταν εκεί ως Ελληνισμός, ως γέφυρα φιλίας μεταξύ των δύο χωρών Ελλάδας – Αλβανίας και χωρίς ταυτότητες κομμάτων. Έλληνες που έχουν κρατήσει τη γλώσσα και τη θρησκεία σε δύσκολους καιρούς ενώ έχουν κυνηγηθεί και πολεμηθεί.

Δεν θα ξεχάσω αυτή τη μέρα, που ήταν ξεχωριστή για όλους μας και ιδιαίτερα για τους Έλληνες της Χειμάρρας, από τις πιο όμορφες στιγμές στη ζωή μου» καταλήγει ο μεγάλος αθλητής μας.

Ο οποίος είχε γεννηθεί στη Χειμάρρα της Αλβανίας σε μια εποχή (Οκτώβριο του 1971) του ολοκληρωτικού καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα.

Και όπως έχει αναφέρει ο ίδιος στην αφηγηματική βιογραφία του (που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος με τίτλο «Πύρρος, με το μικρό μου όνομα») ήταν πολύ δύσκολα και σκληρά χρόνια, ζόρικα και απαιτητικά.

Στήριγμά του η οικογένειά του και ιδιαίτερα η γιαγιά του η Ελένη που ήταν – όπως λέει – για αυτόν μητέρα και πατέρας. Ήταν ο άνθρωπος που του υπενθύμιζε συνέχεια:

«Πύρρο, εμείς είμαστε Έλληνες, να μην το ξεχάσεις ποτέ». Για αυτό και όχι απλά δεν ξεχνούσε τη Χειμάρρα, αλλά ανυπομονούσε να επιστρέψει κάθε καλοκαίρι για να περάσει όμορφα με τους γονείς του και τη γιαγιά του.

Ουσιαστικά η άρση βαρών τον βοήθησε να αλλάξει ψυχολογία και ήταν και το διαβατήριό του προς μια καλύτερη ζωή, η διαφυγή του από τα προβλήματα.

Με έναν σάκο και έναν γάτο

Αρχές της δεκαετίας του 1990, και σε συνεννόηση με τον πρόεδρο της Ελληνικής Ομοσπονδίας και αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Άρσης Βαρών, Γιάννη Σγουρό, ήρθε στην Ελλάδα, έχοντας μαζί του μέσα σε έναν αθλητικό σάκο λίγα πράγματα και έναν γάτο!

Την ημερομηνία δεν την ξεχνάει ποτέ (7 Φεβρουαρίου 1991) και παρά τον κοινωνικό ρατσισμό που γνώρισε και εδώ (ήταν ο «Αλβανός»), το νερό είχε μπει στο αυλάκι.

Με ενέργειες του Γιάννη Σγουρού και του Κυριάκου Βιρβιδάκη προχώρησε η ελληνοποίησή του και έτσι πρόλαβε τους Ολυμπιακούς Αγώνες της Βαρκελώνης του 1992, από όπου άρχισε ένα όμορφο αθλητικό παραμύθι με ιδανικό φινάλε στην Αθήνα το 2004, με τα παιδιά του πάνω στη σκηνή του Ολυμπιακού Κέντρου Άρσης Βαρών στη Νίκαια, την αγαπημένη του σύζυγο Αναστασία και μαζί ένα 4ο (χάλκινο σαν χρυσό όμως) ολυμπιακό μετάλλιο στο ιδανικό φινάλε με την αποθέωση από τον κόσμο.

Όμως όσα χρόνια και αν περάσουν, ο Πύρρος δεν θα ξεχάσει την αγαπημένη του Χειμάρρα, εκεί όπου μεγάλωσε, έκανε τα πρώτα του βήματα, τους πρώτους φίλους, εκεί που σφυρηλάτησε τον χαρακτήρα του μέσα από τις δυσκολίες.

in.gr / Γιάννης Λαμπίρης

Σχετικά άρθρα: