«Θέλω να γράψω με καημό»

«Θέλω να γράψω με καημό»

Γράφει
ο Μηνάς Λέκκας

Είναι ο τίτλος της σεμνής ποιητικής συλλογής του αείμνηστου Λεσινιτσιώτη λαϊκού ποιητή, Δημοσθένη Στ. Πάσχου. Ανάμεσα στις σελίδες της ταπεινής αυτής συλλογής, φτερουγίζει ανάλαφρα, σαν πολύχρωμη πεταλούδα, η ψυχή του δημιουργού της.

Είκοσι ποιήματα, γεμάτα πόνο και καημό, γραμμένα με τα απλά λόγια της ντοπιολαλιάς μας, περιλαμβάνονται σ’ αυτή.

«Λόγια παραπονεμένα, έχουνε οι στίχοι σου,
Διότι οι αδικίες Δήμο, πλέξανε την τύχη σου.»

Με αυτή την πετυχημένη και συνάμα πολύ εκφραστική παράφραση λαϊκού άσματος, αρχίζει την μακροσκελή αναφορά του, στη χιλιοβασανισμένη, αλλά και γεμάτη αυταπάρνηση ζωή του Δήμου, το Δ.Σ. της Αδελφότητας Λεσινιτσιωτών.

Ο Δημοσθένης έζησε στην εποχή της βουβαμάρας, στη μακρόχρονη εποχή της βουβαμάρας, της ανελέητης ταξικής πάλης και του ζόφου του θανάτου, που καλλιεργούσε το καθεστώς για να επιβάλει και συντηρήσει αυτή τη βουβαμάρα.

Με το στόμα κλεισμένο ερμητικά και την ευαίσθητη ψυχή του πλημμυρισμένη από αγάπη και συμπόνια για τον τίμιο και βασανισμένο συνάνθρωπό του, ολόκληρη μια ζωή κοντά στην πατρική του γη, δεν έπαψε να προσφέρει τη βοήθεια του σε όποιον τη χρειαζόταν.

Ανήσυχο πνεύμα, με πλούσιο ψυχικό κόσμο και προικισμένος με το ταλέντο του ραψωδού, έπλεκε στίχους και τους αποθήκευε στα τρίσβαθα της ψυχής του, για να τους πει φωναχτά μετά την πτώση της δικτατορίας.

Οι στίχοι του είναι η πονεμένη βιογραφία του δημιουργού τους, του τόπου του, του τόπου μας, στα χρόνια του βάρβαρου ανελεύθερου ολοκληρωτισμού. Είναι ένα ξέσπασμα της φουρτουνιασμένης του ψυχής, είναι ηφαίστειο, που χρόνια κοιμισμένο ξυπνάει και εκρήγνυται, βγάζοντας προς τα έξω τα ντέρτια και τους καημούς που χρόνια τον βασάνιζαν.

Γράφει:

«Θέλω να γράψω με καημό,
για τα δικά μας πάθη.
Ότι έχουμε πάθει εμείς,
κανένας να μη πάθει.»

Τραγουδάει τον τόπο του, τη γενέτειρά του, που λατρεύει και λαχταρά:

«Ανωμεριά μου όμορφη,
με τα κρύα νερά σου.
Τα σπίτια σου λιθόχτιστα,
περίσσια η αρχοντιά σου.»

Και την αγάπη:

«Πού πας χωρίς εμένα,
τη νύχτα στη βροχή;!
Φοβάμαι μη σε χάσω,
αγάπη μου χρυσή.»

Όσον αφορά τη λογοτεχνική ανάλυση του έργου, θα τη βρείτε στον πρόλογο της συλλογής, γραμμένη με επαγγελματική αρμοδιότητα από τον γνωστό δημοσιογράφο και επιμελητή της έκδοσης κ. Γιώργο Μύτιλη, υπό τον πετυχημένο και μαρτυριάρη τίτλο «Σαν να κορφολογάς ανθούς». Τίτλος που μαρτυράει το περιεχόμενο.

Τελειώνοντας τις λίγες αυτές σειρές και σκέψεις, θέλω να βροντοφωνάξω, μπας με ακούσει και ο Δήμος εκεί ψηλά στον γαλανό ουρανό της Λεσινίτσας, που αιωρείται η ανήσυχη, μεγάλη του ψυχή:

«Καλά τα λες, καλά τα γράφεις.
Γέννημα, θρέμμα απ’ το δικό μας το σινάφι.»

Αθήνα 02.06.2023

Σχετικά άρθρα: