Το γοραντζινό πεπόνι

(Πώς έφτασε ο σπόρος του πεπονιού στην Γοραντζή και πώς χάθηκε το γοραντζινό πεπόνι)
Αφορμή για να γράψουμε τούτο κείμενο, έγινε μια ανακοίνωση από ενδιαφερόμενο άτομο, σε μέσο διαδικτυακής ενημέρωσης, το οποίο ζητάει επίμονα, με μανία, έναντι παχουλής αμοιβής, να αγοράσει από οποιονδήποτε διαθέτει το σπόρο του γοραντζινού πεπονιού.
Λένε ότι κάποιος ξενιτεμένος γοραντζινός, παθιασμένος με τα χώματα του κάμπου και τα μποστανικά, έφερε από το εξωτερικό σε ένα από τα ταξίδια του, ελάχιστο σπόρο πεπονιού στο χωριό. Τον έριξε στο χωράφι του για δοκιμή και το φυτό ευδοκίμησε, μεγάλωσε, κάρπισε. Πέτυχε έτσι ο έμπειρος γεωργός το κίτρινο, αρωματικό, γλυκύτατο πεπόνι.
Με το πέρασμα του χρόνου η ποικιλία αυτή προσαρμόστηκε καλύτερα στις εδαφικές και κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής. Αυξήθηκε η παραγωγή, βελτιώθηκε η ποιότητα.
Πριν από το 1960, στην αγορά της πόλης του Αργυροκάστρου, στον λεγόμενο Μπαχτσέ του Τεκέ, ξεχώριζε αυτή η ποικιλία πεπονιού. Ήταν περιζήτητη. Δεν προλάβαινε να ξεφορτωθεί από το μεταφορικό ζώο η παραγωγή, πουλιόταν στη στιγμή όλη. Και με δοκιμή μάλιστα. Κοβόταν το πεπόνι επιτόπου με μαχαίρι. Πράξη που δεν γίνεται σήμερα.
Ήταν ανθεκτικό το γοραντζινό πεπόνι. Διατηρούνταν, όπως ομολογούν ακόμα και σήμερα, κρεμασμένο στις γρέντες του σπιτιού, όλο το χειμώνα. Το έπαινε η άνοιξη… Καλλιεργούνταν σχεδόν από όλους τους γοραντζινούς γεωργούς σε ελαφρά και ξερικά εδάφη, κοντά στο χωριό.
Στο σχολείο του χωριού, στις πρώτες τάξεις Δημοτικού, για να αποτύπωναν καλά οι μαθητές τα χρώματα, κυρίως το κίτρινο, ο δάσκαλός τους, τούς ανάφερε τούς στίχους:
«Κίτρινο είναι σαν το λεμόνι,
το γοραντζινό πεπόνι…»
Υπάρχει και συνέχεια στο ποίημα αυτό, λένε. Όμως, οι επόμενοι στίχοι χάθηκαν μαζί με το σπόρο του πεπονιού μετά την ίδρυση του γεωργικού συνεταιρισμού του χωριού το 1958.
Θυμάται φίλος μας, που φοιτούσε το 1960 στο λύκειο του Αργυροκάστρου, ότι στην ύλη της Γεωργίας (Bujqësia), αναφερόταν κάπου σε μάθημα και το φημισμένο γοραντζινό πεπόνι, κυρίως για την υψηλή περιεκτικότητα σακχάρου.
Οι έμπειροι γοραντζινοί μποσταντζήδες πάλευαν συστηματικά για την παραπέρα βελτίωση του σπόρου. Όταν το πεπόνι ωρίμαζε, γίνονταν για κόψιμο, διάλεγαν τα μεγαλύτερα., τα άνοιγαν και τα δοκίμαζαν. Από τα καλύτερα μάζευαν το σπόρο. Σε συνέχεια τον έπλεναν καλά, τον άπλωναν σε καθαρό μέρος και τον έλιαζαν.
Όπου κι αν έσπερναν το πεπόνι αυτό εκείνη την εποχή, σε άλλο κάμπο, άλλο χωριό ή περιοχή, έφερνε τη σφραγίδα της Γοραντζής. Διαφήμιζε το μεράκι, τη φροντίδα, την εργατικότητας του γοραντζινού γεωργού. Και σε κατ’ επέκταση, προφανώς του γεωργού όλης της Δερόπολης.
Αν έτρωγες στο σπίτι σου τότε γοραντζινό πεπόνι, από το ωραίο άρωμα που ανάδυε, σε έπαιρνε είδηση και ο γείτονας, λένε κυρίως οι Γοραντζινοί.
03.09.2021