Το καλό όνομα

Το καλό όνομα

Σαν κάθεσαι με διανοούμενους, κυρίως με γεωπόνους, που είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν από κοντά τον Πάρη Ζιάκο, χαίρεσαι πώς ξεδιπλώνουν με σεβασμό και εκτίμηση τη ζωή του αξιόλογου ανθρώπου, που πονάει και ενδιαφέρεται για τον συνάνθρωπό του. Σου μιλάνε για τον άξιο Καθηγητή, αλλά και για τον πετυχημένο Επιστήμονα.

Πάρης Ζιάκος γ α
Με τους φοιτητές, Πρωτομαγιά.

Γνωρίζουν καλά την πορεία του. Σου αφηγούνται με μεγάλο ενθουσιασμό και περίσσια αγάπη πώς σε δύσκολη εποχή έφτασε ο Πάρης σε κορυφή:

Μετά τις σπουδές διορίστηκε γεωπόνος σε συνεταιρισμό του Τεπελενιού, στο Κεσαράτι. Ξεκίνησε αμέσως τον πειραματισμό. Πάλευε να πετύχει ποικιλίες σιταριού, καλαμποκιού…, που αντέχουν και αποδίδουν υψηλή παραγωγή στις συνθήκες της συγκεκριμένης περιοχής.    

Στα χρόνια αυτά -στην πόλη των ανέμων- έτυχε να κάνει μικρή επανάσταση. Δύο γνωστά του πρόσωπα, το ένα συγγενικό και το άλλο από τη Βόδριστα, ενώ είχαν τελειώσει το λύκειο με άριστα, δυσκολεύονταν να επωφεληθούν στο Τεπελένι δικαίωμα φοίτησης. Το Δημοτικό Συμβούλιο φρόντιζε περισσότερο να ταχτοποιήσει τα ντόπια  παιδιά. Ο Πάρης κατάφερε να πείσει τους συμβούλους ώστε να προσέξουν πρώτα τις αξίες κι έπειτα τις τοπικές προσδοκίες. Έτσι τότε του Μιχάλη Μπαούτση του δόθηκε το δικαίωμα φοίτησης στην ανώτατη γεωπονική σχολή της Κορυτσάς και του Γιώργου Ζιάκου να σπουδάσει για γεωλόγος μηχανικός στα Τίρανα.    

Επειδή στο συνεταιρισμό που εργάζονταν, ο Πάρης πετύχαινε διαρκώς υψηλά αποτελέσματα στις γεωργικές καλλιέργειες, τον διορίζουν να ασκήσει καθήκοντα αρχιγεωπόνου στην Εκτελεστική Επιτροπή της επαρχίας Τεπελενιού. Να έχει την άνεση να διαδώσει την προηγμένη πείρα σε άλλους γεωπόνους.

Σε συνέχεια τον στέλνουν στα Τίρανα Καθηγητή στην Ανώτερη Γεωπονική Σχολή. Αφού ξεχώρισε, διακρίθηκε σε παράδοση ύλης, αλλά και σε συμπεριφορά με συναδέλφους και φοιτητές, τον αναβαθμίζουν ξανά. Τον διορίζουν επιθεωρητή για τα Πανεπιστήμια στο Υπουργείο Παιδείας που έφερνε ευθύνη και για θέματα φοίτησης. Τότε η ευελιξία και η καλοσύνη του βρήκαν κατάλληλο έδαφος για δράση. Επωφελήθηκε της ευκαιρίας και προώθησε σε πανεπιστήμια και αρκετά παιδιά μειονοτικών.

«Εγώ θα σας στέλνω από τα Τίρανα δικαιώματα φοίτησης στην επαρχία κι εκτός σχεδίου, για να κάνετε τη δουλειά σας, αλλά να βοηθάτε και παιδιά της περιοχής μου. Να εξυπηρετηθεί και ο τόπος μου», ήταν η συμφωνία του Πάρη με τον Πρόεδρο της Εκτελεστικής Επιτροπής της επαρχίας Αργυροκάστρου. Κι ο Φλαμούρ Τσιάνι, κρατούσε το λόγο, δεν σάλευε στην συνεργασία.

Το περίεργο είναι ότι το αλβανικό σύστημα παιδείας από τους μειονοτικούς μαθητές για να επωφελούνταν δικαίωμα φοίτησης, ζητούσε μέσο όρο βαθμού 9 και πάνω, ενώ από τους Αλβανούς 7,5 και πάνω.

Κόπτονταν ο Πάρης, για ορισμένους αριστούχους μαθητές που το άξιζαν πραγματικά. Μεσολαβούσε και τους άλλαζε και τον κλάδο.      

Πάρης Ζιάκος α
Με καθηγητές στο Ινστιτούτο Μπενάκη στην Κηφισιά, κατά την πρώτη επίσκεψη στην Ελλάδα το 1988 .

Εφόσον είχε μέσο, εισχωρούσε, βοηθούσε και στις μεταθέσεις. Αλλά πάντα τον ικανό. Έκανε με όλη του τη θέληση και αυτή τη διευκόλυνση. Όσο είχε τελειώσει τη γεωπονική ανώτατη σχολή στην Κορυτσά ο Γιάννης Ντάκος και το ξεκίνημα της πορείας του ήταν γνωστό, θα γινόταν στο βορά της χώρας. Περιοχή με λίγο κάμπο και μια χούφτα ουρανό και άξεστους ορεσίβιους. Μεσολάβησε ο Πάρης κι έπιασε δουλειά ο συγχωριανός του στ’ Αργυρόκαστρο. «Είναι να γελάσεις για τον τρόπο πώς έγινε η συγκεκριμένη μετάθεση! Έδωσα, λέει ο Πάρης, το ονοματεπώνυμο σε γνωστή μου που ασχολούνταν με το συγκεκριμένο αντικείμενο σε υπουργικό γραφείο κι αυτή σαν λησμόνησε το επώνυμο «Ντάκος», και ντρέπονταν να ξαναρωτήσει, μεταθέτει στ’ Αργυρόκαστρο όσους Γιάννηδες βρήκε σε κατάλογο.»  

Κάθε επίσκεψη στο αγαπημένο του χωριό και στους δικούς του, τού αυξάνει τη ζωή, αλλά και τον «κουράζουν» οι πολλές επαφές με το κοινό. Με όσους κάποτε βοήθησε και τώρα τον ευγνωμονούν. Πρόσφατα τον «ενόχλησε» ο Κασέμ Τσομπάνι από τη Νεπράβιστα. Πήγε και τον συνάντησε για να του πει μετά από πολλά χρόνια το «ευχαριστώ» για τη συνεισφορά σε δύσκολες καταστάσεις που ως θιγμένα άτομα με τον αδερφό του, ο Πάρης τόλμησε και τους άνοιξε το δρόμο της ζωής. «Τους έδωσα, λέει ο Πάρης, ένα μικρό χαρτί και απευθύνθηκαν σε αρμόδιο άτομο, για να τους βοηθήσει. Πού μου βρήκατε αυτό το φιλαράκι για το οποίο σηκώνω τα χέρια ψηλά», τους είπε ο φίλος μου και δρομολόγησε τη λύση.

Κι ήθελε ο Κασέμ να πιούν ένα ποτήρι κρασί μαζί σε εστιατόριο και να θυμηθούν. Του ζήτησε επίσης και μια χάρη. Την επόμενη μέρα της αναχώρησης για Αθήνα, ο Πάρης να του περάσει από το τελωνείο της Κακαβιάς κατιτίς. «Ρε τι να είναι τάχα…τι μας μπλέκει τώρα… Το πρωί λέει ο Πάρης, μου έφερε μια νταμπουζάνα ρακή και μια ρόδα ποιοτικό κασέρι.»

Για να ανέβαινες ψηλά και να έμενες εκεί, να κρατούσες τη θέση, έπρεπε να πληρούσες όρους.  Ο κυριότερος ήταν να ήσουν κομμουνιστής. Μου πρότειναν, λέει ο Πάρης, μερικές φορές, αλλά απέφυγα με ωραίο τρόπο την πρόταση. Τους είπα έχουμε ως οικογένεια κομμουνιστή, τον πατέρα μου. Οργανωμένο από παλιά. 

Δεν μπορεί να μείνει «απ’ έξω», να μην στηρίξει ο Πάρης την πρωτοβουλία του χωριού που αγαπάει και του λείπει, να προσφέρει κι αυτός για την τσιμεντόστρωση του δρόμου που έφτασε ως την πόρτα του μοναστηριού, που ανηφορίζει και ανάβει κερί. Βρήκε τον τραπεζικό λογαριασμό της δημογεροντίας και κατάθεσε χρηματικό ποσό.

Αναφέραμε μόνο λίγα από τα πολλά περιστατικά, απλά για να αγγίξουμε κάπως τη φαντασία. Μόνο τόσο. Η ζωή του Πάρη Ζιάκου είχε νόημα, γέμιζε η ψυχή του από χαρά αν βοηθούσε συνάνθρωπο. Διαφορετικά ένιωθε μέσα του κενό.    

Σχετικά άρθρα: