Η ορμή του ελληνικού στρατού σε Δέλβινο, Αργυρόκαστρο και Τεπελένι

Η ορμή του ελληνικού στρατού σε Δέλβινο, Αργυρόκαστρο και Τεπελένι

Στο αριστερό της αρτηρίας Κακαβιά – Αργυρόκαστρο, είχε πάρει θέσεις τώρα ή III Μεραρχία. Είχε ξεχυθεί από την Καστάνιανη και τη Βάλτσιστα στην κοιλάδα του Ξεριά, παραπόταμου του Δρίνου, κι’ ανηφόριζε στο χιονι­σμένο Πλατυβούνι, που το κρατούσαν με πείσμα κι’ αγωνία οι Ιταλοί. Τα δίδυμα υψώματά του τα είχανε τυλίξει αμφιθεατρικά με τρεις σειρές χαρακώ­ματα και ολμοβολεία από ξερολιθιά. Είχανε βάλει εκεί απάνω και το «Τάγμα των Αθανάτων». Ανάμεσα στους ολμιστές ήτανε, λέει ή διάδοση, κι’ ο γιος του Μουσολίνι.

Από τις 30 Νοεμβρίου, η III Μεραρχία (υποστράτηγος Γ. Μπάκος), αγωνίζεται σκληρά να πατήσει το Πλατυβούνι. Πρώτη, δύο και τρεις Δεκεμ­βρίου η επίθεση συνεχίζεται, ως που, στις έξη τ’ απόγεμα της τελευταίας ημέ­ρας, υστέρα από έφοδο αποφασισμένη, αγώνα σώμα με σώμα, σκοτώνεται ό ταγματάρχης υποδιοικητής συντάγματος Ζ. Ζακυνθινός αλλά παίρνεται το Πλατυβούνι, που έκρυβε πίσω του το Δέλβινο. Την ίδια μέρα οι δυνάμεις τού παραλιακού μετώπου έμπαιναν στο σημαντικό λιμάνι, τους Αγίους Σαράντα, που είχε μετονομαστεί σε Πόρτο Έντα για χάρη της κόρης του Μουσολίνι, της γυναίκας του Τσιάνο.

Ο εχθρός ανατρέπεται δεξιά, στο Μπουλαράτ, στο Γράψι, στους Γιωργουτσάδες. Ο αμαξιτός δρόμος Μουρζίνα – Άγιοι Σαράντα βρίσκεται κάτω από τα πυρά του ελληνικού στρατού, ενώ η ελληνική στρατιά προελαύνει στο μάκρος της κοιλάδας του Δρίνου. Στο Ντρόβιανι πιάνεται αιχμάλωτος ένας ολόκληρος λόχος Ιταλοί, εκατόν είκοσι Μελανοχίτωνες με τον διοικητή τους. Τα ελληνικά τμήματα, αριστερότερα, περνάνε τη Μπίστριτσα και σταματάνε για την ώρα στη δεξιά της όχθη, ανάμεσα Δέλβινο και Μουρζίνα. Το απόσπασμα Τσακαλώτου, που δεν είχε πάψει ν’ αγωνίζεται από την έναρξη του πολέμου, είχε και πάλι διακριθεί. Τέλος, στις 5 Δεκεμβρίου ώρα τρεις τ’ απομεσήμερο, το ιππικό μπαίνει στο Δέλβινο, όπου ο Δήμαρχος παραδίνει τα κλειδιά της πολιτείας στον Διοικητή του Αποσπάσματος που πήρε την πόλη.

Δεξιά, στη ζώνη επιχειρήσεων της II Μεραρχίας, η διείσδυση ήταν βαθειά, τα χωριά της δυτικής πλαγιάς του Λουτζερίσε έπεφταν το ένα μετά το άλλο. Η προέλαση γινόταν κι’ από τους δύο άξονες, του Ζαγοριά και του Δρίνου. Στις 8 Δεκεμβρίου πάρθηκε αμαχητί το διάσελο του Τσαγιούπι, αλλά ούτε και το χωρίο Ερίντι φαινότανε να κατέχεται από τους Ιταλούς. Την άλλη μέρα, ένα τάγμα ελληνικό μπήκε στη Μεγάλη Λάμποβα. Δεξιότερα, άλλο τάγμα πήρε το διάσελο Μούσκες και προχωρούσε στο μάκρος της κορυφογραμμής του Ντεμπέλιτ, που είναι προέκταση βορειοδυτική της Νεμέρτσκας. Στις 10 ανατρέπεται εχθρική αντίσταση κοντά στη Χόρμοβα, που φράζει το στενό του Τεπελενιού. Ένας λόχος με πολυβόλα κατέβηκε τη νύχτα στη δεξιά όχθη, του Δρίνου. Το ελληνικό βέλος χωνόταν τώρα βαθιά στο ψαχνό της Αλβανίας, τόξευε ολόισια στο Τεπελένι. Εκεί είχανε αποσυρθεί οι Ιταλοί, αφού πρώτα κατέστρεψαν πίσω τους όλα τα τεχνικά έργα του δρόμου της φυγής.

Αλλά εκεί ο εχθρός, όπως δήλωσαν οι κάτοικοι από τα γύρω χωριά, δούλευε δυο μήνες πριν αρχίσει ο πόλεμος, φτιάχνοντας οχυρωματικά έργα, χαρακώματα, συρματοπλέγματα. Τί φοβόταν; Απόβαση των Άγγλων στους Αγίους Σαράντα επειδή η Ιταλία είχε μπει στον πόλεμο; Υποχώρηση μπρο­στά στους Έλληνες δεν μπορούσαν βέβαια να τη φαντάζονται τότε οι Ιταλοί. Η τοποθεσία όμως ήταν πραγματικά φοβερή, απόρθητη: τό Γκόλικο, τελευ­ταία κορυφή του Λουτζερίσε ν’ αντικρίζει τό Σεντέλι, το Νεμπέλιτ δεξιά να ζυγιάζεται με την Τρεμπεσίνα. Ανάμεσα στα τέσσερα τούτα οχυρά, τα στενά, της Κλεισούρας, που κόβουν δυτικά, τρυπώνουν να βγούνε στο Τεπελένι. Και μπροστά στο Τεπελένι, να το κρύβει, το υψίπεδο του Κουρβελέσι με το Μάλι – Σπάτ, κι’ αριστερά του, από πάνω του, η Ντέσνιτσα να το σκέπει.

Ανάμεσα Γκόλικο και Μάλι – Σπάτ, στη στενότατη λαγκαδιά, ένα διά­δρομο πες, κυλάει προς τ’ Άργυρόκαστο τα νερά του ο Δρίνος. Ήταν η μοι­ραία τοποθεσία. Εκεί θα έφτανε, στο ύστατο τέντωμά της, η ελληνική ορμή.

Άγγελος Τερζάκης: Ελληνική εποποιία, 1940-41, απόσπασμα.

Σχετικά άρθρα: